Η πολύκροτη υπόθεση Φιλιππίδη έφτασε σ’ ένα πρώτο τέλος μετά από έναν χρόνο δικαστικής διαμάχης. Μέσα σ’ αυτόν τον χρόνο ο Πέτρος Φιλιππίδης κατέπεσε στα μάτια της κοινής γνώμης από το βάθρο που βρισκόταν ως σύγχρονος κωμικός στον βούρκο του κακοποιητή. Ο ηθοποιός αθωώθηκε για την κατηγορία του βιασμού, λόγω αμφιβολιών, ενώ κρίθηκε ομόφωνα ένοχος για δύο απόπειρες βιασμού με συνολική ποινή 8 έτη κάθειρξης. Βγαίνοντας από την αίθουσα του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου προχώρησε σε μία και μόνο δήλωση: «Πάντα ελεύθερος ήμουν. Και στη φυλακή που ήμουν, ήμουν ελεύθερος. Δεν έχω να πω κάτι άλλο, δεν μπορώ να εκφραστώ και ξέρετε πολύ καλά το γιατί.»

Μετά από έντεκα μήνες προφυλάκισης για την κατηγορία του βιασμού ο Φιλιππίδης επιστρέφει σπίτι του. Σε μια πρώτη ανάγνωση η παραπάνω πρόταση φαντάζει οξύμωρη και πολλοί έσπευσαν να λοιδορήσουν την ελληνική δικαιοσύνη μιλώντας για μεροληψία κι αδικία. Ωστόσο, η εισαγγελέας Στέλλα Στόγια στην αγόρευσή της κατέθεσε σαφείς τους λόγους για τους οποίους πάρθηκε η απόφαση αυτή. Το δικαστήριο επέβαλε στον ηθοποιό περιοριστικούς όρους απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα κι υποχρέωσης εμφάνισης στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής του το πρώτο πενθήμερο κάθε μήνα. Κρίθηκε πως δεν υπήρχε ουσιαστικός λόγος κράτησής του ως την εκδίκαση της έφεσης καθώς δεν είναι φυγόδικος ή φυγόποινος (μάλιστα ο ίδιος δέχτηκε με ψυχραιμία την καταδικαστική απόφαση) ενώ παράλληλα δε βρίσκεται σε θέση ισχύος ώστε να εκμεταλλευτεί τη θέση του και να προχωρήσει στην τέλεση νέων αδικημάτων. Να θυμίσουμε πως όλες οι καταγγελίες εις βάρος του ηθοποιού είχαν ως κοινό συντελεστή το θέατρο, έναν χώρο που ούτε θέλει ο ίδιος ούτε, φυσικά, είναι δεκτός να επιστρέψει.

Μπορεί η απόφαση του δικαστηρίου να μην είναι σύμφωνη με την κοινή γνώμη, ωστόσο οφείλουμε να σεβαστούμε το σύστημα των νόμων, εάν θέλουμε να λεγόμαστε δημοκρατική χώρα. Το νομικά εγκαθιδρυμένο δίκαιο προβλέπει ένας άνθρωπος που έχει καταδικαστεί κι ασκεί έφεση στην απόφαση αυτή να δύναται να αφεθεί ελεύθερος με περιοριστικούς όρους μέχρι την εκδίκαση αυτής, όπως κι έγινε στην υπόθεση Φιλιππίδη. Δεν μπορούμε να λησμονούμε το γεγονός ότι το δικαστήριο απέρριψε το αίτημα της υπεράσπισης για αναγνώριση των ελαφρυντικών της καλής συμπεριφοράς μετά την πράξη και του πρότερου σύννομου βίου, γεγονός που καθιστά σαφή τη στάση του απέναντι σ’ ένα πρόσωπο ευρέως γνωστό και μέχρι πρότινος, προσφιλές στην ελληνική κοινωνία.

Η στάση του ηθοποιού μόλις βγήκε από τη δικαστική αίθουσα μαρτυρά το αδιάλλακτο του χαρακτήρα του. Σχεδόν έναν χρόνο στη φυλακή ο Φιλιππίδης δε δείχνει καθόλου μετανοημένος, καθώς εμμένει στην αθωότητά του παρά τις δύο καθείρξεις του. Η καλή ψυχολογική του κατάσταση σε συνδυασμό με τις δηλώσεις του μας δίνουν την εντύπωση πως ο ίδιος νιώθει κατάφωρα αδικημένος από την απόφαση. Μας δηλώνει ευθαρσώς πως ήταν ελεύθερος ακόμα και μέσα στη φυλακή, αντικρούοντας πλήρως τη δήλωσή του κατά την απολογία του «Είναι σκληρό. Στη φυλακή σταματά το μυαλό, η καρδιά, η ζωή. Βλέπεις μπροστά σου το τέλος.».

Ο Φιλιππίδης φαίνεται να καταχράται το τεκμήριο της αθωότητας μέχρις εσχάτων. Συνήθως, σε ανάλογες περιπτώσεις βλέπουμε τους κατηγορουμένους έστω και υποτυπωδώς μετανοημένους, προς τέρψη της κοινής γνώμης. Στη συγκεκριμένη υπόθεση, όμως, ο κατηγορούμενος είναι τόσο φανερά προσκολλημένος στην αθωότητά του που «η ελάχιστη καταδίκη του προκαλεί πόνο», όπως δήλωσε ο δικηγόρος του Μιχάλης Δημητρακόπουλος. Τι περίμενε, λοιπόν, κανείς να δηλώσει ένας άνθρωπος που μόλις καταδικάστηκε σε 8 χρόνια φυλάκισης με αναστολή κι ο ίδιος ασκεί έφεση, αναμένοντας (και θεωρώντας δεδομένη) την πλήρη του αθώωση; Σαφώς και νιώθει ελεύθερος, αφού θεωρεί πως δε διεπράχθη κανένα έγκλημα.

Η ένσταση των δικηγόρων υπεράσπισης του κατηγορουμένου έγκειται στην πρωτοφανή, για τα ελληνικά νομολογιακά δεδομένα, καταδικαστική απόφαση σε δύο απόπειρες βιασμού, όπου ο ηθοποιός φαίνεται να ζήτησε και στις δύο καταγγέλλουσες να περάσουν έξω, ανοίγοντάς τους μάλιστα και την πόρτα. Φαίνεται πως, για τον κύριο Δημητρακόπουλο και τους συνεργάτες του, η μη τέλεση του βιασμού ακυρώνει και την απόπειρα αυτού, ειδάλλως δεν εξηγείται η τόση τους έκπληξη με την απόφαση του δικαστηρίου. Είναι, άραγε απίθανο ο κατηγορούμενος να προέβη σε άσεμνες προτάσεις κι έπειτα, βλέποντας πως τα επίδοξα θύματά του δεν ενδίδουν κι αντιδρούν, δημιουργώντας έτσι συνθήκη ικανή για περιγραφή του γεγονότος ως απόπειρα βιασμού κι επακόλουθη καταγγελία, να τους ζήτησε να αποχωρήσουν φοβούμενος το σάλο, την κοινωνική κατακραυγή και τις επαγγελματικές επιπτώσεις που θα επέφεραν στον ίδιο;

«Δεν έχω να πω κάτι άλλο, δεν μπορώ να εκφραστώ και ξέρετε πολύ καλά το γιατί.» συμπλήρωσε ο Φιλιππίδης κι έτσι έκλεισε τις επίσημες δηλώσεις του. Μπορεί κανείς να εντοπίσει μια αντίθεση ανάμεσα στα δύο σκέλη της δήλωσής του. Αφενός δηλώνει πως δεν έχασε στιγμή την ελευθερία του και οι συνήγοροι υπεράσπισης αφήνουν αιχμές ακόμα και για ραδιουργία εις βάρος του ηθοποιού κι από την άλλη δηλώνει πως δεν μπορεί να εκφραστεί.

Η κοινή γνώμη, ο ύψιστος δικαστής της ελληνικής κοινωνίας σε τέτοια ζητήματα, καταδίκασε από την πρώτη στιγμή τον ηθοποιό και καμία αθωωτική απόφαση δε θα το ανατρέψει αυτό. Αυτή ακριβώς η τάση της ελληνικής κοινωνίας να καταδικάζει ερήμην τους κατηγορούμενους πριν καν δοθούν στη δημοσιότητα επαρκή στοιχεία για κάτι τέτοιο, αποτελεί ένα νοσηρό στοιχείο της. Στη συγκεκριμένη περίπτωση οι καταθέσεις είναι πολυάριθμες και καθεμία πιο εξωφρενική από την άλλη. Σίγουρα αυτόν τον έναν χρόνο όσα έχουν έρθει στο φως για την υπόθεση δε βοηθούν στην ευαισθητοποίηση ή έστω στην ανθρώπινη προσέγγιση του ηθοποιού. Αντιθέτως, πρέπει κανείς να επιδείξει μεγάλο ψυχικό σθένος και τεράστια υπομονή για να μη γίνει μέρος του όχλου. Μπροστά σε τέτοια περιστατικά κατάφωρης καταπάτησης της αξιοπρέπειας δεν είναι εύκολο να μην επηρεαστείς. Σαφώς, οφείλουμε να θυμόμαστε πως ακόμα κι ο πιο στυγνός εγκληματίας έχει δίπλα του ανθρώπους που τον αγαπούν και τον νοιάζονται και σε καμία περίπτωση δεν ευθύνονται για τις πράξεις του. Μιλώντας για την περίπτωση του Φιλιππίδης, τώρα, έχει μια σύντροφο κι έναν γιο που βρίσκονται μαζί του στο μάτι του κυκλώνα. Ίσως γι’ αυτό κι ο ίδιος να δηλώνει πως δεν μπορεί να εκφραστεί, για να προστατεύσει τους οικείους αλλά και τον εαυτό του από τον εξαγριωμένο όχλο. Όπως έγραψε κι ο ηθοποιός Αλέξανδρος Μπουρδούμης, σύζυγος της Λένας Δροσάκη που ήταν από τις πρώτες γυναίκες που κατήγγειλαν τον Πέτρο Φιλιππίδη, στον προσωπικό του λογαριασμό στο Instagram «εστί δίκης οφθαλμός ος τα πανθ’ ορά».

 

Πηγή φωτογραφίας: ΤΑ ΝΕΑ

Συντάκτης: Αγγελική Τσαγκαράκη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου