Να σου πω ένα μυστικό; Σου είπα άπειρες φορές «Σ’ αγαπώ» κι άλλες τόσες σε ζήτησα πίσω. Έπεφτα στα πατώματα και χτυπιόμουν σαν ένα πληγωμένο ζώο. Έβγαζα κραυγές που πνίγονταν μέσα στα δάκρυά μου. Έμενα ολόκληρες νύχτες ξάγρυπνη αγκαλιά μ’ εκείνο το φανελάκι που δε σου το έδωσα ποτέ πίσω. Δεν άνοιγα ποτέ τα στόρια γιατί τη μέρα η απουσία σου γινόταν πιο δύσκολη. Είναι βλέπεις εκείνα τα πρωινά στο κρεβάτι με τον καφέ να αχνίζει κι εμάς να χουχουλιάζουμε κάτω από το πάπλωμα. Εκείνο το πάπλωμα που πάντα το τραβούσα στη δική μου μεριά. Δεν έλεγες τίποτα κι ας κρύωνες.

Κάποιες φορές άδειαζε η ψυχή μου κι έμενα ασάλευτη να κοιτάζω το ταβάνι περιμένοντας να μου μιλήσει. Να μου πει ότι πετάχτηκες να μου πάρεις την αγαπημένη μου σοκολάτα και θα γυρίσεις. Μπορούσα να περιμένω ώρες. Να μετράω τα λεπτά για ν’ ανοίξει η πόρτα και να εμφανιστείς. Να σου αρπάξω τη σοκολάτα κι εσύ να κάνεις δήθεν ότι με κυνηγάς για να σου δώσω ένα κομματάκι. Άλλες φορές, φορούσα τις βελουτέ πιτζάμες μου, τα καλτσάκια με τις βεντούζες –που πάντα κορόιδευες– κι έκανα ολόκληρες διαδρομές μέσα στο σπίτι, σκεπτόμενη τι μπορώ να κάνω ή τι θα μπορούσα να είχα κάνει για να μη μου φύγεις. Μάταια. Κάθε σενάριο που έφτιαχνα στο μυαλό μου είχε την ίδια κατάληξη. Εγώ σε πλήγωνα κι εσύ έφευγες.

Να σου πω ένα ακόμη μυστικό; Τίποτα απ’ όσα σου λέω δεν έκανα. Καμία λέξη απ’ όσες σου αραδιάζω δεν είπα. Δε σου είπα κανένα «Σ’ αγαπώ» γιατί κάθε φορά που καλούσα τον αριθμό σου, με το πρώτο γαμημένο «τουτ», το έκλεινα. Δεν έπεσα ποτέ στα πατώματα γιατί φοβήθηκα ότι θα «χαθώ» τελείως. Φοβήθηκα ότι θα έμενα εκεί για μέρες και δε θα είχα εσένα να με σηκώσεις. Βλέπεις, άργησα να καταλάβω ότι εσύ είσαι η δύναμή μου.

 Δεν έκλαψα ούτε μία φορά. Ποια δάκρυα θα μπορούσαν να περιγράψουν τον πόνο μου; Για ποια δάκρυα μου μιλάς που θα μπορούσαν να σε φέρουν πίσω; Άνοιγα κάθε μέρα τα στόρια, μήπως και καταφέρει ο αέρας να πάρει τη μυρωδιά σου. Πέταξα το πάπλωμα και δεν έφαγα ξανά από εκείνη τη σοκολάτα.

Χαζοί είναι οι άνθρωποι. Απελπισμένοι. Νομίζουν ότι μπορούν τόσο εύκολα να ξεριζώσουν από μέσα τους την ίδια τους τη ζωή. Να εξαφανίσουν εκείνον που λάτρεψαν, να φορέσουν τα «καλά» τους και να δώσουν άλλη μία παράσταση. Χαζή είμαι, μάτια μου. Η δική σου χαζή.

Έπαιζα και παίζω θέατρο μπροστά στους άλλους. Με ρωτάνε αν σε ξεπέρασα κι αφήνω ένα ειρωνικό γέλιο να σχηματιστεί στα χείλη μου. Φοράω τις ωραιότερες μπογιές μου –όπως έλεγες το make up– και προσπαθώ να κρύψω όλη τη θλίψη, όλο το θυμό, όλη την αγάπη που ζητάει απεγνωσμένα να βγει από μέσα μου.

Μου λένε: «Έλα μωρέ σιγά. Τι ήταν αυτός για σένα. Τόσοι υπάρχουν». Τι ήσουν εσύ για ‘μένα; «Τίποτα», τους απαντάω. Ένα «τίποτα» που κρύβει μέσα του τα συναισθήματα όλου του κόσμου. Ένα «τίποτα», ταλαιπωρημένο, βασανισμένο, καταπιεσμένο που θέλει να ορμήσει πάνω σου και να σου πει ότι εσύ για μένα είσαι αυτό το κομμάτι που πάντα θα λείπει από τη ζωή μου.

Γιατί εσύ δε μοιάζεις με κανέναν. Γιατί εσύ με αγάπησες πιο πολύ απ’ όσο άντεχα. Γιατί εγώ ήμουν δειλή κι εσύ πάντα αυτός που μου έδινε θάρρος. Γιατί εσύ αγάπησες τα νεύρα μου, τα ξεσπάσματά μου, τις ιδιοτροπίες μου κι εγώ ήμουν αυτή που δε δεχόμουν καμία ατέλειά σου. Γιατί σ’ έδιωχνα όποτε γούσταρα κι εσύ με κοιτούσες πάντα στα μάτια. Γιατί μ’ έπαιρνες κάθε βράδυ αγκαλιά κι ας μούδιαζε το χέρι σου. Γιατί μου έλεγες ότι θα γεράσουμε μαζί κι εγώ φοβόμουν ότι θα σε βαρεθώ.

Πώς να μιλήσω εγώ για ‘σένα; Με τι λόγια να σου πω ότι δε θα συγχωρήσω ποτέ τον εαυτό μου που σε πλήγωσα. Δε θα με συγχωρήσω ποτέ για τις αγκαλιές που δε σου έκανα, για τα φιλιά που δε σου έδωσα. Δε θα σου πω ποτέ πόσο σ’ ευχαριστώ που μ’ αγάπησες και πλέον κάθε άλλη αγάπη, κάθε άλλος έρωτας, μου φαίνεται λίγος.

Με πόση δύναμη να σου φωνάξω ότι δε δέχομαι κανένα ζευγάρι χέρια πάνω μου, κανένα στόμα αν δεν είναι το δικό σου. Ποιες λέξεις είναι ικανές να περιγράψουν το κενό που νιώθω μέσα μου από τη μέρα που έφυγες; Τη μέρα που μάζεψες τα κομμάτια σου τόσο σιωπηλά κι αθόρυβα για να μη με «αναστατώσεις».

Όχι καρδιά μου. Καμία λέξη δεν είναι άξια να σταθεί απέναντί σου. Τα λόγια που θέλω να σου πω είναι λίγα μπροστά στις δικές σου πράξεις. Σε όλα αυτά που έκανες για μένα, ενώ εγώ έκλεινα τα μάτια μου. Με τρόμαζε το πόσο μ’ αγαπάς. Ίσως γι’ αυτό δεν το εκτίμησα ποτέ. Δικαιολογίες. Μια ηλίθια ήμουν που σε θεωρούσε δεδομένο. Γιατί εσύ με σεβάστηκες ακόμη κι όταν εγώ δε σεβόμουν τον εαυτό μου. Γιατί εσύ δε μ’ άφησες να ξεφτιλιστώ ακόμη κι όταν έπεφτα τόσο χαμηλά.

Γι’ αυτό δε θα σου πω τίποτα. Για πρώτη φορά θα βάλω εσένα πάνω από ‘μένα. Θα σκεφτώ το δικό σου καλό. Αρκετά έκανες εσύ. Τώρα είναι η σειρά μου. Κι ας μην το μάθεις ποτέ. Κι ας μη γυρίσεις ποτέ ξανά.

Αρκεί να είσαι ευτυχισμένος. Μακάρι να μπορέσει κάποια άλλη να κάνει ό,τι δεν έκανα εγώ. Μακάρι να δει το θησαυρό που κρύβεις μέσα σου.

Να σου πω ένα τελευταίο μυστικό; Το φανελάκι σου, το φοράω κάθε βράδυ.

 

Επιμέλεια Κειμένου Έλενας Μαρκοπούλου: Πωλίνα Πανέρη

Συντάκτης: Ελένη Μαρκοπούλου