Αν σου έλεγα ότι ο πληθυσμός της Γης είναι περίπου εφτά δισεκατομμύρια, το πιο πιθανό είναι ότι θα κουνούσες αφηρημένα το κεφάλι σου. Αν σου έλεγα ότι από αυτά τα εφτά δισεκατομμύρια, κάθε άνθρωπος είναι μοναδικός, στην καλύτερη περίπτωση θα γύριζες απλά να με κοιτάξεις μ’ ένα δήθεν ενθουσιασμό. Αν όμως σου έλεγα ότι απ’ αυτό το τρομακτικό εφτά με τα εννιά μηδενικά, εσύ είσαι το δικό μου ένα;
Είσαι ο δικός μου ξεχωριστός και μονάκριβος άνθρωπος. Δε μοιάζεις με άλλα μάτια ή απλώς δε με κοιτάνε όπως εσύ. Δε μοιάζεις με κανένα άλλο χαμόγελο ή έστω δε με μαγνητίζει όπως το δικό σου. Όλα αυτά σου φαίνονται συνηθισμένα και χιλιοειπωμένα; Άκου τότε κι αυτό. Κανείς άλλος, ποτέ και πουθενά, δεν έχει τη δική σου μυρωδιά.
Μη βιάζεσαι. Δεν εννοώ την ξυλώδη μυρωδιά του αρώματός σου. Δεν το αντιλήφθηκα καν τη μέρα που σε γνώρισα. Γι’ εμένα, η φυσική μυρωδιά του κορμιού σου, αυτή που αναβλύζει από μέσα σου, ήταν που μ’ έκανε να κλείσω τα μάτια και να σ’ ερωτευτώ. Είναι ένας συνδυασμός φρεσκάδας κι ερωτισμού, που αποτελεί το δικό μου εθισμό.
Μην απορείς που παίρνω γερή τζούρα από το λαιμό σου, κάθε φορά που σε αγκαλιάζω. Ούτε που χώνω όλο το πρόσωπό μου μέσα στα μαλλιά σου σαν να είναι θάλαμος οξυγόνου – τι να μας πει το οξυγόνο μπροστά στη δική σου μυρωδιά.
Θα ήθελα πολύ να έβλεπες την έκφραση που παίρνει το πρόσωπό σου, όταν σου λέω να περιμένεις λίγο πριν κάνεις μπάνιο. Θα θεωρείς ότι έχω χάσει το μυαλό μου ή ότι έχω κάποιο βίτσιο. Τι κι αν μόλις γύρισες από μία κουραστική μέρα στη δουλειά. Τι κι αν θέλεις κι εσύ σαν άνθρωπος να ξεφορτωθείς τους τόνους καυσαερίου από πάνω σου. Εγώ θέλω απεγνωσμένα να πάρω τη δόση μου. Μια δόση που θα με κρατήσει κοντά σου, ακόμη κι όταν θα έχεις φύγει.
Δεν ξέρω αν το έχεις παρατηρήσει, αλλά προσπαθώ όλη την ώρα να έχω το σώμα μου κολλημένο πάνω στο δικό σου – σαν σιαμαία ένα πράγμα. Να τρίβομαι σαν αιλουροειδές, να σε αγγίζω, να ιδρώνω τα χέρια μου από το ατελείωτο ταξίδι που κάνουν πάνω στο κορμί σου. Ξαφνικά, από έναν απλό κοινό θνητό άνθρωπο, μεταμορφώνομαι σε ημίθεο. Παίρνω κι εγώ λίγη από την ιερότητα και τη μαγεία της μυρωδιάς σου. Δε μου φτάνει να μυρίζουν απλά τα χέρια μου. Θέλω να σε αποτυπώσω μοσχομυριστά πάνω μου, από την κορφή μέχρι τα νύχια.
Είναι λογικό να αναρωτιέσαι για το για ποια μυρωδιά σου μιλάω. Βλέπεις, κάνεις δεν μπορεί να ξεχωρίσει τη δική του προσωπική μυρωδιά. Είναι κάτι σαν τα μάτια μας, ή τα χέρια μας, που τα βλέπουμε κάθε μέρα. Είναι κομμάτι μας και τίποτα δε μας φαίνεται περίεργο. Είναι όμως όλα αυτά που ξεχωρίζει κάποιος πάνω μας. Όλα αυτά που τον κάνουν να μας ερωτευτεί και να μας θεωρεί κάτι μοναδικό.
Είναι όλο αυτό το συνονθύλευμα της δικής σου φυσικής αύρας, που ενεργοποιεί όλες τις δικές μου αισθήσεις. Είναι η εικόνα σου μεταμφιεσμένη σε μεθυστικές νότες που αποτυπώνεται πάνω μου τόσο αποτελεσματικά που με κάνει να μυρίζω τον εαυτό μου σαν εξαρτημένος χρήστης των πιο δυνατών ουσιών.
Είναι αυτή η αόρατη δύναμη που μου προσφέρει ηρεμία κι απόλαυση όταν φεύγεις. Είναι τα σεντόνια που φωνάζουν τ’ όνομά σου και το κορμί μου γεμάτο από μια μυρωδιά έρωτα, πάθους και προσμονής. Η δική σου μυρωδιά, ανόθευτη κι εκκωφαντικά παρούσα.
Πώς να στο πω για να το καταλάβεις; Τρελαίνομαι να σε μυρίζω πάνω μου. Όχι απλά γύρω μου, αλλά πάνω μου! Κλείνω τα μάτια και δημιουργώ ολόκληρες σκηνές. Με κάθε ανάσα που παίρνω, εσύ έρχεσαι όλο και πιο κοντά μου, σαν να μην έφυγες ποτέ, ρε παιδί μου.
Φαντάζομαι τι θα κάνουμε όταν γυρίσεις. Αναρωτιέμαι για το πού χαρίζεις το χαμόγελό σου. Ζηλεύω κάθε χειραψία που θα μοιραστείς, γιατί θα κλέψει λίγη από τη μυρωδιά σου. Κι εγώ τη θέλω όλη δική μου. Για πάρτη μου. Εγωισμός ή κτητικότητα, εγώ το λέω εθισμό.
Θα μπορούσα να σε ξεχωρίσω μέσα στο πλήθος, με κλειστά μάτια. Θα μπορούσα να σε είχα ερωτευτεί πάλι, αρκεί να εισχωρούσε η μυρωδιά σου στα ρουθούνια μου. Μπορώ να σε περιμένω, να σε νοσταλγώ και να σε επιθυμώ, κάνοντας παρέα με τα αποτυπώματά σου, αρκεί να ξέρω ότι θα γυρίσεις. Μην αργείς. Χρειάζομαι τη δόση μου.
Επιμέλεια Κειμένου Ελένης Μαρκοπούλου: Πωλίνα Πανέρη