Χωρίζουμε. Έτσι. Μια μέρα σαν τις άλλες. Χωρίς προειδοποίηση. Χωρίς καν ένα σήμα κινδύνου. Τίποτα. Κεραυνός εν αιθρία. Κι εμείς μένουμε άναυδοι. Πώς; Πού; Ποιος; Γιατί; Έχει κάτι μυστήρια αυτός ο κόσμος. Υπό κανονικές συνθήκες μπορεί και να το εκτιμούσαμε το απρόσμενο. Στην προκειμένη μοιάζει με μαχαίρι που μας τρυπά. Βαθιά. Αλύπητα. Και ποιος να μας απαντήσει στα «γιατί» μας.
Υπάρχει μια θεωρία. Η θεωρία της πεταλούδας. «Αν μια πεταλούδα κινήσει τα φτερά της στον Αμαζόνιο, μπορεί να φέρει βροχή στην Κίνα». Πρωτοδιατυπώθηκε το 1960 από ένα μετεωρολόγο, τον Λόρεντζ. Χρησιμοποιείται στην προσπάθεια επεξήγησης του πώς η απειροελάχιστη μεταβολή μπορεί μακροπρόθεσμα να οδηγήσει σε μία έκβαση δραματικά διαφορετική απ’ την αναμενόμενη. Κι ενώ ο Λόρεντζ εξηγούσε με συστήματα κι εξισώσεις, εμείς παίρνουμε για δεδομένα ανθρώπους και σχέσεις. Η θεωρία εξακολουθεί να ‘χει βάση, ωστόσο. Εμείς βλέπουμε τη βροχή. Ουρανοκατέβατη. Καταριόμαστε τους θεούς μας και φυσικά αγνοούμε ότι κάποτε υπήρξε μια πεταλούδα σ’ έναν Αμαζόνιο.
Υπάρχουν άνθρωποι που βιώνουν τον χωρισμό μέσα στη σχέση. Η πεταλούδα τινάζει τα φτερά της εν αγνοία μας. Μια μικρή παρατήρηση, ένας τσακωμός που δεν έγινε ποτέ, ένας θυμός που καταπνίγηκε, μια ρουτίνα που κατάντησε φορτική. Και ξεκινά κάπου εκεί μία αλυσιδωτή σειρά γεγονότων. Αποσυνδέονται ενώ είναι ακόμα σε σχέση. Κάθε μέρα νιώθουν κάτι λιγότερο. Κι όλο αυτό τους λιγοστεύει. Μέχρι που τους στερεύει. Δεν έχουν αντοχές, επιμονές, υπομονές. Κι εκεί προκύπτει το φινάλε. Προς μεγάλη μας έκπληξη προφανώς. Αφού εμείς δεν είχαμε ιδέα για το τι συνέβαινε μέσα τους.
Δεν μπορούμε να τους κατηγορήσουμε, ξέρετε. Όχι τουλάχιστον για αναισθησία, ρηχά αισθήματα και προσποίηση. Το ότι βίωσαν την αποσύνδεση ενώ ήταν μαζί μας, δε μειώνει το κύρος της. Δεν μπορούμε να πούμε ότι δεν πόνεσαν, πως δεν έκλαψαν. Δεν μπορούμε να το ξέρουμε. Αλλά μπορούμε να τους κατηγορήσουμε για το ότι δεν είχαν την ευγενή καλοσύνη να μας ενημερώσουν. Κι αν μας πούνε πως δεν ήθελαν να μας πληγώσουν, μπορούμε ελεύθερα να τους βρίσουμε. Γιατί μας άφησαν προ τετελεσμένων γεγονότων και με μια βροχή χαμένους στην Κίνα.
Αν μια πεταλούδα κινούσε τα φτερά της στον Αμαζόνιο της σχέσης μας φυσικά κι οφείλαμε να το ξέρουμε. Γιατί, ακριβώς, είναι «μας». Δική μας και δική τους. Όσο αφορά αυτούς, αφορά κι εμάς. Κι αν πρόκειται να βιώσουμε την όποια αλυσιδωτή κατάσταση, έχουμε το δικαίωμα να το ξέρουμε. Τουλάχιστον να παίρνουμε ομπρέλες. Ή να τρέξουμε να προλάβουμε, μπας κι αλλάξουμε τη ροή των πραγμάτων. Ξέρετε, δεν είμαστε ο Λόρεντζ. Οι άνθρωποι και τα συναισθήματα είναι οι πιο αστάθμητοι παράγοντες σε μαθηματική εξίσωση. Αν είχαμε έστω και την παραμικρή ελπίδα μας την στέρησαν.
Κι έπειτα, υπάρχει κι η άλλη εκδοχή. Το δικό μας μερίδιο ευθύνης. Κάπου, κάτι, κάναμε λάθος. Κάπου χάσαμε το μέτρημα. Καταρχάς, πώς έγινε κι αφήσαμε την πεταλούδα να τινάξει τα φτερά της; Ή πώς αγνοήσαμε το τίναγμα; Εμείς δεν ήμασταν σ’ αυτή τη σχέση; Εμείς δε βλέπαμε ό,τι κι αυτοί; Κι αν ήταν ο άνθρωπός μας, έπρεπε να τον ξέρουμε, έπρεπε να τον καταλαβαίνουμε. Να ξέρουμε πότε κάτι πάει λάθος. Πώς έγινε και το χάσαμε; Μήπως εμείς τινάξαμε τα φτερά της πεταλούδας ασυναίσθητα; Μπορούμε να σηκώσουμε ένα τέτοιο φορτίο, χωρίς να ξέρουμε αν όντως η λογική μας ευσταθεί;
Κι αν γυρίσεις το νόμισμα ξανά, πώς θα μπορούσαμε να ξέραμε; Έπρεπε να κυνηγάμε φαντάσματα στην ίδια μας τη σχέση; Να ξυπνάμε και να κοιμόμαστε με τον φόβο μήπως υπάρχει μια πεταλούδα σε κάποιον Αμαζόνιο, που ετοιμάζεται να τινάξει τα φτερά της; Έπρεπε να κυνηγάμε κάθε ανείπωτη κουβέντα, να φανταζόμαστε υπόβαθρα; Κι αν κάναμε λάθη, πώς να ξέραμε ότι ήταν λάθη αν δε μας τα επισήμαινε κανείς ως τέτοια; Είναι κι εν μέρει υποκειμενικός ο κόσμος μας.
Μα δε νομίζω ότι ρωτούμε τα σωστά ερωτήματα εν τέλει. Κι ούτε ότι πήραμε το θεώρημα σωστά. Το θέμα είναι ότι ο Αμαζόνιος είναι γεμάτος πεταλούδες, κι οι πεταλούδες τείνουν να τινάζουν τα φτερά τους αρκετά. Και δεν μπορεί κανείς να τρέχει να τις προλαβαίνει. Αν είναι να τα τινάξουν, θα το κάνουν. Κι αν είναι αυτό να ξεκινήσει βροχή στην Κίνα, θα την ξεκινήσει. Και τίποτα δεν μπορούμε να κάνουμε γι’ αυτό.
Το σωστό ερώτημα είναι αν σταθήκαμε σωστοί στους εαυτούς μας. Αν κάναμε ό,τι θεωρούσαμε καλύτερο με βάση όσα ξέραμε. Με πλήρη ειλικρίνεια. Εμείς με τον καθρέφτη μας. Αν δώσαμε όσα είχαμε κι αν τα δώσαμε σωστά. Αν σταθήκαμε στο ύψος μας. Κι αν η απάντηση σε όλα είναι «ναι», τότε δεν έχουμε κάτι να φοβόμαστε.
Μερικές φορές είναι κάποια πράγματα που δεν μπορούμε να τα ελέγξουμε κι άλλα που δεν μπορούμε να τα εξηγήσουμε. Και μερικές φορές μας έρχεται μια βροχή απ’ το πουθενά κι εμείς πρέπει απλά να την υποστούμε. Μα αν έχουμε λίγη πίστη κι υπομονή όλα θα πάρουν μια καλύτερη τροχιά στο τέλος.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη