Ρουτίνα. Και τι δεν της καταλογίσαμε. Η εύκολη λύση, ο αποδιοπομπαίος τράγος. Για όλα τα προβλήματα του κόσμου, τις ανεπάρκειες της ζωής μας, τα κενά και τα λάθη, για όσα δεν τολμήσαμε να κυνηγήσουμε, ο υπεύθυνος ήταν πάντα ένας και φυσικά όχι ο εαυτός μας. «Φταίει η ρουτίνα». Το είπαμε. Το πιστέψαμε. Το δεχτήκαμε. Ήταν εύκολο. Μας έπνιγε, μας σκότωνε, μας κρατούσε πίσω απ’ τις επιθυμίες μας. Δε μας άφηνε να κυνηγήσουμε τα όνειρά μας.
Κι όμως, παρά το παραμιλητό μας, τις ιδιοτροπίες και τα παράπονα, κατά βάθος την αγαπάμε τη ρουτίνα μας. Την αγαπάμε όπως εκείνη την αυστηρή καθηγήτρια που δε σήκωνε μύγα στο σπαθί της και μας δυσανασχετούσε, μα πάντα την εκτιμούσαμε, γιατί αναγνωρίζαμε τα κίνητρά της. Έτσι κι η ρουτίνα. Αυστηρή.. Επιβεβλημένη, πολλές φορές. Μα μας κρατά σε φόρμα. Μας δίνει ένα σταθερό ρυθμό να προχωρούμε.
Ρυθμίζει τα όρια και τις αντοχές μας. Ισορροπεί τη διασκέδαση με τις υποχρεώσεις. Βάζει τα πράγματα στη θέση τους, σε μια ροή, ώστε να μπορούμε να αντεπεξέλθουμε. Και μας βολεύει αυτό. Είναι το δίχτυ ασφαλείας μας. Μας ησυχάζει ότι υπάρχει ένα πλάνο. Ότι ξέρουμε τι θα ‘ρθει μετά. Μας βάζει σε μια εγρήγορση. «Έχω να πάω δουλειά, γυμναστήριο, να καθαρίσω, να μαγειρέψω, να διαβάσω.» Προσθέτουμε κι αφαιρούμε. Και προσαρμόζουμε αναλόγως.
Και κάπως μας εθίζει αυτή η συνοχή. Η σειρά που παίρνουν τα πράγματα. Το ότι εμείς την ελέγχουμε. Κι αν κάτι πάει να μας την χαλάσει, νιώθουμε ότι κάποιος πάει να μας διαταράξει την ισορροπία μας, ενοχλούμαστε. Αισθανόμαστε έξω απ’ τα νερά μας. Εκτροχιασμένοι. Και δεν ησυχάζουμε. Έχουμε ανάγκη να πάμε πίσω. Στη γνώριμη ρουτίνα, να νιώσουμε ασφάλεια και σταθερότητα.
Κι αν κάποτε νιώθουμε να ασφυκτιούμε, να πνιγόμαστε σε μια κουταλιά νερό και προσπαθήσουμε να ξεφύγουμε, να αλλάξουμε χώρα, δουλειά, να παντρευτούμε, να χωρίσουμε, να βρούμε νέα χόμπι και πάει λέγοντας, στην ουσία δε θα μπορέσουμε ποτέ να ξεφύγουμε απ’ τη ρουτίνα, μα μονάχα να της αλλάξουμε μορφή.. Πάντα θα καταλήγουμε σε μια νέα ρουτίνα. Και θα ‘ναι λυτρωτική η επιστροφή. Γιατί αυτό αποζητούμε, αυτό έχουμε ανάγκη. Μια ρουτίνα οποιασδήποτε μορφής. Μια ρουτίνα στην οποία να μπορούμε να επιστρέφουμε. Να ‘ναι η βάση μας.
Μια ασφάλεια, μια σταθερότητα. Να μας δίνει τη βεβαιότητα του τι επακολουθεί. Μες στα αιωρούμενα του κόσμου να ‘ναι η στεριά μας. Κι αν το δούμε και λίγο πιο λυρικά το θέμα. Η ρουτίνα μας είμαστε εμείς. Η σειρά πράξεων που επιλέγουμε να κάνουμε καθημερινά, με τον τρόπο που επιλέγουμε να τις κάνουμε. Είναι αυτό που καθορίζει τον χαρακτήρα μας. Τα μικρά καθημερινά είναι που μας χρωματίζουν, μας δίνουν μορφή κι υπόσταση. Μας διαμορφώνουν. Αν δεν μπει κάποιος στη ρουτίνα μας δεν μπορεί να μας μάθει. Γιατί απ’ αυτήν καθοριζόμαστε.
Εσύ κι η ρουτίνα σου, λοιπόν, μια σχέση περιπλοκότητας. Συνεχώς θέλεις να φύγεις, μα σου αρέσει που μένεις. Δεν μπορείς να ξεφύγεις, όσο μακριά κι αν τρέξεις. Μα αν τα καταφέρεις, έχεις την ανάγκη επιστρέψεις. Λυτρώνεσαι όταν το κάνεις. Δεν υπάρχει χωρίς εσένα, δεν υπάρχεις χωρίς αυτή. Μπορείς και να την πεις τοξική, μπορείς και να την πεις ασφάλεια. Μα είναι ως έχειν και καλά θα κάνουμε να μάθουμε να εκτιμούμε τα καλά, να προσπαθούμε να βελτιώσουμε τα άσχημα. Γιατί με αυτά θα πορευθούμε, θέλοντας και μη.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη