Χωρίζουμε, πληγωνόμαστε κι επάνω στην έξαρση του δράματός μας ξεστομίζουμε, χωρίς πολλή σκέψη, βαριές κουβέντες. Απ’ τη λίστα δε θα μπορούσε να εξαιρεθεί το περίφημο «Μακάρι να μη σε γνώριζα ποτέ» που πέρασε από στόματα σε στόματα, σε λογής-λογής περιστάσεις και καβγάδες.
Και παρά την ευρεία χρήση του, δε φαίνεται να συνειδητοποιούμε την έννοια και τη βαρύτητά του. Το λέμε αυθαίρετα, σαν απλές λέξεις σε σειρά. Χωρίς να υπολογίζουμε τι πραγματικά εννοούμε. Ίσως σαν μια ύστατη προσπάθεια να πληγώσουμε το απέναντι πρόσωπο, ίσως σαν μια απόπειρα να πείσουμε τους εαυτούς μας ότι δεν άξιζε όσο νομίζαμε. Ίσως γιατί δεν έχουμε κάτι άλλο να πούμε και πρέπει πάντα να έχουμε τον τελευταίο λόγο. Όπως και να ‘χει, το λέμε.
Το θέμα είναι, αν είχαμε μια χρονομηχανή να πηγαίναμε πίσω σ’ εκείνη τη μοιραία στιγμή της πρώτης γνωριμίας, θα αλλάζαμε όντως δρόμους, στροφές και διευθύνσεις; Θα κάναμε στ’ αλήθεια ό,τι περνά απ’ το χέρι μας για να μη γνωριζόμασταν ποτέ; Να μη ζούσαμε τίποτα απ’ όσα ζήσαμε; Να διαγράφαμε κάθε ανάμνηση, καλή και κακή, και να γινόμασταν εκείνοι που ήμασταν πριν διασταυρωθούν οι διαδρομές μας;
Γιατί αυτό που κάνει αυτήν την κουβέντα βαριά είναι πως δε διαγράφεις απλώς τον πόνο, την απογοήτευση, το θυμό και την πίκρα. Διαγράφεις τα γέλια, τη χαρά, τα φιλιά, τα «σ’ αγαπώ». Διαγράφεις στιγμές, μέρες, μήνες, χρόνια. Διαγράφεις ταξίδια, εκδρομές, γενέθλια και γιορτές. Διαγράφεις την αγάπη, ξεχνάς τον έρωτα, απαρνείσαι τις στιγμές ευτυχίας. Απαρνιέται η ευτυχία τόσο απλά;
Διαγράφεις έναν ολόκληρο άνθρωπο απ’ τη ζωή σου, μαζί με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Την επίδραση που είχε σ’ εσένα. Την εξέλιξη που είχες μαζί του. Διαγράφεις το κομμάτι σου εκείνο που κάποτε του άνηκε. Διαγράφεις κι ό,τι υπήρξες μετά από αυτό. Κάνεις ένα μεγάλο πισωγύρισμα σ’ έναν προηγούμενο εαυτό κι αρνείσαι όποια παρακαταθήκη, καλή ή κακή, έλαβες από αυτόν τον άνθρωπο.
Ενώ ταυτόχρονα στέκεσαι απέναντι στις ίδιες τις επιλογές σου, απαρνείσαι όσα κάποτε υποστήριζες, ένιωθες, έλεγες. Απαρνείσαι όσα κάποτε υπήρξες. Κι είναι κρίμα. Οι επιλογές μας μάς καθορίζουν, χαράζουν την πορεία μας, μας προσδίδουν ταυτότητα. Όποιες κι αν είναι, όσο κι αν μας πονέσουν έχουν κάτι να μας διδάξουν.
Κι αυτό που εμείς αποκαλούμε εαυτό, είναι ακριβώς αυτό. Ένα κράμα εμπειριών, διδαγμάτων και στιγμών. Είμαστε μια αντανάκλαση των ανθρώπων που πέρασαν απ’ τη ζωή μας. Καθένας άφησε το δικό του σημάδι οδηγώντας μας στη σημερινή εκδοχή μας. Κι αν αγαπάμε τον εαυτό μας, όπως οφείλουμε να τον αγαπάμε, τότε θα τον αποδεχόμαστε και δε θα θέλαμε ν’ αλλάξουμε τίποτα απ’ την πορεία μας μέχρι εδώ.
Αλλά και να αποφασίζαμε ότι θέλαμε να τα διαγράψουμε όλα –στιγμές, αισθήματα, τα πάντα–, καλώς ή κακώς, χρονομηχανή δεν υπάρχει. Κι οι επιλογές μας, καλές ή κακές, δεν πρόκειται να αλλάξουν. Τα αισθήματα δεν ξεχνιούνται, η ευτυχία δε λησμονιέται, δεν αγνοείται. Όσα ζήσαμε είναι εκεί και δεν πρόκειται να σβηστούν. Είτε το θέλουμε είτε όχι. Και με το να πετάμε ανυπόστατες ευχές, δεν αλλάζουμε το παραμικρό στην πραγματικότητα. Δε μας χρυσώνουμε το χάπι, δε μας βοηθάμε να προχωρήσουμε. Δημιουργούμε απλά έναν αντιπερισπασμό, μια τρύπα διεξόδου απ’ την πραγματικότητα.
Είναι πιο θαρραλέο να σταθούμε στο ύψος μας. Να μείνουμε πιστοί στις αλήθειες μας. Να αναγνωρίζουμε τα καλά και τα κακά. Να ξέρουμε τι μας πρόσφερε κάθε εμπειρία, κάθε άνθρωπος. Να εκτιμάμε όσα έτυχαν, να προχωράμε, να κρατάμε τα καλά κι ένα χαμόγελο για το τέλος.
Γιατί είμαστε αυτοί που είμαστε και το χρωστάμε σε όλα αυτά που μας διαμόρφωσαν.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη