Κάπου στα τέλη του 19ου αιώνα εφευρέθηκε η μαγική αυτή συσκευή, κοινώς γνωστή ως καταψύκτης. Κι εμείς οι πολυάσχολοι, του εύκολου φαγητού, τον υπεραγαπήσαμε. Και τόσο μας άρεσε η ιδέα του «παγώνω το φαγητό μου, το φυλάω στον καταψύκτη, το ξεπαγώνω όποτε γουστάρω και το τρώω όπως το άφησα» που θεωρήσαμε εύλογη ιδέα να υιοθετήσουμε την τακτική και σε άλλες περιστάσεις της καθημερινής μας ζωής, βλέπε σχέσεις. Με το φαγητό, άλλωστε, δουλεύει, τι θα μπορούσε να πάει στραβά; Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα απ’ την αρχή.
Φάση πρώτη: Φτιάχνω περισσότερο φαγητό απ’ όσο μπορώ να φάω.
Ονομαζόμαστε ενήλικες σε μια κοινωνία που λειτουργεί με ανεξέλικτους ρυθμούς. Όλα τρέχουν με άπιαστες ταχύτητες κι είμαστε κι εμείς καταδικασμένοι να τρέχουμε βιαστικοί ξοπίσω λαχανιασμένοι κι έντρομοι μη μας προλάβουν οι δείκτες του ρολογιού. Κάτω απ’ αυτές τις άδοξες συνθήκες καλούμαστε να φέρουμε εις πέρας το δύσκολο αυτό έργο που ονομάζεται σχέση.
Καταβάλλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια. Δημιουργούμε σημεία τομής στα αδίστακτα προγράμματά μας, αναπτύσσουμε μέσα μας τον κατάλληλο συναισθηματικό χώρο απ’ όπου θα αντλούμε τα απαιτούμενα αποθέματα υπομονής, στοργής κι αγάπης, το παλεύουμε με τους συμβιβασμούς και τις υποχωρήσεις.
Παρ’ όλα αυτά, όμως, δυστυχώς ή ευτυχώς γεννηθήκαμε άνθρωποι, φουλ στις αδυναμίες και τα τρωτά σημεία. Έρχονται λοιπόν κι οι στιγμές κρίσης που μας είναι όλα μαζεμένα κι η κούραση χτυπά από παντού. Είναι κάτι τέτοιες στιγμές που τοποθετείς τον εαυτό σου στο mood “too much for me to handle” κι ανακαλύπτεις τη δύναμη του καταψύκτη.
Φάση δεύτερη: Οι πρώτες απόπειρες χρήσης του καταψύκτη.
Ξεκινούμε, λοιπόν, απ’ τα μικρά, τα φαινομενικά ασήμαντα, τα κατά την ταπεινή μας άποψη «μικροπράγματα». Τα τοποθετούμε συγυρισμένα και τακτοποιημένα στον φίλο καταψύκτη. Δεν προλαβαίναμε, άλλωστε, είχαμε ήδη αρκετά στο κεφάλι μας, ήμασταν και κουρασμένοι, ήταν πολύ πιο δελεαστική μια χαλαρή ταινία στο ρεπό μας παρά μια φορτισμένη συναισθηματικά συζήτηση αμφιλεγόμενης κατάληξης. Προς υπεράσπισή μας δεν το προσπεράσαμε, το παγώσαμε για λίγο να το δούμε αργότερα όπου τα αποθέματα χρόνου κι αντοχής μας θα βρίσκονταν σε καλύτερα επίπεδα. Κι η σκέψη θα ήταν καλή αν δεν κατέληγε στην τρίτη φάση.
Φάση τρίτη: Η χρήση του καταψύκτη επί μονίμου βάσεως.
Η μία φορά γίνεται δύο, οι δύο τρεις και πριν το καλοκαταλάβουμε υιοθετούμε τακτική “fast forward”. Με το που προκύπτει ένα νέο θέμα αυτομάτως το παγώνουμε και το στέλνουμε στη σωρό των υπολοίπων στο (λίαν συντόμως) βαρυφορτωμένο μας καταψύκτη.
Φάση τέταρτη: Αρνούμαι ν΄ ανοίξω τον καταψύκτη.
Έρχεται, λοιπόν, το σημείο που καταλαβαίνουμε ότι το όλο θέμα έχει ξεφύγει κι ότι δε διαθέτουμε πλέον τον έλεγχο της κατάστασης. Ο όγκος τον κατεψυγμένων έχει αυξηθεί επικίνδυνα. Αποφασίζουμε τότε ότι καλό θα ήταν να ξεκινήσουμε να αντιμετωπίζουμε ό,τι αντιμετωπίζεται.
Πάμε, έτσι, σιγά-σιγά και διστακτικά ν΄ ανοίξουμε την πόρτα του καταψύκτη μας. Και βρισκόμαστε έντρομοι μπροστά από ένα τεράστιο όγκο άλυτων θεμάτων. Από πού αρχίζουμε, πού τελειώνουμε; Μας έρχεται ζαλάδα, πανικός, δύσπνοια. Κλείνουμε γρήγορα την πόρτα πανικόβλητοι, με την ψυχή στο στόμα. Κι αποφασίζουμε εκ των πραγμάτων να αγνοήσουμε τα υπάρχοντα κατεψυγμένα και να συνεχίσουμε τη διαδικασία fast forward, πράγμα που φαντάζει η πιο ανώδυνη επιλογή στην παρούσα φάση.
Φάση πέμπτη: Το μεγάλο μπαμ.
Το φοβόμαστε μεν, ξέρουμε ότι είναι αναπόφευκτο μετά την έκβαση της φάσης 4 δε. Ξυπνάμε, λοιπόν, ένα καλό πρωί κι ο καταψύκτης μας εκρήγνυται μ ένα ωραιότατο κι εκκωφαντικό μπαμ. Κι ερχόμαστε τότε αντιμέτωποι πρόσωπο με πρόσωπο χωρίς υπεκφυγές με τη σωρεία των θεμάτων που αγνοήσαμε. Επαναστατούν όλα μέσα μας βγαλμένα απ’ τα σκονισμένα συρτάρια του εγκεφάλου μας που τα καταχωνιάσαμε. Και δεν μπορεί παρά να είναι ολέθρια η έκρηξη, να σαρώσει τα πάντα στο πέρασμά της, να μην αφήσει τίποτα άθικτο.
Φάση έκτη: Ο άδειος καταψύκτης.
Μετά την έκρηξη μένουμε άδειοι. Άδειοι όπως κι ο καταψύκτης μας. Απ’ τις τόσες ψύξεις μόνο οι καρδιές μας παρέμειναν παγωμένες. Και τώρα καθόμαστε και κοιτάμε τον κενό καταψύκτη και συνειδητοποιούμε ότι δε διαφέρει σε πολλά απ’ το μέσα μας. Κενός και παγωμένος. Δε νιώθουμε. Γίναμε οι ίδιοι καταψύκτες και μολύναμε τα αισθήματά μας.
Το μόνο που μένει να γίνει είναι ένας απολογισμός. Πώς φτάσαμε ως εδώ; Προς τα πού βαδίζουμε; Διαθέτουμε αντοχές για έναν ακόμα κύκλο παρατεταμένης αναβολής με ό,τι αυτό συνεπάγεται (βλέπε ολέθρια έκρηξη); Ίσως να είναι καιρός για μια αναδιοργάνωση εκ των έσω. Οι δικαιολογίες κι οι ψευδαισθήσεις μας κυρίευσαν αρκετά. Ας σταθούμε αντάξιοι απέναντι στο φόβο αντιμετώπισής μας, ας ψάξουμε την αλήθεια μας. Καλώς ή κακώς ονομαζόμαστε ενήλικες σε καιρούς που απαιτούν όλη την έννοια της λέξης, καιρός να αρχίσουμε να φερόμαστε ανάλογα.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη