Απ’ όλα τα τρίγωνα ισοσκελή, ισόπλευρα και σκαληνά, εμένα τ’ αγαπημένο μου είναι εκείνο το «γονείς-παιδιά-ερωτικά». Απρόβλεπτο, άβολο, γεμάτο εκπλήξεις και πάντα επιφυλασσόμενο. Πώς να το κάνουμε, όλοι έχουν μια ιστορία να σου πουν∙ ευχάριστη, δυσάρεστη ή ξεκαρδιστική. Άλλοι πιάστηκαν επ’ αυτοφώρω, άλλοι τσακώθηκαν κι έκαναν του κεφαλιού τους, άλλοι νικήθηκαν με το γνωστό «Στα είπα» κι άλλοι εξακολουθούν να παίζουν κρυφτό.
Το πρόβλημα ξεκίνησε από νωρίς. Η γνωστή ιστοριούλα. Πάει ο Γιαννάκης σχολείο και του αρέσει η Μαρία, στη Μαρία αρέσει όμως ο Κώστας, πλακώνεται μετά ο Κώστας με τον Γιαννάκη και καταλήγουν στον διευθυντή. Παίρνει μετά ο διευθυντής τηλέφωνα τους γονείς και τους λέει αυτό κι αυτό. Πάει σπίτι ο Γιαννάκης, «Γιαννάκη, καμάρι μου, τι το έδειρες το ξένο παιδί;», «Μου έκλεψε το κορίτσι» λέει ο Γιαννάκης και ξεκαρδίζονται οι φίλτατοι γονείς. «Εγώ τη Μαρία θα την παντρευτώ μια μέρα, να το ξέρετε» λέει μουτρωμένο το παιδί, και νέα κύματα γέλιου καταβάλουν την περιοχή γονέων.
Αστεία-αστεία, έτσι την περάσαμε την πρώτη μας ερωτική απογοήτευση, μες στα γέλια των γονιών μας. Πώς να τους πάρουμε κι εμείς στα σοβαρά μετά; Έπειτα, που σκουραίνουν τα πράγματα και μπαίνουμε στα δύσκολα μονοπάτια της εφηβείας, εκείνοι λένε: «Είσαι μικρό ακόμα για έρωτες. Τον νου σου στο διάβασμα, κι έχεις καιρό για αγάπες μετά». Στο μεταξύ, το αίμα το δικό μας να βράζει. Κι αν καμιά φορά μας ρωτήσουν και κάνουμε το λάθος να τους πούμε, το πολύ-πολύ να πάρουμε ένα χτύπημα στην πλάτη κι ένα συγκαταβατικό χαμόγελο, πακετάκι με το αγαπημένο σχόλιο: «Έχεις να μάθεις ακόμα…». Κι αυτά, αν ήμασταν τυχεροί και δεν είχαμε καβγάδες, τουτέστιν: «Σου απαγορεύω να τον ξαναδείς» και «Δε θα βγεις απ’ το σπίτι μέχρι…» ή «Τι είν’ αυτά τα ρεζιλίκια;».
Αχ! Και πάνε οι πρώτοι έρωτες, και τους περνάμε στα κρυφά. Μαθαίνουμε τη συνάρτηση. Η εξίσωση των ερωτικών μας υπολείπεται της μεταβλητής «γονείς». Δε μάθαμε να συζητάμε. Μάθαμε να ανακοινώνουμε. «Μαμά, μπαμπά, βγαίνω με τον Νίκο.» Τέλος συζήτησης. «Μαμά, μπαμπά, χώρισα με την Άννα.» Τέλος συζήτησης. Κι αν πάνε να ρωτήσουν και κάτι παραπάνω, τους το κόβουμε μαχαίρι. Έτσι, μάθαμε.
Κάποτε προκύπτει η κρίση του «Το παιδί μου δεν έχει σοβαρή σχέση και κοντεύει σε ηλικία γάμου, και τέλος πάντων, εγώ πότε θα δω εγγόνια;» Κι έπειτα, η συνειδητοποίηση ότι δεν έχουν ιδέα για τα ερωτικά των παιδιών τους και πρέπει κάπως να ανακτήσουν τα χαμένα. Οπότε, περνάμε στο στάδιο προσέγγισης. «Και δε μου λες, εκείνος ο Μάριος τι κάνει;» Παθαίνουμε κι εμείς ένα μικρό εγκεφαλικό για το ξαφνικό ενδιαφέρον και μπαίνουμε σε άμυνα. Κι εκείνοι σε επίθεση, γιατί μπήκαμε σε άμυνα και γενικώς δεν το γλυτώνουμε το ντέρμπι.
Ε, κάπου, μετά από μία επίμονα παρατεταμένη προσπάθεια εκ μέρους τους και μία ένδειξη καλής θελήσεως από μέρους μας, φτάνουμε σ’ ένα καλό σημείο που μπορούμε να συζητάμε σαν άνθρωποι και να ακούμε τι έχουν να μας πουν. Μη λέμε βλακείες τώρα, λίγη πείρα δεν έβλαψε ποτέ κανένα κι εκείνο το «Η μαμά ξέρει», το γνωρίζουμε πολύ καλά πως αληθεύει. Σ’ αυτό ακριβώς το σημείο είναι που πρέπει κι εμείς να θέσουμε τα όριά μας. Μέχρι ποιο σημείο τους θέλουμε να αναμιγνύονται στην ερωτική μας ζωή;
Επειδή μετά προκύπτουν κι οι γνωριμίες στην περίπτωση σχέσης κι οι οικογενειακές συνάξεις, και πριν προλάβεις να το καλοκαταλάβεις, βρίσκονται περισσότερο στη σχέση σου εκείνοι παρά εσύ. Κι έπειτα, άντε να χωρίσεις και να ‘χεις να αντιμετωπίσεις κι αυτούς, πέρα απ’ το όλο δράμα του χωρισμού. Κι αν θεωρήσουν πως έσφαλες πέρα απ’ τις συνέπειες των πράξεών σου και τη φωνή της συνείδησης, έχεις και τις δικές τους φωνές στο background.
Δύσκολα πράγματα. Άσε που αν είσαι σε δίλημμα και διαλέξουν στρατόπεδο κι αν αυτό δε συμβαδίζει με την τελική επιλογή σου (που κατά μία πολύ μεγάλη πιθανότητα αυτό θα συμβεί), είναι άξιοι να γυρίσουν γη κι ουρανό να αλλάξουν την επιλογή σου, κυρίως κάνοντας τη ζωή σου δύσκολη με το κλασικό επιχείρημα πως είναι για το καλό σου.
Γενικώς, είναι ένα τεταμένο τρίγωνο με λεπτές ισορροπίες, τις οποίες ο καθένας καθορίζει για τον εαυτό του και διαφέρουν ανάλογα με την περίπτωση. Γιατί υπάρχουν και γονείς διακριτικοί. Που μπορούν να διαχειριστούν μία κάποια ενημέρωση περαιτέρω. Υπάρχουν κι εκείνοι που δεν μπορούν να χειριστούν ούτε τα βασικά, και θέλουν μια πιο μαλακή αντιμετώπιση. Αν θέλετε τη γνώμη μου, είμαι κατά των άκρων.
Δεν μπορούμε να κρυβόμαστε μια ζωή και να τους έχουμε τελείως στην απ’ έξω. Είναι φορές που μόνο εκείνοι μπορούν να βοηθήσουν και να καταλάβουν. Που μπορούν να λειτουργήσουν πολύ θετικά στην ψυχολογία μας και να μας οδηγήσουν σε σωστές αποφάσεις. Απ’ την άλλη, δεν μπορούμε και να τους αφήνουμε το ελεύθερο να εισχωρούν στη ζωή μας περισσότερο απ’ όσο πρέπει και τελικά να δημιουργούν παραπάνω κακό απ’ όσο καλό. Ένας ρόλος σύμβουλου νομίζω είναι ο αρμόδιος. Να ακούμε τι έχουν να μας πουν, να τους λαμβάνουμε σοβαρά υπόψη, μα στην τελική να παίρνουμε τις δικές μας αποφάσεις βάσει των δικών μας «θέλω».
Κι αν είμαστε χαρούμενοι, θα ‘ναι κι αυτοί. Μην τους παρεξηγείτε, πάντα κατά βάθος αυτό θέλουν, απλά δεν είναι πάντα εύκολος ο τρόπος να το εκφράζουν. Εμείς να φυλάμε τα νώτα μας, δε λέω, αλλά να μην κρατάμε και κακία, ρε παιδί μου. Κι όταν με το καλό γίνουμε κι εμείς γονείς, κι έρθει ο Γιαννάκης να μας πει πως έδειρε τον Κωστάκη για τη Μαρία, αν μας βαστάει καρδιά, ας μη γελάσουμε. Απολαυστικό το τρίγωνο όταν μπαίνει σε κύκλο, δε νομίζετε;
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη