Κι αν χαθήκαμε για λίγο ή πολύ δεν πειράζει, αρκεί που βρεθήκαμε και πάλι. Γιατί οι άνθρωποι τελικά, είναι καλό να χάνονται. Κι αυτό, γιατί συνειδητοποιούν τα πιο βαθιά αισθήματα που τρέφουν για τον άλλον είτε αυτά είναι φιλικά, είτε ρομαντικά. Μπορεί να χάνονται καμιά φορά μ’ ένα άτομο, αλλά στην επανασύνδεσή τους νιώθουν και οι δύο εξίσου, σαν να μην πέρασε μια μέρα. Και κάπως έτσι αντιλαμβάνονται πλέον πόσο δυνατή χημεία υπάρχει μεταξύ τους -ή όχι- και πόσο θέλουν ο ένας τον άλλον. Καταλαβαίνουν πως αν και χώρισαν οι δρόμοι τους, αυτό τελικά έγινε για να δεθούν περισσότερο και να βρεθούν λίγο πιο ώριμοι αργότερα.

Αυτό συμβαίνει, γιατί πολλές φορές οι άνθρωποι πέφτουν με τα μούτρα στη δουλειά και στις υποχρεώσεις τους, μ’ αποτέλεσμα να μην προλαβαίνουν να αφιερώσουν λίγο χρόνο στους ίδιους, πόσο μάλλον στους δικούς τους ανθρώπους. Και μ’ αυτόν τον τρόπο και τους ρυθμούς της καθημερινότητάς τους κάνουν ακόμα πιο δύσκολη κάθε επαφή με τους γύρω τους, αφού κλείνονται κατά βάση στο καβούκι τους. Κι ενώ υπάρχουν τηλέφωνα, όταν το δικό τους χτυπήσει θα είναι ήδη πνιγμένοι ή δε θα μπορούν να μιλήσουν για πολύ. «Θα σε καλέσω μετά» θα πουν, και δε θα το κάνουν ποτέ. Κι ας προγραμματίζουν μακροπρόθεσμα μια συνάντηση, έναν καφέ, ή μια βόλτα. Έπειτα χάνονται στα ασήμαντα, αφήνοντας στην άκρη τα σημαντικά. Κι ο άνθρωπός τους, οι φίλοι τους, η μαμά τους, τους ψάχνουν και τους περιμένουν, γιατί ξέρουν πως απλά δυσκολεύονται να τα φέρουν όλα βόλτα.

 

 

Κι όταν κι εσύ είσαι ένας τέτοιος άνθρωπος καμιά φορά νιώθεις πως η απομάκρυνση αυτή δεν είναι καλό που συμβαίνει, αναρωτιέσαι κι αναθεωρείς για διάφορες καταστάσεις κι ανθρώπους, αφού έχεις ήδη την τροφή για σκέψη προκειμένου να ξεδιαλέξεις αυτούς που θέλεις να έχεις πραγματικά κοντά σου. Και εκείνοι που εξίσου σε θέλουν στη δική τους καθημερινότητα, βρίσκονται εκεί που τους άφησες. Σ’ αυτό το φευγαλέο τηλεφώνημα και τον καφέ που δεν κανονίστηκε ποτέ. Μα θα έχετε να πείτε τόσα πολλά και να καλύψετε τον χαμένο χρόνο οπότε θα αισθανθείτε σαν να μην πέρασε μια μέρα.

Γιατί, η απόσταση μεταξύ δύο ανθρώπων, συμβάλλει θετικά στη γεφύρωση της σχέσης τους και αυτό είναι το μυστικό για να κρατήσει. Μέσα απ’ αυτήν καταλαβαίνεις πλέον από τον χώρο και τον χρόνο που δίνεις και παίρνεις, αν όντως υπάρχει η επιθυμία για επικοινωνία, σεβασμό, ρομαντισμό, φιλιά και μεταμεσονύκτιες συζητήσεις. Και πολλές φορές, όταν ο καιρός που πέρασε είναι πολύς, αναρωτιέσαι αν αυτός που έχεις απέναντί σου είναι άραγε ο ίδιος άνθρωπος που θυμάσαι. Αν είναι εκείνος που σ’ άκουγε χωρίς να σε κρίνει και σε συμβούλευε χωρίς να σου επιβάλλει τη γνώμη του. Αναρωτιέσαι αν είναι αυτός που χαμογελάει κάθε φορά που τον βλέπεις και σε πλημμυρίζει θετική ενέργεια. Αν πανηγυρίζει με τις νίκες σου, χαίρεται με τη χαρά σου και λυπάται με τη λύπη σου.

Ό,τι αξίζει άλλωστε αντέχει στο χρόνο, παραμένει για πάντα ανεξίτηλο και αναλλοίωτο χωρίς φθορές. Γι’ αυτό και είναι εντάξει να χανόμαστε, είναι αποδεκτό, ειλικρινές και ανθρώπινο. Μα όταν ξαναβρισκόμαστε και είναι όλα στη θέση τους, εκεί που τα αφήσαμε, χωρίς αμηχανία και κρύο ιδρώτα, τότε αυτή η σχέση, πρέπει ν’ αναγνωρίζουμε πως θ’ αντέξει για πολύ καιρό ακόμα και πως αξίζει περισσότερα από την απουσία μας -κάθε φορά που τα βρίσκουμε σκούρα.

Αξίζει να χάνεσαι πού και πού ναι, για να ξέρεις τι έχεις, για να μένουν λίγοι και καλοί. Κι ας είναι μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού, η απόσταση πάντα επιβεβαιώνει με ακρίβεια τον πραγματικό χαρακτήρα, τη θέληση μιας βαθύτερης και ουσιαστικής επικοινωνίας ή επαφής, καθώς ξεδιαλύνει τον όρο της ανθρώπινης σχέσης μεταξύ ενός ατόμου. Οπότε, αν νιώσεις πως όλα είναι σαν να μην πέρασε μια μέρα από τότε που έχετε να τα πείτε ή να βρεθείτε, αν νιώσεις το ίδιο άνετα και είσαι ο εαυτός σου, τότε έγινε για καλό. Αν πάλι, αισθανθείς ότι είστε σαν δύο ξένοι και πως η ατμόσφαιρα μοιάζει λίγο φορτική και σε πνίγει, τότε πάλι έγινε για καλό, αρκεί να ξεκόψεις τους δεσμούς που σε δένουν ή τουλάχιστον νόμιζες ότι σε δένουν. Κι αυτό, πάλι είναι εντάξει.

Συντάκτης: Γεωργία Μαρίνου
Επιμέλεια κειμένου: Ζηνοβία Τσαρτσίδου