Ο Μαρκήσιος Παπαχώστας απολαμβάνει τη μοναξιά του. Μόνος του έχει γράψει τις μεγαλύτερες αλήθειες της ζωής και του έρωτα, μόνος του έχει ετοιμάσει τα σπουδαιότερα του τραγούδια, και γενικότερα, μόνος του το πέρασε και αυτό, με βαρύ τσιγάρο σέρτικο.
Γενικότερα και χωρίς πλάκα, υπάρχουν μερικοί άνθρωποι που μόνοι περνάνε καλύτερα.
Υπάρχουν επίσης και οι φάσεις που, και να μην είσαι μοναχικός, την αποζητάς την μοναξιά σου. Θες λιγάκι να κάτσεις κάτω, να τα πεις με τον εαυτό σου και να τα βρείτε. Να αράξεις και να ακούσεις την μουσική που σου αρέσει, να χαζέψεις στο ίντερνετ και να κάνεις πράγματα που δεν μπορείς να τα κάνεις όταν έχεις δίπλα σου έναν άλλον άνθρωπο να σου στέλνει στο FB κάθε τρεις και μια μηνύματα και να τσατίζεται όταν κάνεις πάνω από δέκα λεπτά να απαντήσεις.
Δεν είναι δικαιολογία το να θες να μείνεις μόνος σου. Ανθρώπινη ανάγκη είναι.
Ανάγκη που την έχεις γενικά, πόσο μάλλον όταν έχεις πρόσφατα βγει από κάποια σχέση και θες λίγο να επαναπροσδιορίσεις το ποιος είσαι και το τι σου αρέσει. Ας υποθέσουμε ότι πάνω σε μια τέτοια περίοδο σου κάθεται κάτι καλό. Βγαίνετε, περνάτε όμορφα, καταλήγετε και σε ένα κρεβάτι, και στο τέλος έρχεται η ώρα να κάνετε την κουβέντα για το πού πάτε, και για το αν έχει μέλλον η σχέση σας η όχι.
Εκεί λοιπόν, στο μυαλό σου παίζουν ταυτόχρονα δυο soundtrack.
Το ένα είναι το ρομαντικό, αυτό που σου λέει ότι αν μείνετε μαζί όλα θα είναι ρόδινα, και το άλλο που σε προετοιμάζει για μάχη και πόλεμο γιατί ουσιαστικά δεν θες να είσαι με κάποιον, απλώς ήθελες να περάσεις καλά ένα βράδυ –ή δυο ή τρία ή και πέντε– και μετά να πάει ο καθένας στο σπίτι του.
Γιατί είναι κακό να επιλέξεις το δεύτερο;
Ναι, δεν λέει ο μέγας Φιλόσοφος, υπάρχουν οι φάσεις που η συγκεκριμένη άποψη χρησιμοποιείται ως δικαιολογία, αλλά θεωρεί ότι ακόμα και τότε, έχει μια μικρή βάση αληθείας.
Ήθελες να κάνεις σεξ, να νιώσεις λίγο κοντά με κάποιον και μετά θέλεις να ξαναγυρίσεις στην άνεση και την χαρά του να μην έχεις να δώσεις λογαριασμό σε κανέναν. Όταν ο άλλος έχει γνώση του τι ακριβώς θες, δεν μπορεί μετά να γκρινιάζει και να σου ζητάει τα ρέστα που δεν θες να συνεχίσεις κάτι. Στο κάτω-κάτω της γραφής, γιατί ντε και καλά να το συνεχίσεις;
Αν θέλουμε να πούμε τα πράγματα με το όνομα τους, η κάθε σχέση απαιτεί θυσίες. Απαιτεί το να είσαι εκεί 200% για τον άλλον όταν θέλει το οτιδήποτε, απαιτεί το να βάζεις το «εμείς» πάνω από το «εγώ», απαιτεί γενικότερα να μπεις σε μια κατάσταση την οποία μπορεί να μην είσαι στην προκείμενη περίπτωση έτοιμος να διαχειριστείς. Προϋποθέτει επένδυση σε χρόνο και συναισθήματα. Δεν μπορείς να είσαι σε σχέση και να λες στον άλλον ότι δεν θες να βρεθείτε γιατί θες να μείνεις στο σπίτι και να δεις σειρές. Ούτε μπορείς να εξηγήσεις ότι δεν γουστάρεις να τον δεις χωρίς να παρεξηγηθεί.
Γυρνάς λοιπόν και λες: «θέλω να μείνω μόνος μου αυτό το διάστημα».
Αν ο άλλος που το ακούει έχει τουλάχιστον δυο δράμια νοημοσύνη, θα καταλάβει τι εννοείς. Θα το δεχτεί και θα συνεχίσετε να κάνετε την παρέα που κάνατε και πριν, είτε πάνω στο κρεβάτι είτε μακριά από αυτό.
Οι άνθρωποι είναι εγωιστικά όντα. Θέλουν να περνάνε οι ίδιοι όμορφα, και να μην τους πιέζει απολύτως τίποτα. Δύσκολα θα βρεις μια σχέση στην οποία δεν θα έχει κάνει συμβιβασμούς κανένας από τους δυο, και μπορεί να βρεθείς σε μια κατάσταση που δεν γουστάρεις να κάνεις κανέναν συμβιβασμό, για κανέναν γαμημένο λόγο.
Θέλετε, εκατομμύρια των αναγνωστών του Μαρκησίου, να του πείτε ότι δεν το καταλαβαίνετε αυτό; Ότι δεν έχετε βρεθεί σε φάση που να πείτε ότι «πότε ξανά υποχώρηση;»
Φυσικά και δεν θα το πείτε, γιατί όλοι έχετε βρεθεί εκεί.
Μπορεί πάντα όταν είσαι σε μια τέτοια κατάσταση να βρεις κάτι ιδανικό, που να σε γεμίζει και να δέχεται τα όρια σου, και τότε να κάνεις μια κίνηση για να δοκιμάσεις το κάτι παραπάνω.
Επειδή όμως αυτό είναι σπάνιο, επειδή δεν θέλεις να μπλέξεις τον άλλον –αν έχεις έστω και λιγάκι φιλότιμο– κι επειδή γενικά ρε αδερφέ θες να αράξεις με την πάρτη σου, καταλήγεις και του λες «θέλω να μείνω μόνος μου αυτήν την περίοδο».
Ειλικρινές, λιτό και χωρίς φιοριτούρες.
Με μια λέξη: αληθινό.