Είναι αλήθεια πως από την τελευταία φορά που συναντηθήκαμε πέρασε καιρός. Δεν είπαμε ποτέ αν θα ξαναβρεθούμε. Ποτέ δε δηλώσαμε πως ήταν εκείνο το οριστικό τέλος. Τι θα συμβεί αν σε δω ξανά στον δρόμο μου; Αν, πηγαίνοντας στη δουλειά, παρατηρήσω το αυτοκίνητό σου; Αν στην προσπάθειά μου να σε σβήσω από το μυαλό μου, σε φέρνω συνεχώς στη σκέψη μου, με το να επισκέπτομαι τα μέρη μας, τα στέκια μας;
Αν κάποτε σε ξαναδώ, οι συνειρμοί θα κάνουν αγώνα δρόμου κι η κάθε ανάμνηση θα προσκρούει βίαια σε άλλη. Ήδη και μόνο στη σκέψη, μου προκαλείται ασύστολη αναστάτωση. Θα σε κοιτάξω, μα θα αποστρέψω αμέσως το βλέμμα μου, για να μην καταλάβεις πως σε είδα. Αυτό είναι το σενάριο που αντικατοπτρίζει τη στάση που θα ήθελα να κρατήσω απέναντί σου. Θα παρατηρήσω τον τρόπο που περπατάς, που κινείσαι, που μιλάς. Θα σε εντοπίσω, όσο κι αν προσποιούμαι πως αδιαφορώ. Αν, λοιπόν, σε συναντούσα κάπου, ένας μονάχα θα ήταν ο προβληματισμός. Να φύγω ή να σ’ αφήσω να με δεις;
Θέλουμε και τη δική σου ιστορία!
Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!
Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!
Δε θ’ αποφασίσω. Άλλωστε κι εσύ δεν έκανες πράξη αυτά που είχες υποσχεθεί, όχι μόνο σε μένα, αλλά και στον ίδιο τον εαυτό σου. Όλα επέκειτο στην πλήρη αβεβαιότητα· τα αισθήματά μας ήταν ολοφάνερα, μα εμείς τα μπερδεύαμε κι έτσι βρισκόμασταν στην απόλυτη σύγχυση. Όμως, ήταν σύγχυση, επειδή νιώθαμε κάτι τόσο έντονο, ή επειδή δε νιώθαμε τίποτα;
Αν κάποτε σε ξαναδώ θα βρω το θάρρος να σου μιλήσω; Κι αν ναι, τι να σου πω; Πώς μπορώ να ξεστομίσω ότι μου έλειψες, ότι σε θέλω ακόμη; Πώς να σου πω για όλες εκείνες τις στιγμές που προσευχήθηκα για σένα, να πετύχεις τα όνειρά σου, που σε έβλεπα να κλαις και δεν ερχόμουν κοντά σου εκείνη την ώρα που ήσουν ευάλωτος, σεβόμενη ότι ήθελες τον χώρο σου. Πώς να σου πω πως ήμουν εκεί όταν νόμιζες πως ήμουν μακριά, πως σ’ έβλεπα, πως ήξερα.
Θα ήθελα, πάντως, να σου μιλήσω με ευγένεια, αλλά με υπονοούμενα για τα λάθη σου. Τώρα που οργανώνω τη σκέψη μου, που γράφω το σενάριο, συνειδητοποιώ πως σου φέρθηκα καλά και χαίρομαι γι’ αυτό. Δίχως κανένα πλέον ενδοιασμό, λέω πως θα σου πω λίγα από τα νέα μου, όχι για να πάρω τα πάνω μου, αλλά για να χαρείς με τη χαρά μου. Θα σου δηλώσω πως, αν και σ’ αγάπησα με όλο μου το είναι, τώρα συνεχίζω να σ’ αγαπώ, αλλά φιλικά. Θα είμαι στην ευχάριστη θέση να σου ανακοινώσω πως σε ξεπέρασα, πως η αξιοπρέπειά μου δε μου επιτρέπει πισωγύρισμα, πως το άτομο που ήξερες έχει προχωρήσει και τίποτα και κανένας δεν μπορεί να το κρατήσει πίσω.
Άλλαξα μακριά σου, εξελίχθηκα, ορίζω πολύ διαφορετικά κάποια πράγματα κι ελπίζω πως κι εσύ χάραξες μια πορεία προς το καλύτερο για σένα. Έχοντας αποδεχτεί την κατάσταση, έχοντας αναλύσει ενδελεχώς το καθετί που μας οδήγησε να πάρουμε χωριστούς δρόμους, αντιλαμβάνομαι πως τώρα πια πρόκειται για ένα χαμένο παιχνίδι. Δε μας βγήκε. Το προσπαθήσαμε όσο άξιζε; Δεν ξέρω. Αυτό που ξέρω, όμως, είναι πως το παιχνίδι μεταξύ μας άξιζε να παιχτεί, αλλά μόνο μία φορά, καθώς δεν έχει κανένα νόημα να γίνει η ίδια παρτίδα, γνωρίζοντας εκ των προτέρων το σκορ.
Αν κάποτε σε ξαναδώ, θα σου πω καλή τύχη κι απλώς σιωπηλά θα σου εκφράσω για μια τελευταία φορά πόσο πολύ σ’ αγάπησα. Τέλος, θα σε παρακαλούσα να μου πεις να σταματήσω, γιατί όσο περισσότερο θα σου μιλάω, τόσο πιο δύσκολο θα είναι να προσποιηθώ, πως πια σ’ έχω ξεχάσει. Γιατί πολύ φοβάμαι πως αυτό ίσως και να μη γίνει ποτέ.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου