Όταν πληγωνόμαστε από κάποιον, πάντα θα κοιτάμε να ξεπεράσουμε την όλη κατάσταση το συντομότερο δυνατόν. Οι λόγοι πολλοί, κι ο βασικότερος κι ο πιο απλός είναι ο εξής: δε θέλουμε να χαλιόμαστε. Όσα αισθήματα κι αν είχαμε για αυτόν τον άνθρωπο –κι όσα κι αν ακόμα έχουμε–, από ένα σημείο και μετά βαριέσαι εσύ ο ίδιος να βλέπεις τον εαυτό σου σε τέτοια χάλια.
Βαρέθηκες να σου λένε συνεχώς οι άλλοι πως η ζωή δε σταματάει σε μια γκόμενα, σε έναν γκόμενο, και πόσο λάθος είσαι που πιστεύεις κάτι τέτοιο. Βαρέθηκες να ακούς πόσο ωραία είναι η ζωή, πόσα πράγματα χάνεις με το να σκέφτεσαι αυτούς που έφυγαν και πόσο αχάριστος είσαι που δεν εκτιμάς όσα ήδη έχεις.
Και ξέρεις γιατί βαρέθηκες να τα ακούς όλα αυτά; Γιατί όλα αυτά είναι πράγματα που ήδη ξέρεις. Προφανώς και δεν είσαι τόσο μαλάκας ώστε να πιστέψεις πως δε θα ερωτευτείς ποτέ ξανά, όσο κι αν η καρδιά σου αυτή τη στιγμή σου λέει το αντίθετο. Ναι, η ζωή δε σταματάει στα γκομενιλίκια, κι όντως, έχεις πολύ ωραία πράγματα να δεις και να βιώσεις απ’ το να κάθεσαι και να ασχολείσαι με τα παλιά.
Όμως, αυτό το παλιό, ό,τι κι αν έκανε, όπως κι αν έφυγε απ’ τη ζωή σου, σε γέμισε με αισθήματα. Με γαμημένα συναισθήματα. Αυτά είναι που δε σε αφήνουν να προχωρήσεις όσο κι αν το θέλεις, όσο κι αν προσπαθείς.
Αν το καλοσκεφτείς, εκεί είναι που το χάνεις κιόλας. Δέχεσαι ερεθίσματα και πιέσεις από παντού για το ότι πρέπει να προχωρήσεις στη ζωή σου και μάλιστα άμεσα, ώστε όταν πας να το κάνεις, το αποτέλεσμα να είναι το αντίθετο. Στην υπερπροσπάθειά σου να ξεπεράσεις κάποιον ή κάτι, το μόνο που θα έρθει ως αποτέλεσμα θα είναι να επιβαρύνεις ακόμα περισσότερο το μέσα σου. Συνεπώς, όχι μόνο δε θα καταφέρεις να ξεπεράσεις αυτό που πάσχιζες να ξεπεράσεις, αλλά θα καταλήξεις να νιώθεις ακόμη χειρότερα.
Όταν υπάρχει συναίσθημα στη μέση, κι ειδικά όταν η όλη κατάσταση είναι πρόσφατη, θέλεις το χρόνο σου για τρία πράγματα: να συνειδητοποιήσεις τι έχει γίνει, να αποδεχτείς το γεγονός ότι από εδώ και πέρα εσύ κι αυτός ο άνθρωπος θα συνεχίσετε χώρια και τέλος, να προχωρήσεις με έναν νέο άνθρωπο τη ζωή σου. Γιατί ,δε λέω, ωραία τα λέμε, αλλά αν δεν έρθει αυτός ο κάποιος που θα σου κάνει το κλικ και θα σε κάνει να νιώσεις πάλι τι πάει να πει καψούρα, δε γίνεται να ξεπεράσεις απόλυτα τον άλλον. Είναι το κερασάκι στην τούρτα για να το καταφέρεις, για να το πω αλλιώς. Και μην υποτιμάς καθόλου τη δύναμη που έχει ένα κερασάκι.
Έτσι, έχουμε δύο σημαντικούς παράγοντες και μια κινητήρια δύναμη για να βγεις από όλο αυτό το μπουρδούκλωμα στο οποίο έχεις πέσει: το χρόνο κι έναν νέο άνθρωπο που θα έρθει στη ζωή σου, με κινητήρια δύναμη την ίδια σου τη θέληση. Γιατί μην ξεχνάς πως αν εσύ ο ίδιος δε θες να προχωρήσεις, δεν πρόκειται να καταφέρεις τίποτα, καθώς η όλη προσπάθεια δε θα είναι καν ουσιαστική, παρά μόνο επιφανειακή.
Καταλήγουμε λοιπόν στο εξής: για να ξεπεράσεις κάποιον, θέλεις χρόνο. Ένα χρονικό διάστημα που για τον καθένα μας δεν είναι ίδιο, καθώς εξαρτάται από διάφορους παράγοντες. Πόσο είχε κάνει η σχέση αυτή τον κύκλο της, πόσο απωθημένο σου έχει μείνει ο άλλος –πόσο δηλαδή τον έχεις απομυθοποιήσει ακόμα ή όχι–, πόσο θα βάλεις τη ζωή σου σε πρόγραμμα ώστε να μην ασχολείσαι μόνο με αυτό και, τέλος, πότε θα βρεις τον τυχερό αντικαταστάτη.
Άρα καταλαβαίνεις πια ότι όσο προσπαθείς να ξεπεράσεις τον άνθρωπο που θες, καταλήγεις να πιέζεσαι και να μην επιτυγχάνεις τον αρχικό σκοπό σου. Δώσε στον εαυτό σου το χώρο και το χρόνο που του χρειάζεται. Θες να κάθεσαι και να αναπολείς τις παλιές σας στιγμές, πόσο γαμάτα περνούσατε τότε και πόσο καθόλου γαμάτα δε θα περνάς τώρα; Καν’ το! Καν’ το, γιατί θα δεις κι εσύ ο ίδιος ότι από ένα σημείο και μετά θα βαρεθείς να το κάνεις. Θα κουραστείς να σκέφτεσαι τα ίδια και τα ίδια και θα διψάς για το παρόν σου, κι όχι για το παρελθόν.
Ενώ αν κάθε φορά που θα πας να το σκεφτείς, πιέζοντας τον εαυτό σου, θα λες «όχι, ξεκόλλα, αυτό τέλειωσε, πάμε για άλλα», κι ειδικά αν το κάνεις από την αρχή, θα δεις ότι πολύ σύντομα θα σε πιάνουν τα κλάματα, τα νεύρα, και μάλιστα ίσως και να θεοποιήσεις τον άλλον σε τέτοιο σημείο, ώστε να του στείλεις και κανένα «μεθυσμένο» μήνυμα. Και ναι, εδώ τα εισαγωγικά συμβολίζουν ειρωνεία, γιατί με μια-δυο μπίρες που πήρες απ’ το ψυγείο σου, ρε φίλε, δε μεθάς και να το θες.
Άσε λοιπόν τους άλλους να σου λένε ότι είσαι λάθος, ότι πρέπει να συνέλθεις κι όλα τα συναφή. Τα λένε μεν επειδή σε αγαπάνε, σε νοιάζονται και δε θέλουν να σε βλέπουν να είσαι χάλια, αλλά μόνο εσύ ξέρεις τι έζησες, τι ένιωσες, και πόσο σημαντικό ήταν αυτό που είχατε. Άρα, μόνο εσύ ξέρεις πώς και πότε θα φύγεις από αυτό και θα πας σε κάτι καινούριο.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη