Μέχρι να συνειδητοποιήσεις ότι είσαι κολλημένος με κάποιον, το κακό θα έχει ήδη γίνει και θα ‘ναι πια πολύ αργά. Δεν ελέγχεις με ποιον θα σου συμβεί ούτε το γιατί, ούτε και για πόσο θα κρατήσει, κι όλα αυτά είναι άλλωστε που σε τρελαίνουν.
Έχει να κάνει κατά βάση με υποσυνείδητα ή μη ένστικτα, τα οποία οικειοθελώς ή μη δεν αναγνωρίζεις. Αυτός ο άνθρωπος κατά πάσα πιθανότητα δηλαδή, έβγαλε στην επιφάνεια χαρακτηριστικά κι επιθυμίες σου που άλλοι δεν κατάφεραν να βγάλουν. Αυτός είναι ο κύριος λόγος που θα «φας κόλλημα»: διέφερε, κατάφερε να σου ξυπνήσει αισθήματα που άλλοι απέτυχαν να κάνουν.
Ο άνθρωπος λοιπόν αυτός, όσο μεγάλο κι αν είναι το κόλλημά σου κι όσο κι αν το δείχνεις, δεν ενδίδει. Δεν πάει να στέλνεις συχνά μήνυμα με την πιο ηλίθια αφορμή, μόνο και μόνο για να μιλήσετε; Να πηγαίνει κάπου και να πηγαίνεις κι εσύ, δήθεν για να τον συναντήσεις τυχαία; Αυτός αδιάφορος.
Οι λόγοι που δεν ενδίδει ποικίλλουν, κι όσους κι αν αναφέρω τώρα στάνταρ κάποιον θα παραλείψω. Έχει σχέση; Είναι κυνικός; Του αρέσει να είναι από εδώ κι από εκεί; Βαριέται; Ή πολύ απλά δε σε γουστάρει; Who knows.
Όσο αυτός όμως δε σε θέλει, άλλο τόσο κι ακόμη περισσότερο κολλάς εσύ. Κυριεύει τις σκέψεις σου είκοσι τέσσερις ώρες τη μέρα, εφτά μέρες τη βδομάδα. Δε σ’ αφήνει να χαλαρώσεις, να ζήσεις, να ευχαριστηθείς την ίδια τη ζωή. Βασανίζεσαι κι αναρωτιέσαι τι σου λείπει, καθώς όλες οι πρώην σχέσεις που είχε δεν ήταν κάτι το ιδιαίτερο -κατά την κρίση σου πάντα. Έχεις, άραγε, σκεφτεί ποτέ πόσο πίσω σε πάει αυτή η κατάσταση;
Το να είσαι μονίμως πάνω από ένα κινητό, περιμένοντας να σου έρθει μήνυμα που ξέρεις πολύ καλά ότι δεν πρόκειται ποτέ να στείλει, ούτε σε σένα κάνει καλό, αλλά ούτε και στους φίλους σου που έχετε βγει για καφέ ή ποτό κι είσαι μονίμως με μούτρα. Γιατί; Γιατί δε σου κάθεται ο γκόμενος ή η γκόμενα. Γιατί δε σε θέλει, γιατί δε δείχνει ανάλογο ενδιαφέρον.
Καμιά φορά, το σταθερό κόλλημα με κάποιον μπορεί να οδηγήσει σε βόλεμα. Είσαι στη φάση που έχεις αποδεχτεί το γεγονός ότι τρέφεις αισθήματα για έναν άνθρωπο και συνεπώς θα συνεχίσεις να χαλιέσαι και να προσπαθείς μέχρι να ενδώσει -αν ενδώσει.
Εφόσον λοιπόν «ξέρεις τι σου γίνεται», μένεις εκεί στάσιμα. Δεν ψάχνεσαι, δεν κοιτάς αλλού. Έχεις χτίσει γέφυρες, έχεις κλείσει πόρτες κι όλα γυρίζουν γύρω από κάποιον, ο οποίος στην τελική παίζει να μη γίνει και ποτέ δικός σου. Είναι μία διαστρεβλωμένη μορφή ασφάλειας, που ενώ άλλοι την έχουν όταν είναι σε σχέση ή ελεύθεροι, εσύ την έχεις επειδή έχεις ένα μόνιμο κόλλημα εδώ και μήνες.
Όμως όσο συνεχίζεται αυτό το αδιέξοδο τόσο εσύ απελπίζεσαι και πρέπει πια να δώσεις ένα τέλος σ’ αυτήν την παράνοια. Δε θα σου πω ότι είναι εύκολο, θα σου πω όμως το εξής: αυτή η κατάσταση επικρατεί στο μυαλό σου και μόνο. Έτσι όπως μπήκε λοιπόν, έτσι θα τη βγάλεις. Γιατί ναι μεν όλα εμπειρίες είναι και δεν ελέγχουμε τι θα νιώσουμε και για ποιον, αλλά όταν χάνουμε ευκαιρίες, φίλους, συνήθειες κι ακόμη και τον ίδιο μας τον εαυτό, ποιο το νόημα λοιπόν;
Το σημαντικότερο είναι να θελήσεις πραγματικά να βγάλεις αυτόν τον άνθρωπο απ’ το μυαλό σου -γιατί κατά βάση μόνο εκεί υπάρχει- και να προχωρήσεις. Να γνωρίσεις κάτι καινούριο, κι ας απογοητευτείς. Ούτε η πρώτη φορά ούτε η τελευταία θα είναι.
Ειδικά άμα είσαι επιλεκτικός, όσο ανυπόμονος κι αν είσαι, μην απογοητεύεσαι αν αργεί να έρθει το καλό: θα έρθει και μάλιστα θα είναι κάλλιστο. Κι αυτό επειδή δεν κοιτάς να καλύψεις κενά, αλλά να γεμίσεις με συναισθήματα.
Δε λέω, έχει και τις καλές του στιγμές το να είσαι κολλημένος. Το δούλεμα που τρως απ’ τους γύρω σου, αλλά κι από εσένα τον ίδιο, το καρδιοχτύπι όταν μιλάτε, το ότι θα ανεβάσει κάτι καινούριο στο προφίλ του και θα το χαζεύεις για ώρες, με το δίλημμα αν θα κάνεις like ή όχι. Χρειάζονται κι αυτά.
Αλλά όταν από ένα διάστημα και μετά δε δείχνει ανταπόκριση και δεν είναι αμοιβαίο, τότε βγάλε αυτόν τον άνθρωπο απ’ το μυαλό σου. Και πρόσεξε ο επόμενος που θα βάλεις στο στόχο πρώτα να μπει στη ζωή σου και μετά στις σκέψεις σου.
Επιμέλεια κειμένου Ειρήνης Μανουσαρίδου: Νάννου Αναστασία.