Οτιδήποτε υπάρχει και λειτουργεί ως δίοδος στο να νιώσουμε ερωτικά διαθέσιμοι και ποθητοί είναι πάντα ευπρόσδεκτο. Μπορεί να βρισκόμαστε στη θέση του ερωτικού αντικειμένου αλλά μπορεί να είμαστε κι εμείς αυτοί που παρατηρούμε το αντικείμενο. Από όποια πλευρά κι αν είμαστε, η εικόνα που γεννάται κι αντανακλάται μπορεί να γίνει πολύ ενδιαφέρουσα στο μάτι και στον νου και να βοηθήσει στην αφύπνιση ερωτικών καλεσμάτων.
Τα παιχνίδια του μυαλού δεν μπορούν να συμβαδίσουν πάντα με το σώμα. Είναι αχανής η έκταση των φαντασιώσεων που κατοικούν εκεί και συνήθως παραμένει απότιστη κι ανεκμετάλλευτη, καθώς το να εκφράσεις μια ενδόμυχη φαντασίωση δεν αποτελεί και το ευκολότερο πράγμα στον κόσμο. Υπάρχει όμως κάτι που βοηθάει στη δημιουργία κι ενεργοποίησή τους και δεν είναι άλλη από την εικόνα του ημίγυμνου.
Μετράμε πολλές στιγμές των πρώτων, δεύτερων, τρίτων κι επόμενων ραντεβού μας που σπαταλήσαμε ώρες μπροστά στον καθρέφτη προκειμένου να είμαστε σέξι αλλά όχι πρόστυχοι ή και πρόστυχοι μα όχι σέξι. Όμορφοι αλλά όχι πολύ όμορφοι. Επιμελώς ατημέλητοι αλλά να μη φαίνεται. Φτάναμε να χτίζουμε κι ολόκληρους διαλόγους προκειμένου να βλέπουμε τη φάτσα μας πώς αντιδρά και πώς μορφάζει όταν θ’ ακούγαμε κάποια αναμενόμενη ή όχι ατάκα από την άλλη πλευρά. Αυτό όμως που πάντα θέλαμε να έχουμε σίγουρο ήταν να προβάλλουμε -εκθέτοντας-, μ’ έναν ερωτικά προσωπικό τρόπο, το δυνατό μας σημείο ώστε να μην περάσει απαρατήρητο.
Μια ημίγυμνη επιφάνεια πάντα προκαλεί δεύτερες και τρίτες σκέψεις. Ενεργοποιεί εκείνο το σημείο του εγκεφάλου που συνδέεται με τη φαντασία. Απελευθερώνεται η διαδικασία παραγωγής χαλαρών κι αποδεσμευμένων από ταμπού σκέψεων κι όλα γίνονται πιο εύκολα και πιο ερωτικά. Το ημίγυμνο είναι πιο σέξι από το γυμνό. Το ημίγυμνο δημιουργεί πλαίσιο πιθανοτήτων. Η θέα του μας κάνει να θέλουμε να το διεκδικήσουμε ώστε να κατακτηθεί. Έχει όση σεμνότητα χρειάζεται κι όση τόλμη επιβάλλεται. Το ημίγυμνο είναι μια κατηγορία από μόνο του.
Ένας ακάλυπτος ώμος, δύο καλοσχηματισμένα αντιβράχια, μια φούστα που αφήνει εκτεθειμένες τις γάμπες, ένα παντελόνι που διαγράφει όμορφα τους γλουτούς, ένα λευκό πουκάμισο που κουμπώνει μέχρι εκεί που το μήλο του Αδάμ κάνει την εμφάνισή του, ένα εφαρμοστό φόρεμα που αγκαλιάζει περίτεχνα τις καμπύλες, δυο γόβες στιλέτο που αναδεικνύουν τους καλοσχηματισμένους αστραγάλους, περίεργα αξεσουάρ που τονίζουν τον λαιμό, ιδιαίτερα δαχτυλίδια που κοσμούν τα δάχτυλα. Όλα αυτά είναι μερικά από εκείνα που θα μπορούσαν να τραβήξουν την προσοχή μας και να γαργαλήσουν το στομάχι μας, δημιουργώντας μια ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα και μια δυνητική προσέγγιση.
Στον κόσμο της τέχνης, του κινηματογράφου αλλά και της μόδας εμφανίζεται συνεχώς το ημίγυμνο κι άλλοτε προκαλεί διφορούμενες αντιδράσεις κι άλλοτε πιο ξεκάθαρες. Όλα έχουν να κάνουν με το πώς εμείς αντιλαμβανόμαστε την εικόνα τη δεδομένη στιγμή. Πίσω από την προβολή μιας ημιακάλυπτης σωματικής επιφάνειας βρίσκεται ένας λόγος που εξυπηρετεί έναν σκοπό. Ο λόγος συνήθως είναι η γλυκιά πρόκληση κι ο σκοπός καθώς κι η εγκατεστημένη σ’ όλους μας φιλαρέσκεια. Και τα δύο είναι απαραίτητα συστατικά για την εκκίνηση μιας ερωτικής χημικής αντίδρασης.
Η 7η τέχνη μας έχει χαρίσει χιλιάδες σκηνές ερωτισμού με καμία απολύτως προσθήκη γυμνού στοιχείου. Αν θα μπορούσαμε ν’ αναφερθούμε σε μία εξ αυτών, αυτή θα ήταν η σκηνή του ταγκό στο «Άρωμα Γυναίκας» το 1992. Μένουμε άφωνοι βλέποντας τον εμβληματικό Αλ Πατσίνο να διεκδικεί τη δημιουργία μιας αισθησιακής στιγμής με την εξαιρετικά σαγηνευτική Γκαπριέλ Ανουάρ. Τα δυο σώματα έχουν όλη την οκτάβα από τις νότες και κλιμακώνουν χορεύοντας. Κανένας θεατής δε θέλει να τελειώσει αυτή η σκηνή. Δεν υπάρχει ίχνος γυμνού κι όμως ο τρόπος που τα χέρια του Αλ κρατούν την πλάτη της ντάμας του, η περίπλεξη των κινούμενων άκρων στο ρυθμό και το έκπληκτο βλέμμα της για τον τρόπο με τον οποίο τη συνοδεύει ένας τυφλός άνθρωπος, είναι λίγα απ’ αυτά που χτίζουν τον ερωτισμό της σκηνής.
Αν πάλι πεταχτούμε νοερά στην ιστορία της τέχνης, θα θυμηθούμε ότι έχουμε δει πίνακες όπου το ημίγυμνο απεικονίζεται με μεγάλη μαεστρία και χωρίς να προκαλεί αλλά ν’ αναστατώνει. Ο πανέμορφος καμβάς της “Grande Odalisque” του Ingres -1814-, στον οποίο ενώ κείτεται ολόγυμνη η φιγούρα, αυτό που παρατηρεί κανείς είναι το πρόσωπο και το βλέμμα καθώς και τις τόσο μοναδικά δοσμένες καμπύλες του σώματος. Λίγο αργότερα το 1854, ο Delacroix φιλοτέχνησε, δίνοντας το “Draped Model” -back view- κι αφήνοντας τον θεατή να θαυμάζει την απίστευτη αρμονία της πλάτης και των ώμων. Το 1864 έρχεται ο Manet με το “Le Dejeuner sur l’ herbe” να μας εκθαμβώσει με την αταραξία του βλέμματος αλλά και της κόρτε διάθεσης του ενός εκ των τριών πρωταγωνιστών του πίνακα, όπου ενώ απεικονίζεται το ολόγυμνα καλυμμένο σώμα δεν υπάρχει τίποτα πρόστυχο. Αντιθέτως, διαφαίνεται η απόχρωση του ερωτισμού στον τρόπο που κάθεται και κοιτάει. Δε θα μπορούσαμε να μην αναφέρουμε τον πίνακα “Woman with Black Stockings” -1913- του Egon Schiele, που αποτελεί μια ξεκάθαρη εικόνα ημίγυμνης τέχνης κι ανυπέρβλητου αισθησιασμού.
Λίγο-πολύ, όλοι έχουμε γευτεί έστω μία ερωτική συνύπαρξη όπου τα ρούχα δε βγήκαν. Η αίσθηση του να μην προλαβαίνεις να ξεντυθείς γιατί αγωνιάς για τη στιγμή εκείνη της ένωσης, το κάνει ακόμη πιο ερωτικό. Το άγγιγμα πάνω από τα ρούχα κι ο απόλυτος συντονισμός των ντυμένων σωμάτων κάνει τους παρτενέρ να μη θέλουν να τελειώσει.Το βλέμμα πέφτει παντού και το στόμα ψάχνει να βρει επιφάνειες να φιλήσει, να μυρίσει, να γευτεί. Ακόμη κι αυτό που ακολουθεί ως σταδιακή ιεροτελεστία, βγάζοντας ένα-ένα τα ρούχα, το αποθεώνει ως συναίσθημα.
Το ημίγυμνο τροφοδοτεί με περισσότερη ένταση τη φαντασία και χτίζει αυστηρώς προσωπικές προοπτικές. Μπορεί ν’ αποτελέσει από μόνο του βάθρο τεράστιας ηδονής με τον σωστό τρόπο. Δε θα είμαστε υπερβολικοί αν υποστηρίζαμε ότι είναι κι αφροδισιακό. Συνδυάζει τη σεμνότητα με το τολμηρό. Αυξάνει τους παλμούς της καρδιάς και γεννά καινούριες επιθυμίες. Στο ημίγυμνο διατηρείται, κατά κάποιο τρόπο, ο έλεγχος. Ελλοχεύει μεν σ’ αυτό κίνδυνος έκθεσης εαυτού, αλλά μ’ έναν ιδιαίτερα προστατευμένο κι επιτηδευμένο τρόπο. Αν το βλέπαμε κι από την ψυχρή σκοπιά του, το ημίγυμνο είναι η αρχή του γυμνού κι αυτό από μόνο του μπορεί να υπόσχεται πολλά.
Γι’ αυτό λοιπόν,
Έλα και πιάσε με από το χέρι κι οδήγησέ με εκεί που θες.
Κοίτα με βαθιά μες στα μάτια και ταξίδεψέ με όπου ονειρεύεσαι.
Άρπαξέ με από τον λαιμό και φίλα με όπως δεν ξαναφίλησες ποτέ.
Πιάσε με από τη μέση και χόρεψέ με στον πιο ξέφρενο ρυθμό.
Αγκάλιασέ με σφιχτά και μην αφήσεις ανάσα ν’ ακουστεί.
Μόνο μη με ξεντύσεις. Έχω τους λόγους μου.
Θέλουμε και τη δική σου άποψη!
Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!
Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!
Επιμέλεια κειμένου: Μαρία Πακιακιό