Γύρω μας άνθρωποι παντού. Με ματιές διαπεραστικές. Με χαμόγελο στα χείλη. Με ζωγραφισμένες ατρόμητες γροθιές επάνω τους. Με αγάπη για την καλημέρα. Με πίστη για το καλύτερο που θα έρθει. Με εμφανή αντοχή στα δύσκολα. Με τέτοια δύναμη που δεν τους σταματά τίποτα. Περπατάνε δίπλα σου κι αφήνουν εκείνη την ανατριχιαστική αύρα που θες να κλέψεις κι εσύ λίγη απ’ αυτή και λες «μάλλον δεν είναι τόσο δύσκολο τελικά, μπορώ κι εγώ».

Δε βρίσκονται όμως μόνο αυτοί οι άνθρωποι γύρω μας. Είναι κι εκείνοι που τα πράγματα τούς ήρθαν αλλιώς. Και επειδή το «αλλιώς» ήταν αναπάντεχο και δύσκολο, πίστεψαν πως θα μείνουν έτσι μια ζωή. Είναι αυτοί που ξέχασαν πώς είναι να χαμογελάς και να μη νιώθεις τύψεις. Είναι αυτοί που θέλησαν να κατακτήσουν τον κόσμο και τελικά κατέκτησαν μέρος αυτού και τώρα νομίζουν ότι δεν είναι αρκετό. Είναι αυτοί που ζωντάνεψαν τα όνειρά τους και τα είδαν να σβήνουν ξαφνικά. Είναι αυτοί που θέλουν να βρουν τη δύναμη να πιστέψουν πως όλα θα πάνε καλύτερα, μα βαστούν και κοντοστέκονται στη βιασύνη της επιπόλαιης απαισιόδοξης σκέψης. Είναι αυτοί που ο προγραμματισμός τούς πήγε κατά διαόλου κι όλα βγήκαν εκτός ελέγχου. Είναι αυτοί που είδαν τις επιλογές του παρελθόντος να καταλήγουν λάθη του παρόντος και θέλουν να γυρίσουν τον χρόνο πίσω.

Σίγουρα έχουμε συναναστραφεί και συναντήσει πολλούς τέτοιους ανθρώπους. Μπορεί να είμαστε κι εμείς ένας απ’ αυτούς. Μπορεί να ανήκαμε κάποια στιγμή σ’ αυτή την κατηγορία ανθρώπων ή να ανήκουμε ακόμη και να ξεχάσαμε πως το μπλε τ’ ουρανού είναι ομορφότερο απ’ το γκρι της ασφάλτου. Πως το να σηκώσουμε το βλέμμα ψηλά είναι ευκολότερο και πιο ξεκούραστο για τον αυχένα μας απ’ το να έχουμε κρεμασμένο το κεφάλι κάτω.

Οι προσδοκίες μας είναι ένα απ’ τα μεγαλύτερα συναισθηματικά placebo. Είναι ο ορισμός της αυτό-παγίδας. Νομίζουμε πως αν γίνουμε αρεστοί στους άλλους, αν φανούμε αντάξιοί τους, αν καταφέρουμε να ικανοποιήσουμε κάποιες ανάγκες (συνήθως όχι τις δικές μας), αν πετύχουμε αυτό που θεωρητικά θα μας αναδείξει, αν κάνουμε αυτό που πιστεύουμε ότι περιμένουν οι άλλοι από εμάς, αν ζορίσουμε τα δικά μας θέλω γιατί και καλά τα δικά τους είναι σημαντικότερα, αν αναδείξουμε συμπεριφορές που είναι προσαρμοσμένες στα κοινωνικά status, θα αγγίξουμε την επιτυχία και την ευτυχία.

 

 

Υπάρχει βέβαια και το σύστημα. Εργασία, υπηρεσίες, εκδηλώσεις, πλατφόρμες, κόσμος, θεαθήναι, άγχος, ένταση, θόρυβος. Ένα σύστημα που συνδέεται άμεσα και με τις δική μας καθημερινότητα και που πολλές φορές δεν είναι ο προσδοκώμενος αρωγός. Ένα σύστημα που υψώνει κάθε φορά κι από ένα εμπόδιο, σαν εκείνα που χρειάζεται να πηδήξουν οι αθλητές στον στίβο μετ’ εμποδίων. Μόνο που εκείνοι προπονούνται χρόνια. Είναι συνηθισμένοι να πέφτουν και να ξανασηκώνονται. Είναι μαθημένοι στα γρατζουνισμένα γόνατα. Εμείς προπονούμαστε για όλο αυτό;

Αυτούς, λοιπόν, τους ανθρώπους που βρίσκονται ανάμεσά μας και τους συναναστρεφόμαστε, καλό είναι να τους υπενθυμίζουμε πως δεν είναι μόνοι τους σ’ όλο αυτό. Να τους το φωνάζουμε για να είμαστε σίγουροι πως θα τ’ ακούσουν, ότι η σημερινή τους δυναμική ορθοστασία έχει να κάνει με τα πεσίματα του παρελθόντος. Να τους κοιτάμε στα μάτια και να τους λέμε «προχώρα, δεν ήρθε το τέλος». Να διώχνουμε από κοντά τους το παρελθόν που τους κρατά πίσω, λες κι είναι οι μόνοι που τα σκάτωσαν για τα καλά. Άλλωστε, όλοι μας κατά καιρούς έχουμε ζήσει δύσκολες εμπειρίες που μπορούν να σταθούν βοηθητικά ως βιωματικές προσομοιώσεις για αυτούς που το έχουν ανάγκη. Είναι γενναίο να μοιράζεσαι εκείνο που σε πόνεσε και σ’ έφτασε στα άκρα. Γιατί αυτή η έκθεση είναι η αρχή της ταύτισης με οτιδήποτε μπορεί να συμβεί στον καθένα χωρίς κανέναν ιδιαίτερο λόγο. Όχι, δεν υπάρχει πάντα κάποιος λόγος που πάνε τα πράγματα σκατά.

Το να ξαναγεννιέσαι απ’ τις στάχτες σου είναι μια πολυφασική διαδικασία. Πρέπει να τις γευτεί το σύστημά σου και να τις αποβάλλει. Όπως ακριβώς γίνεται με μία ιογενή λοίμωξη. Υπάρχει κύκλος. Κι ένας κύκλος πάντα κλείνει κι ένας άλλος ανοίγει. Τα μαθήματα ζωής δε δίνονται απ’ τα εύκολα και τα δεδομένα. Όπως η παπαγαλία ήταν απλώς ένας τρόπος να κερδίσουμε κάτι πρόσκαιρα και με ημερομηνία λήξης, έτσι και όταν ερχόμαστε σε επαφή με τις στάχτες μας δε χρειάζεται βιασύνη. Επιμονή χρειάζεται και συνειδητοποίηση.

Την επόμενη φορά που θα δούμε κάποιον με σκυφτό κεφάλι, μπορεί να μην είναι επειδή βαριέται ή επειδή απλώς δεν ξύπνησε καλά. Μπορεί να είναι αυτός που κοιτά τις στάχτες του και προσπαθεί ν’ αποφασίσει αν θα τις αγγίξει ή θα τις διώξει μακριά. Ό,τι απ’ τα δύο κι αν συμβαίνει, δε θα το μάθουμε ποτέ. Το μόνο που θα μπορούμε να κάνουμε είναι να εστιάσουμε εκείνη τη στιγμή τη ματιά μας προς αυτόν, ακόμη κι αν δε μας κοιτά, με σεβασμό κι αγάπη.

 

Θέλουμε και τη δική σου άποψη!

Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!

Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!

Συντάκτης: Τιτή Μητσοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.