Είναι δυνατόν να έχουμε φτάσει στο 2023 και η λέξη-θέμα «σ3ξ» να αποτελεί ακόμα ταμπού; Καθόλου ήρεμα δε ρωτάω! Αρχικά, για να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή, ως ταμπού ορίζεται ένα πρόσωπο ή μια κατάσταση, (για) τα οποία αποφεύγουμε να συζητάμε ή να τα κριτικάρουμε. Δεν το λέω εγώ, τάδε έφη ο κύριος Μπαμπινιώτης! Αφορμή, λοιπόν, γι’ αυτήν την απορία-κραυγή αγανάκτησης αποτέλεσε μια πρόσφατη συζήτηση με παρέα κατά την οποία, όπως είναι φυσιολογικό, κατά τη ροή και την εναλλαγή θεμάτων, ε, προέκυψε κι αυτό μέσα σε όλα τα άλλα.
Λογικά, όλοι έχουμε κάποιο άτομο στην παρέα, που όταν τείνει η συζήτηση προς τα εκεί, θα αλλάξει θέμα, θα θυμηθεί τι αστείο έκανε ο μπάρμπας του πριν 7 χρόνια και θα το αναφέρει, θα διψάσει και θα εξαφανιστεί ψάχνοντας πηγάδι, ή θα μείνει αμέτοχος κι ελαφρά κοκκινισμένος. Αυτά είναι κάποια από τα δείγματα που μας οδηγούν στην άποψη πως αποτελεί θέμα ταμπού κι εγείρει διάφορες αντιδράσεις όταν εμφανίζεται στις συζητήσεις. Κακό σ3ξ, κακό.
Τι κρύβεται στην πραγματικότητα πίσω από αυτό το κόμπλεξ; Γι’ αυτή τη σιγή έχει μερίδιο ευθύνης το πατριαρχικό καθεστώς όπου ακόμα και στις μέρες μας, ακόμα κι αν υπάρχει μια μάχη εναντίον του, έχει απλώσει πολύ βαθιά τις ρίζες του για να μπορέσουν να κοπούν εντελώς. Άσε που, επειδή ο διάολος έχει πολλά ποδάρια, οι πατριαρχικές αντιλήψεις μπορούν να μασκαρευτούν και να λειτουργούν κάτω από τις μάσκες τους. Γι’ αυτόν τον λόγο και δε συνειδητοποιούμε εύκολα πως κι οι δικές μας γενιές, οι γενιές που «θα αλλάξουν το μέλλον» όπως μας αποκαλούν, μεγαλώσαμε με μια δόση αυτού του καθεστώτος. Κι αυτό περάστηκε και στις σχέσεις μας, τη σ3ξουαλικότητά μας, τα ίδια τα σόσιάλ μας που απαγορεύουν τη χρήση της λέξης σ3ξ λες και είναι βρισιά. Λες κι είναι ντροπή.
Σε γενικότερο πλαίσιο λοιπόν, η περιοριστική εκπαίδευση και η άγνοια μάς εμποδίζουν να μιλήσουμε ανοιχτά για τα ζητήματα γύρω από το σ3ξ. Σχετικά με την εκπαίδευση, προσωπικά, εκεί τοποθετώ και το περισσότερο μελανό σημείο της υπόθεσης, καθώς η εκπαίδευση συμπεριλαμβάνει τις γνώσεις που παίρνουμε εντός κι εκτός σχολείου και μπορεί να διαμορφώσει πάνω σε τι έχουμε άποψη, τι είναι σημαντικό, τι αποτελεί κομμάτι μας.
Μιλάμε κυριολεκτικά για ένα από τα πιο φυσιολογικά πράγματα που συμβαίνουν πάνω σε αυτόν τον πλανήτη (αν όχι και σε άλλους). Μιλάμε για κάτι που υπάρχει από τη δημιουργία των ειδών -αλλιώς δε θα βρισκόμασταν κι εμείς εδώ σήμερα- κι αποτελεί ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της ανθρώπινης φύσης, όχι μόνο για την αναπαραγωγή μας, αλλά κι ως πηγή απόλαυσης. Στην τελική, άνθρωποι είμαστε ορμόνες έχουμε και δεν επιλέξαμε εμείς πώς θα «σχεδιαστούμε». Ερωτώ, λοιπόν, σε αυτό το σημείο, γιατί πρέπει να ντρεπόμαστε;
Είναι τρία γράμματα, μόνο, η λέξη που τόσο μάς φοβίζει. Τρία γράμματα τα οποία με την αντιμετώπιση που τους αρμόζει από εμάς τους ίδιους, δίχως ντροπές, μπορούν να ξεκλειδώσουν πολλά στοιχεία τα οποία ίσως να μην έχουν περάσει ποτέ από τη σκέψη μας. Δηλαδή, μιλώντας ανοιχτά για το σ3ξ, χωρίς τους χυδαίους γνωστούς χλευασμούς, έχει απίστευτο ενδιαφέρον πόσα πράγματα μπορείς να μάθεις. Ιδιαιτερότητες, τι αρέσει σε κάποιον /α κατά γενική εικόνα και τι όχι, να πάρεις ιδέες, να ανακαλύψεις ακόμα περισσότερα για την ανθρώπινη σ3ξουαλικότητα, να ταυτιστείς, να βρεις κατανόηση.
Αν μιλούσαμε πιο ανοιχτά για τον έρωτα και τα κορμιά μας, αυτή η κοινωνία θα είχε λιγότερες αμηχανίες κι απωθημένα. Η σ3ξουαλική συνομιλία βάζει ένα λιθαράκι στο να εξανθρωπίζει τα είδη των ανθρώπων που αισθάνονται κατά τ’ άλλα απρόσιτα. Ακραίο για πολλούς, το ξέρω, όμως πραγματικά υποστηρίζω πως χρειαζόμαστε ελεύθερους ακομπλεξάριστους ανθρώπους που απολαμβάνουν τα σώματά τους. Είμαστε σε μια σχέση μεταξύ σ3ξουαλικότητας κι επιθυμίας. Ο έρωτας, το σ3ξ ή όπως θέλετε να το βαφτίσουμε -ώστε να μην προκαλεί ρίγη και κοκκινίσματα στα μαγουλάκια- είναι κομμάτι μας, ακόμα και Μπάμπη να το βαφτίσουμε, αυτό δεν αλλάζει. Δύο άνθρωποι που χάνονται ο ένας μέσα στον άλλον. Που χωράει ανάμεσά τους κάθε σκέψη, κάθε φαντασίωση, κάθε λέξη που μπορεί να διεγείρει και τους δύο. Που δε χωράει με τίποτα η ενοχή, η ντροπή κι ο φόβος. Που μπορούν να εκφράζονται χωρίς να καταπιέζονται. Ωραίο δεν ακούγεται;
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου