Οι δικοί μου γονείς ήταν από τους τυχερούς θα έλεγα. Aναγνώρισαν πως δεν μπορούν να πορευτούν πια μαζί και το έληξαν μετά από λίγα χρόνια γάμου και μάλιστα όταν ακόμα εγώ ήμουν πολύ μικρή. Πάντα πίστευα πως αυτό συνέβαλε στο να μη μου δημιουργηθούν τραύματα. Είχα και πολλούς φίλους που οι γονείς τους αποφάσισαν να λήξουν τον γάμο τους, όμως υπήρχαν βασικές διαφορές στις συνθήκες που αυτός ο δεσμός έληγε ανά περιπτωση.
Παρατήρησα επίσης, πως όσο μεγαλύτερα ήταν τα παιδιά τόσο πιο δύσκολο ήταν για εκείνα να το αποδεχτούν και να πάνε παρακάτω. Κι οι γονείς από τη μεριά τους δυσκολεύονταν περισσότερο να διαχειριστούν τις καταστάσεις και να διατηρήσουν ισορροπίες. Είναι που όσο μεγαλύτερα είναι τα παιδιά τόσο πιο δύσκολο είναι να τους κρυφτείς κι είναι κι αυτή η δύναμη της συνήθειας που έβλεπαν τους γονείς τους τόσα χρόνια μαζί και τώρα τίποτα.
Βέβαια, αν θέλουμε να πούμε κι αλήθειες, όσο πιο μεγάλα είναι τα παιδιά τόσο πιο πολύ γαντζώνονται κι οι γονείς πάνω τους αναζητώντας στήριξη, λες κι έχουν απέναντί τους κάποιον φίλο. Όμως, όπως και να ‘χει είναι μια καλή αρχή, όταν δυο άνθρωποι συνειδητοποιούν πως το μεταξύ τους έχει τελειώσει και δεν μπορούν ή και δε θέλουν να το διατηρήσουν. Είναι και το καλύτερο δώρο που μπορούν να κάνουν στα παιδιά τους, κι ας λένε τα στερεότυπα πως τα παιδιά μεγαλώνουν καλύτερα όταν οι γονείς τους είναι μαζί.
Αυτό ήταν μια καλή δικαιολογία, για να αναγκαστούν ζευγάρια και ζευγάρια να παραμείνουν μαζί παρά τη θέλησή τους, νομίζοντας πως αυτό είναι το καλύτερο για τα παιδιά. Θυμάμαι από μικρή, όσες φορές ανέφερα ότι οι γονείς μου έχουν χωρίσει , να ακολουθεί το κλασικό «λυπάμαι, δεν ήξερα», συνοδευόμενο με ένα ύφος λύπησης κι οίκτου, λες και χάσαμε κάποιον μακαρίτη. Τους κοιτούσα και δυσκολευόμουν να κατανοήσω γιατί με κοιτούσαν με στεναχώρια λες και με είχε βρει το χειρότερο κακό του κόσμου. Γιατί να με λυπούνται που έχουν χωρίσει οι γονείς μου; Γιατί να με λυπούνται που οι γονείς μου είναι χαρούμενοι κι ας μην είναι μαζί; Και κάπου εκεί άρχισα να καταλαβαίνω πως τελικά για τον κόσμο έχει σημασία μόνο το «φαίνεσθαι», άσχετα με το τι κάνει τους ανθρώπους να χαμογελούν. Βλέπεις για τα κολλημένα μυαλά της κοινωνίας που ζούμε, «φαίνεται» καλύτερο να προέρχεσαι από ένα σπιτικό που οι γονείς σου ζούνε μαζί, τσακώνονται ολημερίς κι ολονυχτίς κι έχουν φτάσει στο σημείο να μισιούνται, αλλά στα οικογενεικά τραπέζια και τις μαζώξεις παριστάνουν πως ζούνε το «american dream».
Ένα διαζύγιο είναι μια τραυματική εμπειρία για όλους, ειδικά αν οι ενήλικοι της παρέας δεν το διαχειριστούν σωστά και με ωριμότητα. Όμως, είναι μια πράξη λυτρωτική, που στο μέλλον θα κάνει όλα τα μέλη της οικογένειας να νιώσουν απελευθέρωση κι ανακούφιση. Τα παιδιά χωρισμένων γονιών δεν είναι παιδιά ενός κατώτερου Θεού, ούτε έχουν κάτι να ζηλέψουν από εκείνα που οι γονείς τους είναι ακόμη μαζί. Οι παντρεμένοι γονείς, δεν είναι καλύτεροι άνθρωποι από τους χωρισμένους κι οι χωρισμένοι δεν είναι πιο εγωιστές από αυτούς. Είναι πιο αλτρουιστές, γιατί έπραξαν με σύναιση και σκέφτηκαν το κοινό καλό όλων κι όχι τη διατήρηση μιας σχέσης που τους πλήγωνε όλους. Αν οι γονείς είναι καλά ψυχικά, τότε είναι και τα παιδιά καλά. Αυτό είναι που τελικά έχει σημασία κι οι κοινωνικές προκαταλήψεις δε χωράνε εδώ!
Επιμέλεια κειμένου: Μαρία Κουτσουρά