Οι ιδιαιτερότητες που διέπουν τη μέση ελληνική οικογένεια είναι λίγο-πολύ διαδεδομένες. Η τήρηση των παραδόσεων, η ευθυγράμμιση με τις ηθικές αξίες, το δέσιμο κι η συμπαράσταση μεταξύ των μελών, είναι ορισμένα απ’ τα στοιχεία που φανερώνουν ότι ο θεσμός της οικογένειας παίζει καταλυτικό ρόλο στον τρόπο που μεγαλώνουμε, που μαθαίνουμε να λειτουργούμε, που σκεφτόμαστε κι αποφασίζουμε.
Βεβαίως, η τυπική ελληνική οικογένεια όντας επίσης γνωστή για τις διερευνητικές της χάρες και τις απανωτές ερωτήσεις της, κυρίως στα νεότερα μέλη, τύπου «Έχεις φάει τίποτα όλη μέρα;» ή «Πήρες μαζί σου μπουφάν μην κρυώσεις;» ή «Πάλι θα βγεις;», παραφράζει στην καθημερινότητά της ελαφρώς τα παραπάνω χαρίσματα!
Το κερασάκι, ωστόσο, έρχεται μόλις κλείσεις τα τριάντα. Τότε που οι ερωτήσεις πολλαπλασιάζονται, γίνονται πιο σύνθετες, διακρίνεις την πολυπλοκότητά τους απ’ τον τόνο της φωνής, κι αναγνωρίζεις απ’ το άκουσμα κιόλας, ότι οι απαντήσεις που πλέον περιμένουν οι γονείς σου από σένα, παύουν να μπορούν να είναι μονολεκτικές.
Μετά τα τριάντα, λοιπόν, δέχεσαι περισσότερο ερωτήσεις ανοιχτού τύπου όπως η κλασική «Πότε θα βρεις μια καλή δουλειά;» αλλά κι οι -sos πέφτουν πάντα- «Πότε θα βρεις ένα καλό παιδί τέλος πάντων;» ή αντιστοίχως «Πότε θα σε δούμε επιτέλους με μια καλή κοπέλα;». Το εντυπωσιακό σε αυτούς τους διαλόγους δεν είναι τόσο οι προβλέψιμες ερωτήσεις των γονιών όσο ότι σχεδόν πάντα θα καταλήξουν εντελώς συμπτωματικά στην ατάκα απείρου κάλλους «Εμένα πότε θα μου κάνεις εγγόνι;».
Απίστευτο αυτό το σύνδρομο με τα εγγόνια. Μπορεί να έχεις κάνει δύο μεταπτυχιακά, να έχεις τελειώσει το διδακτορικό σου, να μιλάς άπταιστα οκτώ ξένες γλώσσες, να έχεις πάρει ακόμα και το Νόμπελ αστροφυσικής κι οι δικοί σου να σε ρωτάνε ακόμη διακαώς πότε θα κάνεις δικό σου παιδί. Αν, εν τω μεταξύ, τυχαίνει να είσαι και σε σχέση χρόνων εκεί γύρω στα τριάντα, θεωρείται αυτονόητο ότι πρέπει να κινήσεις σιγά-σιγά τις διαδικασίες, για να μη σου πω ότι έχεις αργήσει κιόλας.
Εξόχως πετυχημένες κουβέντες όπως «Τα είδες η κόρη της κυρίας Μαρίας στο απέναντι διαμέρισμα; Πάει για το δεύτερο τώρα!» ή «Κοίτα, ο Γιώργος ο παλιός συμμαθητής σου στον επάνω όροφο. Κάθε πρωί πηγαίνει τα παιδάκια του στο σταθμό», έρχονται να πλαισιώσουν με μια σχετική γλαφυρότητα αυτή τους την ανυπομονησία να δουν εγγόνια.
Μόλις, δε, τα βρουν σκούρα στην πρώτη προσέγγιση, αρχίσεις τις υπεκφυγές, τις αντιδράσεις ή τις διαφωνίες, σου σερβίρουν και το αμίμητο «Καλά, θα πεθάνω εγώ κι εγγόνι δε θα ‘χω δει από σένα», προκειμένου να σε ρίξουν στο φιλότιμο και στο συναίσθημα. Και μάλλον τα καταφέρνουν, αν και προς στιγμή θα γελάσεις εκείνη την ώρα. Έχεις σκεφτεί ποτέ γιατί τέτοιος νταλκάς;
Είναι αυτός ο απαράμιλλος πόθος να σε δουν ευτυχισμένο, με τη ζωή σου σε πλήρη τάξη, μ’ έναν άνθρωπο στο πλευρό σου που θα σε συμπληρώνει κι ένα παιδάκι που θα ‘ρθει να απογειώσει αυτή την ευτυχία. Είναι η τεράστια λαχτάρα να βλέπουν να τριγυρίζει μέσα στο σπίτι ένα μωράκι που θα σκορπά χαμόγελα και θα προκαλεί άλλα τόσα, ένα παιδί που δε θα του χαλάσουν ποτέ το παραμικρό χατίρι, αφού μάλιστα θα ‘ναι δυο φορές παιδί τους κατά τη λαϊκή παροιμία.
Είναι ίσως, σ’ ένα βαθμό, κι ο ενδόμυχος φόβος, μήπως τους συμβεί κάτι, μήπως δεν μπορέσουν, καθώς περνούν τα χρόνια, να προσφέρουν στο εγγόνι τους όσα πραγματικά θα ήθελαν. Αγχώνονται να προλάβουν να μεγαλώσουν το παιδί σου με την ίδια, ίσως και περισσότερη, αγάπη, στοργή, φροντίδα κι ανησυχία που μεγάλωσαν και σένα.
Περνώντας τα τριάντα, πράγματι σταδιακά, ξεκινάς να μπαίνεις σ’ ένα μεταβατικό στάδιο ζωής. Σε απασχολούν πολύ περισσότερο η δουλειά σου, οι δραστηριότητές σου, οι άνθρωποι που συναναστρέφεσαι, η κατανομή του ελεύθερου χρόνου σου, γενικότερα αρχίζεις να γίνεσαι πιο προσεκτικός, εκλεκτικός και ποιοτικός στις πάσης φύσεως επιλογές σου.
Αυτό φυσικά δε σημαίνει ότι, ξαφνικά μετά τα τριάντα, πατιέται κάποιο μαγικό κουμπί κι απαραίτητα γίνεται day one προτεραιότητά σου ή μόνιμη έγνοια η απόκτηση ενός παιδιού. Ωστόσο, ιδιαίτερα αν βρίσκεσαι μέσα σε μια μακρόχρονη κι υγιή σχέση, η ιδέα ενός παιδιού, αρχίζει απ’ αυτή την ηλικία και μετά, να μη φαντάζει τόσο ξένη και μακρινή.
Λατρεμένοι μας γονείς, να μην αγχώνεστε καθόλου. Δεν αμφιβάλουμε σε καμιά περίπτωση ότι θέλετε το καλό μας. Όλα θα γίνουν, αλλά στην ώρα τους. Αυτό που μπορούμε να πούμε αυτή τη στιγμή με σιγουριά είναι ότι, όταν με το καλό έρθει στη ζωή μας ένα παιδί, κι αν μεγαλώσει με την ίδια ένταση αγάπης κι ανιδιοτέλειας που εσείς μας μεγαλώσατε, θα γίνει ένα ευτυχισμένο παιδί γεμάτο αισθήματα, σεβασμό κι ευγνωμοσύνη.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη