Aναμφίβολα, γενιές και γενιές γαλουχήθηκαν με τις παλιές, κλασικές πια, ελληνικές ταινίες. Οι δικοί μας, εμείς, τα παιδιά μας και τα παιδιά των παιδιών μας ακόμη, κατά πως φαίνεται, θα μεγαλώσουν το ίδιο απολαυστικά ως θεατές. Τυχαίο; Δε νομίζω.
Ηθοποιοί που στέκονται στο πάνθεον του ελληνικού κινηματογράφου, που χάραξαν το δρόμο για τους νεότερους, έγιναν φωτεινό παράδειγμα, ηρωοποιήθηκαν στα μάτια μας και λατρεύτηκαν απεριόριστα. Ατάκες χιλιοειπωμένες, που έμειναν στην ιστορία, μας χάρισαν άπειρες στιγμές γέλιου, χαράς, ξεφωνητών, τραγούδια που θυμάσαι για μια ζωή, μελωδίες που όσες φορές κι αν τις ακούσεις θα σε ταξιδέψουν, που ακόμη ψελλίζεις σε ανύποπτο χρόνο, που θα τραγουδάς με τη σειρά σου στο παιδί σου αργότερα.
Θυμήσου πόσες φορές έχεις δει τις ταινίες της Αλίκης και της Τζένης, πόσο έχεις γελάσει με την καρδιά σου στις ατάκες της Ρένας και του Λάμπρου, πόσα τραγούδια της Μαρινέλλας και του Πουλόπουλου έμαθες μέσα απ’ αυτές τις ταινίες κι ανεβάζεις την ένταση του ραδιοφώνου, όποτε τα πετυχαίνεις σε κάποια συχνότητα ακόμη και σήμερα. Πόσες φορές ταυτιστήκαμε με τον έρωτα του Χορν για την Έλλη του, εκείνον τον ασύλληπτο έρωτα που σημάδεψε μια εποχή ολόκληρη, θα τολμούσα να πω και πολλές μεταγενέστερες.
Σωρεία ανάμεικτων συναισθημάτων γεννήθηκε μέσα μας απ’ αυτές τις ταινίες. Γελάσαμε, δακρύσαμε, προβληματιστήκαμε, θυμώσαμε, αγαπήσαμε, ταυτιστήκαμε με τον κλασικό, ελληνικό κινηματογράφο. Φράσεις, κουβέντες και στίχοι, που μένουν ανεξίτηλα στη μνήμη μας και χρησιμοποιούμε ακόμη και σήμερα στην καθημερινότητά μας με την πρώτη ευκαιρία.
Και ποιος δε θυμάται την Αλίκη να φωνάζει «Ει Πειρατή! Το τόπι μου»! και να πέφτει στην αγκαλιά του αγαπημένου της λίγη ώρα μετά, που κεραυνοβόλα της είχε κλέψει την καρδιά. Και ποιος δεν ερωτεύτηκε μ’ αυτήν τη σκηνή, ποιος δεν είχε δώσει τότε ρομαντικό ραντεβού με το αίσθημα κάτω απ’ το μεγάλο ρολόι στο κέντρο του Πειραιά και δεν ονειρεύτηκε στη ζωή του με μια αγάπη τέτοια, αγνή και παντοτινή.
Γιατί το άλλο; Πόσες φορές έχεις διακωμωδήσει τα ασήμαντα καβγαδάκια στο σπίτι με τους δικούς σου, κλείνοντας -ίσως κι ανοίγοντας- τον τσακωμό με φράσεις του τύπου «Πήγαινε, ρε πατέρα, στην κουζίνα να πάρεις νερό. Κι όταν έρθεις φέρε μου και μένα ένα ποτήρι».
Για να μη θίξω το ευαίσθητο ζήτημα του «νομίζω ότι έφαγα λίγο παραπάνω αυτές τις γιορτές». Να λέμε αλήθειες μεταξύ μας παιδιά. «Σούζυ τρως. Και ψεύδεσαι και τρως», φωνάζει επιδεικτικά η μοδίστρα Βλαχοπούλου στην ταινία και ξεραίνεσαι στα γέλια μέχρι νεοτέρας. Ξεχνάς κιλά, ζυγαριές, καθρέφτες, τα πάντα, απλώς ταυτίζεσαι ολοκληρωτικά κι αυτοσαρκάζεσαι εξίσου.
Ενώ και το ρυθμικό «ένα, δύο, τρία, ωπ! Το ‘ριξα στο σορολόπ» απ’ το οποίο δεν έβγαλες νόημα ποτέ, όμως ταυτόχρονα ξέρεις ότι σε εκφράζει απόλυτα σε κάθε σου εκδρομή, κοντινή ή μακρινή απόδραση, διασκεδαστική στιγμή, κεφάτη διάθεση, φιλική συνάντηση ή παρεΐστικη βόλτα.
Ο παλιός, ελληνικός κινηματογράφος πρεσβεύει ηθικές αρχές, που παρά το πέρασμα των ετών παρέμειναν ανέγγιχτες. Οι ταινίες εκείνες αποπνέουν αλήθεια, αισιοδοξία, πίστη στα ιδανικά, σεβασμό στις αξίες, τα ήθη κι έθιμα, καθώς κι αφοσίωση στις βασικές κοινωνικές δομές. Δε στηρίζονταν στα εκθαμβωτικά πλατό, τα επιστημονικής φαντασίας θέματα και τα εντυπωσιακά εφέ. Αντιθέτως, με πολύ απλά σενάρια, λιτά σκηνικά, καθόλου φορτωμένες χορογραφίες, εξευγενισμένες μελωδίες και καλαίσθητο χιούμορ πέτυχαν να κερδίσουν αιώνια την πρώτη θέση στην καρδιά μας.
Όλες αυτές οι ταινίες από διαφορετική σκοπιά η καθεμία, αλλά συνάμα μ’ έναν απόλυτα σαφή και φυσικό τρόπο, φρόντισαν να προσφέρουν απλόχερα στο κοινό μια ωδή στην υπέροχη χώρα που ζούμε, με τον καταγάλανο ουρανό, τις απέραντες λιακάδες, τα μοναδικά τοπία, τους γραφικούς προορισμούς, τη ζεστή ατμόσφαιρα, τις λατρεμένες παραδόσεις, τα ακράδαντα πιστεύω, τις ισχυρές ιδιοσυγκρασίες, τα ανεξάντλητα συναισθήματα και τους φιλόξενους ανθρώπους. Αν αυτό δεν είναι μαγεία, συνταγή επιτυχίας και μάθημα ζωής για τις επόμενες γενιές, τότε τι είναι;
Ακόμη και σήμερα όταν παίζονται σε ζώνη prime time, εύκολα θυσιάζεις πολλές σαββατιάτικες βόλτες για μια τέτοια ταινία στον καναπέ σου, μαζί με τα αδέρφια, τους γονείς, τους φίλους ή το σύντροφό σου, αγκαλιά με μια κουβέρτα κι ένα μπολ πατατάκια. Παραδέξου το. Για την ακρίβεια, τεστάρετε μεταξύ σας ποιος ξέρει κάθε φορά την επόμενη ατάκα ή ποιος θα θυμηθεί γρηγορότερα τη σκηνή που ακολουθεί.
«Δεν ξέρω αν το προσέξατε, αλλά σήμερα είμαστε μια ωραία ατμόσφαιρα».
Επιμέλεια κειμένου: Αναστασία Νάννου