Προχθές βγήκαμε έξω οι γνωστές άγνωστες.
Μια τρελή γυναικοπαρέα, που η φιλία και το δέσιμό της παραμένουν αναλλοίωτα στον χρόνο.
Δέκα συναπτά έτη, προχωράμε, αλλάζουμε, έχουμε όμως πάντα η μία την άλλη. Το λέμε και το πιστεύουμε.
Είχε έρθει μαζί μας και η Μίνα. Η αλήθεια είναι ότι με τη Μίνα, έχουμε χαθεί τον τελευταίο καιρό.
Δικαιολογούμαστε ότι φταίνε οι συνήθεις ύποπτοι: δουλειά, παιδιά, τρελά ωράρια.
Η πικρή αλήθεια είναι όμως ότι ο λόγος που έχουμε χαθεί είναι γιατί η ίδια αρνείται πεισματικά να μπει στο facebook.
Δεν έχει, λέει, καμιά περιέργεια να δει αν πάχυναν οι παλιές της συμμαθήτριες και πως είναι σήμερα οι συμμαθητές της.
Δεν ενδιαφέρεται ούτε να κάνει αίτημα φιλίας σε εκείνον τον ανεκπλήρωτο έρωτα των εφηβικών της χρόνων.
Δεν την νοιάζει πως περνάνε οι άλλοι το Σαββατόβραδό τους.
Δεν ενδιαφέρεται καν να μπει σε ομάδες για θέματα που την αφορούν και να συζητήσει με αγνώστους.
Έτσι, αναπόφευκτα έχουμε απομακρυνθεί.
Γιατί δεν είναι εκεί να κάνει το πρώτο like στη φωτογραφία που θα ανεβάσω. Δεν ενημερώνεται ούτε για τα μέρη που πηγαίνω και με ποιους.
Χάνει βασικές πληροφορίες για το πώς νιώθω κάθε στιγμή, διαλέγοντας το κατάλληλο εικονίδιο.
Ούτε για τα άρθρα που κάνω share γνωρίζει. Για να τα δει, πρέπει να βγω από το facebook και να της τα στείλω με e-mail. Τρέχα γύρευε!
Κατά τη διάρκεια της εξόδου μας, κάναμε μια ύστατη προσπάθεια να την πείσουμε να ανοίξει λογαριασμό, αλλά δεν την καταφέραμε.
Ούτε και όταν ρώτησε τη Μαρία για το καινούργιο της boyfriend πείστηκε.
Στην απλή ερώτηση της Μίνας «Πώς είναι;», η Μαρία της έδειξε όλες τις φωτογραφίες που είχε ανεβάσει αυτός στο προφίλ του, οι οποίες ξεκίνησαν από τη βάφτισή του και μετά.
Η Μίνα ενημερώθηκε για το πότε ακριβώς μπουσούλησε, πόσα σπιθουράκια είχε στην εφηβεία, που υπηρέτησε φαντάρος και με ποιους.
Φυσικά, εμείς όλα αυτά τα είχαμε δει από την αρχή του φλερτ και της είχαμε πει στο chat την άποψή μας.
Αυτή τη φορά όμως η Μαρία μας έβαλε για τα καλά μέσα στη σχέση όταν μας έδειξε και τις πρωτότυπες φωτογραφίες που της ανέβαζε για να της πει καλημέρα και τις άλλες τις πιο πονηρές, στις μεταμεσονύχτιες συζητήσεις τους.
Όταν καθίσαμε στο τραπέζι, πριν αρχίσει το πρόγραμμα η Μίνα δεν είχε με ποιον να μιλήσει.
Όλες είχαμε βγάλει το κινητό να κάνουμε check-in στο μέρος που είχαμε έρθει, με ποιους και να βγάλουμε φυσικά τις απαραίτητες φωτογραφίες.
Βγάζαμε πολλές φωτογραφίες η μία την άλλη με όλους τους απαραίτητους συνδυασμούς και μετά διαλέγαμε.
«Όχι αυτήν δεν είμαι ωραία», «Όχι σε αυτήν έχω κλειστά τα μάτια», όμως μετά από περίπου μισή ώρα, επιλέξαμε και ανεβάσαμε τις καλύτερες.
Στο τσακ προλάβαμε, γιατί μετά έκλεισαν τα φώτα για να ξεκινήσει το πρόγραμμα.
Η Μίνα κοιτούσε την πίστα κατευθείαν. Οι υπόλοιπες μέσα από το κινητό για να βγάλουμε την καλύτερη φωτογραφία και να την ανεβάσουμε με την ευφάνταστη λεζάντα «Συμβαίνει τώρα!»
Μετά, περιμέναμε για να διαβάσουμε τα comments των άλλων που μας ζήλευαν που περνούσαμε τόσο ωραία και στη συνέχεια τους απαντούσαμε ότι όντως είναι τέλεια και κρίμα που δεν είναι και αυτοί εδώ.
Ρίχναμε και μια ματιά στις ενημερώσεις να δούμε που έχουν πάει και οι άλλοι φίλοι μας και πόσο ωραία ή όχι περνούν και αυτοί με τη σειρά τους.
Όλη αυτή την ώρα η Μίνα είχε το κινητό της μέσα στην τσάντα της και παρακολουθούσε, τραγουδώντας το πρόγραμμα. Έπινε, γελούσε και φλέρταρε με έναν τύπο στο απέναντι τραπέζι.
Κάποια στιγμή σηκώθηκε στην πίστα να χορέψει και το αγαπημένο της ζεϊμπέκικο.
Σηκωθήκαμε και εμείς. Τι φίλες είμαστε; Την τραβούσαμε βίντεο σε κάθε στροφή.
Βέβαια δεν το ανεβάσαμε, γιατί δεν είχε νόημα χωρίς να την κάνουμε tag. Της είπαμε να της το στείλουμε με mail να το έχει, αλλά ούτε αυτό το ήθελε.
Έδειχνε ενοχλημένη από αυτή την επιμονή μας. Το μόνο που φαινόταν να τη νοιάζει είναι να περάσει καλά.
Μετά από λίγη ώρα, ο τύπος από το διπλανό τραπέζι που την έρανε με λουλούδια όταν χόρευε, έκατσε τελικά δίπλα της.
Της χάιδεψε με νόημα τα μαλλιά και της ψιθύρισε τρυφερά στο αυτί «Πώς σε βρίσκω στο facebook να σου κάνω αίτημα;»