Δυο ανήλικα παιδιά, ηλικίας γυμνασίου, ένα αγόρι κι ένα κορίτσι, έχουν κληθεί από την εισαγγελία να απολογηθούν για διακίνηση π@ρνογραφικού υλικού, εις βάρος συμμαθητριών τους. Το περιστατικό που έλαβε χώρα χτες στο Ηράκλειο Κρήτης, μάς επιβεβαιώνει με το πιο τραγικό τρόπο ότι η κοινωνία μας είναι πιο μακριά από ποτέ στην προστασία των παιδιών κι η γενιά που έρχεται, γεννιέται μέσα στη βία και σε αυτή παραμένει.
Δυο παιδιά, λοιπόν, στο λεπτό ακόμη όριο μεταξύ παιδικότητας κι εφηβείας, που η ψυχή τους εκ φυσικού της είναι άδολη και θα έπρεπε να ζουν την όμορφη άγνοιά τους, που αν φύγει δεν έρχεται ποτέ πάλι πίσω, προβαίνουν σε μια πράξη εκδίκησης που ακόμη κι ένας ενήλικας αδυνατεί να συλλάβει. Δυο μικρά παιδιά, αποφάσισαν να εκθέσουν το σώμα και την αξιοπρέπεια δυο κοριτσιών παραποιώντας φωτογραφίες τους, και διακινώντας τις στο ίντερνετ, με σκοπό την εκδίκηση. Μάλιστα, από τις πληροφορίες που βγαίνουν στη φόρα, ο εγκέφαλος φαίνεται να ήταν το κορίτσι, ανάμεσα στα δύο παιδιά.
Το πιο τρομακτικό όμως, στη βία μεταξύ ανηλίκων, είναι η συνειδητοποίηση πως οποιοδήποτε παιδί θα μπορούσε να βρεθεί σε κάποια από τις δυο θέσεις που είναι λυπηρές η καθεμία για ξεχωριστό λόγο. Προσωπικά, φοβάμαι όσο σκέφτομαι πόσο μόνο και χωρίς καθοδήγηση μπορεί να είναι ένα παιδί έτσι ώστε να φτάσει στο σημείο να καταφύγει σε μια τόσο βίαιη εκδικητική πράξη, όπως είναι κι όλα τα περιστατικά βίας μεταξύ ανηλίκων που ακούμε το τελευταίο διάστημα. Κι επειδή το 75% είναι αυτό που βλέπουμε από τους φροντιστές μας συμπεριφορικά, τι ερεθίσματα δίνονται μέσα στα σπίτια και στον οικογενειακό κύκλο, ώστε η εκδίκηση να είναι η μόνη λύση αντιμετώπισης διαφορών;
Προσπαθώντας να το δω με περισσότερη ενσυναίσθηση από την πλευρά του γονιού, από την άλλη, ενοχές μπορεί να κουβαλούν αυτή τη στιγμή οι οικογένειες και των θυτών γιατί δεν είδαν τη συμπεριφορά να έρχεται, αλλά και των θυμάτων που δεν προστάτευσαν τα παιδιά τους. Που μπορεί να κάνουν το καλύτερο που μπορούν, αλλά καμιά φορά η καθημερινότητα σε τρώει τόσο, που εκτός από το να χάνεις στιγμές με τα παιδιά σου, ξεχνάς πως είσαι τα πάντα γι’αυτά και πόσο έχουν ανάγκη την προσοχή σου. Πως είναι τα μόνα που την οφείλεις πραγματικά, πως απαιτείται να το κάνεις και να βρεις τα κουπιά τους. Να χτίσεις γέφυρες επικοινωνίας μαζί τους που θα τα κρατήσουν μακριά από τη βία.
Επίσης, το ίδιο το σχολείο, οι δάσκαλοι, οι καθηγητές, πού στο καλό είναι, την ώρα πρέπει να βρίσκονται κοντά στον μαθητή και να έχουν άμεση επαφή με τους γονείς αντίστοιχα. Γιατί το σχολείο είναι η πραγματική πρώτη μας επαφή με το κοινωνικό σύνολο και η πιο αληθινή πλευρά της ζωής, που μας περιμένει εκεί έξω.
Τέλος, αυτά τα social και οι διάφορες εφαρμογές. Πόσο μεγάλο θέμα συζήτησης. Τρελή σπαζοκεφαλιά. Από ποια ηλικία πρέπει τα παιδιά να τα χρησιμοποιούν ώστε μα μη νιώθουν αποκομμένα από τους συνομηλίκους τους και σε ποιο βαθμό; Από ποια ηλικία και πριν εκτίθενται σε υλικό και γνώση που δεν μπορούν να διαχειριστούν; Τι γίνεται όταν αυτά που θα έπρεπε να είναι εργαλείο μάθησης, γίνονται όπλο εκδίκησης; Είναι όλες οι εφαρμογές κατάλληλες για χρήση ή χρειάζεται ηλικιακό όριο και η απαραίτητη επίβλεψη ενός κηδεμόνα ενήλικα; Φροντίζουν οι ίδιοι οι γονείς να εκπαιδευτούν στις νέες τεχνολογίες; Και μήπως πρέπει να ελέγχονται έστω και κρυφά τα κινητά των παιδιών μέχρι την ενηλικίωση; Κι αν αυτή είναι μια λύση, τότε πώς στο καλό χτίζεται η εμπιστοσύνη; Και φυσικά, η δίωξη ηλεκτρονικού εγκλήματος, πόσο τεντωμένες κεραίες έχει απέναντι σε κάθε είδους ψηφιακό εκφοβισμό;
Μπορεί κάποιες σκέψεις μου να φαίνονται αυστηρές. Είναι όμως περισσότερο ο φόβος μου. Ίσως μου βγαίνει το μητρικό μου ένστικτο, η αγωνία μου ότι πάντα κάτι δεν κάνω καλά. Η αγανάκτησή μου, γιατί είναι άδικο για μια γενιά γεμάτη όνειρα, να ξεκινάει βουτηγμένη στο σκοτάδι, ενώ έχει τόσα όμορφα πράγματα να ζήσει. Η ενοχή μου, γιατί εμείς φταίμε, να το ξέρετε.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου