Κοιτάς και νομίζεις ότι ξέρεις τον άλλο. Παρατηρείς φευγαλέα και βγάζεις το πόρισμά σου για τη ζωή του. Αλλά είσαι σίγουρος ότι αυτό που βλέπεις είναι κάτι αληθινό; Είσαι σίγουρος ότι δε σε αφήνει να δεις αυτό που ο ίδιος θέλει;

Την επιφάνεια βλέπεις και μόνο αυτή. Εκεί έμαθε να σταματάει το ανθρώπινο μάτι. Έμαθε να κοιτά και ξέχασε να βλέπει. Να βλέπει αυτά που το μάτι δε σου μαρτυρά. Αυτά που το μυαλό απωθεί κι η καρδιά φοβάται. Αυτά τα ανείπωτα που κουβαλάς μέσα σου και δε λες να αφήσεις πίσω σου, δεν είναι και τόσο ευδιάκριτα. Το δύσκολο είναι να μιλήσεις γι’ αυτά που δε βλέπεις πάνω στον άλλο, για την ιστορία του.

Είδωλα του πραγματικού μας εαυτού, αυτό συναντάς στην καθημερινότητά σου. Ψεύτικα, χαρούμενα προσωπεία που από κάτω τους κρύβεται το αυθεντικό παρελθόν.

Κάθε μέρα διαλέγεις και βάζεις τη μάσκα σου και βγαίνεις στο χάος. Απρόσωπες σχέσεις, προσποιητά χαμόγελα κι επιφανειακές χαρές. Προσπαθείς να μην προδοθείς, να μην ξεχαστείς και φανερώσεις σε κάποιον την ιστορία που κουβαλάς μέσα σου, κρυφά. Μικρή ή μεγάλη, αυτή πάντα θα είναι μοναδική για ‘σένα. Τόσο μοναδική, που πολύ δύσκολα θα φανερώσεις σε κάποιον αμέσως τα τρωτά της σημεία.

Μα αν κάποιος έρθει και κάνει τον κόπο να κοιτάξει κάτω απ’ τη μάσκα σου, τότε τι θα δει; Θα δει τον αληθινό σου εαυτό. Αυτόν που κάτι έχει αφήσει πίσω του και τον πονά. Αυτόν που κάτι φοβάται και ντρέπεται να το πει. Αυτόν που έχει πληγωθεί και το παραδέχεται. Αυτόν που παραδέχεται τα λάθη του και παραμερίζει το «εγώ» του.

Στο πρόσωπό σου μπορεί να φοράς τη μάσκα σου, η ψυχή όμως δεν ξέρει από τέτοια.  Εκεί δε χωράνε μεταμφιέσεις. Οι στιγμές σου είναι ανόθευτες κι έτσι θα παραμείνουν εκεί που κρύβονται καλά από τα περιττά μάτια.

Ανόθευτες στιγμές, ανομολόγητοι φόβοι, γερασμένα απωθημένα συνθέτουν την ιστορία του κάθε ανθρώπου που συναντάς εκεί έξω. Μια ιστορία που πιθανότατα δε θα μοιράζεται εύκολα με τρίτους, αλλά αντιθέτως την κρατάει καλά κρυμμένη από ξένα βλέμματα. Τα συναισθήματά του τα κρατάει καλά κρυμμένα κι αυτό γιατί ένιωσε κάποτε πολύ.

Τα λόγια τα αδυνατίζουν, τα φθείρουν, τα σκοτώνουν. Αυτό κάνει τα ανείπωτα σημαντικά. Μοναδικά είναι γιατί ποτέ δεν ντύθηκαν με λόγια και δε δανείστηκαν ποτέ σε χέρια ξένα. Έμειναν εκεί καλά κρυμμένα ώστε να μην προδοθούν ποτέ. Μα ακόμα κι αν τύχει να προδώσουν για λίγο την αψεγάδιαστη βιτρίνα, αυτά διαγράφονται στις σκιές του προσώπου του ή σε κάποιο αφηρημένο βλέμμα του κι έπειτα κρύβονται ξανά με προσοχή.

Πριν λοιπόν κρίνεις τον διπλανό σου, να σιγουρευτείς πρώτα ότι τον ξέρεις. Να βεβαιωθείς ότι ξέρεις την ουσία του κι όχι την επιφάνειά του, ότι ξέρεις την ιστορία του, ότι ξέρεις τα ανομολόγητα της ψυχής του.

Είναι η συνήθεια του σύγχρονου ανθρώπου να κρίνει τη βιτρίνα του άλλου; Ξέρεις πολλά για τους άλλους, για τον εαυτό σου όμως τι έχεις να πεις; Ποια είναι η δική σου ιστορία;

Επιμέλεια Κειμένου Μυρτώς Τσιτσιδάκη: Πωλίνα Πανέρη

 

Συντάκτης: Μυρτώ Τσιτσιδάκη