Άγνωστοι σε μια θάλασσα αγνώστων, αυτό είναι όσοι αγάπησαν, πόνεσαν και μετά χάθηκαν. Άνθρωποι που κάποτε συγχρόνιζαν τις στιγμές τους στον παλμό της αγκαλιάς τους, τώρα φαίνονται πιο ασυγχρόνιστοι από ποτέ μιας και δεν μπορούν ν’ αναγνωρίσουν ο ένας τον άλλο. Βλέμματα που ούρλιαζαν από συναισθήματα τώρα στέκονται εκεί, απέναντί σου και σε κοιτάζουν άδεια, απαθή και ψυχρά. Χρώμα δεν άλλαξαν, άλλαξαν όμως τη φωνή των συναισθημάτων τους. Έχασαν τη ζεστασιά τους κάτω από μια ψυχρή επιφάνεια.  Κοιτάς, προσπαθείς να δεις μέσα τους τον άνθρωπο που κάποτε μοιράστηκες τα πάντα, μα δεν τα καταφέρνεις. Γιατί; Μα γιατί αυτός ο άνθρωπος δεν υπάρχει πια.

Περίμενες αφελώς να δεις ξανά τον ίδιο άνθρωπο που κάποτε άφησες; Να τον δεις και να αναγνωρίσεις ένα κομμάτι του εαυτού σου όπως τότε;  Είναι σαν να περιμένεις να δεις τα πάντα ακέραια μετά από μια πυρκαγιά. Ποτέ δε θα ξαναβρείς το ίδιο άνθρωπο εκεί, να σου μιλάει με τα μάτια του και να σου χαμογελάει με την ψυχή του. Το μόνο που έμεινε από αυτόν είναι συντρίμμια. Απομεινάρια από στάχτες, αγάπη και πόνο. Αν ο έρωτας είναι μια θύελλα, πώς περιμένεις να βγει κάποιος αλώβητος από αυτή;

Τα μάτια θολώνουν, τα πρόσωπα σκληραίνουν, η ψυχές σωπαίνουν και το μόνο που μένει, στην καλύτερη, στο τέλος είναι ένα τυπικό «γεια». Ένα γεια, απαθές και ξερό που μέσα του κλείνονται πεθαμένες στιγμές και δύο φιγούρες κολλημένες στο χρόνο.

Άγνωστες φιγούρες, αυτό γίνονται οι κάποτε πολύ ερωτευμένοι. Άγνωστοι σαν αυτούς που συναντάς καθημερινά. Άγνωστοι που κάπου, κάποτε τους έχει ξαναδεί, που κάτι σου θυμίζουν, κάτι μακρινό. Όμως δεν μπορείς να το διακρίνεις μιας και προσπαθούν να κρυφτούν για να μην πονέσουν ξανά. Ένα νεύμα μπορεί να ζωντανέψει μια στιγμή σας και να την ξαναθάψει πάλι βαθιά, εκεί που γιορτάζουν τα πεθαμένα βράδια σας.

Άνθρωποι άγνωστοι, που για λίγο οι δρόμοι τους ενώθηκαν και μετά χωρίστηκαν πάλι. Όμως αυτή η διαδρομή τους άλλαξε. Άλλους ανθρώπους τους δυναμώνει, ενώ άλλους τους φθείρει, τους διαβρώνει.

 Θυμήσου τα λόγια του Λειβαδίτη :

«Και σμίγουν και χωρίζουν οι άνθρωποι

και δεν παίρνει τίποτα ο ένας απ’ τον άλλον.

Γιατί ο έρωτας είναι ο πιο δύσκολος δρόμος να γνωριστούν».

Ένας δρόμος, που όταν τελειώσει όμως, είναι δύσκολο ν’ αναγνωρίσεις τον πρώην συνοδοιπόρο σου σ’ αυτόν. Έτσι είναι οι ανθρώπινες σχέσεις, δεν είναι αναγκαστικό ότι θ’ αλλάξουν τον άνθρωπο ριζικά, πάντα όμως θα κρατήσουν κάτι πολύ μικρό από αυτόν. Ένα κομμάτι του τρωτό, αυτό που δώρισε στον άλλον, και δίχως αυτόν, σκληραίνει και μεταβάλλεται.

Το μόνο που αφήνει απροσπέλαστο ο χρόνος  δεν είναι οι άνθρωποι, αλλά οι αναμνήσεις. Ακόμα όμως κι αυτές θάβονται τελικά, από φόβο, από θάρρος, από επιλογή, από αντίδραση κάτω από μια αλλιώτικη σκληρή επιφάνεια, που οι συντεταγμένες της δε χωράνε πια συναισθηματικές δωρεές σε ανθρώπους κενούς.

Δεν τον αναγνωρίζεις; Κακώς! Αυτόν τον άνθρωπο τον άλλαξαν τα έργα σου.

Εσύ είσαι ακόμα ο ίδιος;

 

Eπιμέλεια Κειμένου Μυρτώς Τσιτσιδάκη: Σοφία Καλπαζίδου

Συντάκτης: Μυρτώ Τσιτσιδάκη