Σχέση ζωής. Ούτε αντικατάστασης ούτε καταναγκαστική. Ανιδιοτελής. Σχέση αμφίπλευρη κι αμοιβαία. Ετούτο το κάτι «σαν μαμά» που ναι, μεν, μπορεί να μοιάζει, αλλά κανείς δεν μπορεί να πει πως είναι και το ίδιο. Ρόλος ξεχωριστός που δε συγκρίνεται με κανέναν. Κι αυτή ακριβώς είναι κι η μαγεία του.
Σε περίμενε προτού γίνεις καν ωάριο, όσο ακόμα ήσουν ιδέα. Κι όταν δημιουργήθηκε η αφεντιά σου ήταν απ’ την αρχή πανταχού παρούσα. Η πλησιέστερη εμπειρία της στη μητρότητα, βλέπεις. Ξάφνου, έγινε σημαντική κι εκείνη. Σε τάισε, σε σκέπασε, σε κοίμισε, ξενύχτησε από πάνω σου, ξενύχτησε και στο πλάι σου. Δίκαιος συνένοχος σε κάθε σου κοπάνα, άξιος κι ασφαλής ακροατής ακόμα και των πιο ένοχών σου μυστικών. Συνένοχος και σε όλα εκείνα τα βράδια που θέλησες να ξαγρυπνήσεις στην τηλεόραση. Το έβρισκες συναρπαστικό. Με εκείνη μπορούσες να δεις ό,τι δεν έπρεπε να δεις.
Επαγγελματίας στη δικαιολόγηση απουσιών. Πρόθυμη να σου προσφέρει ακόμα λίγο ύπνο σπίτι της για να γλυτώσεις την πρώτη ώρα. Ο πιο διασκεδαστικός συνοδός στη σχολική σου εκδρομή, κόντρα στην απροθυμία και τη νωχελικότητα της μάνας σου. Λυτρωτής στο επιπλέον χαρτζιλίκι. Εκείνη σε μύησε στον κόσμο των μεγάλων. Εκείνη που έλεγε «ναι» ενάντια στα ακριβοθώρητα «όχι» των άλλων κάνοντας όλα τα «πρέπει» να χλομιάζουν.
Εκείνη που σε επίπληττε γλυκά χωρίς να σε κατσαδιάζει ή να σου βάζει τις φωνές. Το δύσκολο έργο των περιορισμών, βλέπεις, δεν ενέπιπτε στο πεδίο των αρμοδιοτήτων της. Γι’ αυτό κι ήταν πάντα η καλή της υπόθεσης.
Μαζί της μπορούσες να είσαι κάποιος άλλος. Έπαιρνε το μέρος σου. Απελευθερωτής κάθε μα κάθε εγωιστικής σου επιθυμίας. Ένιωσε την ευθύνη του δια βίου χαμόγελού σου. Αν δε σε καλομάθαινε εκείνη, ποιος; Κατάφερνες να τη λυγίζεις με κάθε κατεργάρική σου στάση. Αρκούσε ετούτη η δισύλλαβη προσφώνηση που την έκανε να τα χάνει. Από Τούλα έγινε θεία-Τούλα κι φρόντισες εσύ βάζοντας όλη σου τη μαεστρία, ώστε να ακούγεται τόσο μα τόσο εύηχα.
Μεγαλώνοντας συνειδητοποίησες πως δικαιωματικά έγινε η καλύτερή σου φίλη. Με το ζόρι μπορείς να θυμηθείς τη φωνή της. Κι όμως θυμάσαι σχεδόν τα πάντα από ‘κείνη. Ίσως ο πιο τίμιος κι ο πιο σοφός συμβουλάτορας της ζωής σου όταν το τηλέφωνο χτυπήσει. Ή όταν δε χτυπήσει.
Υπερφίαλη και φασιαριόζα. Εκνευριστικά οργανωτική. Θα ‘λεγες πως έκανε και κουμάντο. Μισούσες την ανυπόφορη κοινωνικότητά της και το πόσο μυημένη ήταν στις επισκέψεις. Την ήθελες αποκλειστικά. Όχι στα γρανάζια της αμείλικτης υποχρεωτικότητας. Δε θα ξεχάσεις ποτέ το γαμιστερό παστίτσιο της ούτε το στρουμπουλό σουλούπι της. Δε θα μπορούσες άλλωστε να τη φανταστείς κάπως αλλιώς. Τη λάτρευες ατόφια, όπως ήταν.
Εύθικτη κι υπερευαίσθητη. Σε είχε κι εκείνη ανάγκη κάθε που την έπιαναν τα δάκρυα, έστω κι αν το μόνο που είχες να της προσφέρεις ήταν το παιδικό σου χέρι.
Όχι, δεν ήταν μονάχα ένας guest star στη ζωή σου. Ένας διάττοντας αστέρας, θα ‘λεγες. Όπως κι εσύ για ‘κείνη. Ίσως όχι η μεγαλύτερη. Σίγουρα όμως η καλύτερή σου αγάπη. Κανείς δεν είχε μαζί της τη σχέση που είχες εσύ.
Έχω κλειδώσει στην καρδιά μου σαν φυλακτό την τελευταία μας στιγμή μαζί. Έπρεπε να μου ‘χες πει πόσο θα μου λείψεις, θεία.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη