Ψέματα δε θα σου πω. Το είχα δει το τέλος μας. Το φοβόμουν και ταυτόχρονα το ευχόμουν. Πες το διαίσθηση, ένστικτο, αυτογνωσία ή όπως αλλιώς αγαπάς. Άλλωστε ποτέ δε χάνεις κάποιον ακριβώς την ώρα που φεύγει. Αυτό συμβαίνει πολύ πιο πριν ή πολύ αργότερα.
Ο λόγος; Αλήθεια, δεν κατάλαβα ποτέ. Έπαψα απλώς κάποια στιγμή να είμαι η πρώτη καλημέρα. Έψαχνα σαν την τρελή να βρω στα πράγματά μου, όλο σιγουριά, εκείνα τα χαρτάκια που μου γέμιζες τις τσέπες. Χρωματισμένα με stabilο «καληνύχτα αγάπη μου», «σε θέλω», «θα σε αγαπώ για πάντα».
Περίμενα καρτερικά εκείνο το γλυκά ανακριτικό τηλεφώνημα σου που με συνόδευε κάθε βράδυ στο σπίτι. Εάν έφτασα κι αν όλα είναι εντάξει. Να βρίσκω το βλέμμα σου πάνω μου κάθε φορά που γυρνούσα απ’ την άλλη και τους παλμούς σου να εκτοξεύονται όταν κάνουμε έρωτα. Λυπάμαι που δε βρήκα τίποτα πια τίποτα απ’ αυτά.
Πάλεψα πολύ για την αγάπη μας. Κάθε φορά που σου υπενθύμιζα κρούοντας τον κώδωνα κινδύνου ότι κάτι έχει αλλάξει, ερχόσουν με τεράστιες σακούλες δώρων προκειμένου να μου εξαγοράσεις ακόμα λίγη υπομονή ή με μπούκωνες κολοκυθοανθούς καθησυχάζοντάς με πως εμείς θα γεράσουμε μαζί. Μπούρδες.
Εάν με ρωτούσες τότε αν φανταζόμουν τη ζωή μου χωρίς εσένα θα σου φώναζα ένα αδιαπραγμάτευτο «όχι». Σήμερα, όμως, σου μιλάω. Συνεπώς, αυτοαναιρούμαι άρα κατά κάποιον τρόπο είμαι ψεύτρα. Όχι μόνο κατάφερα να επιβιώσω. Δε χρειάστηκε καν να φανώ δυνατή. Δεν είμαι σίγουρη αν θα πρέπει να σε αναθεματίσω ή να σε ευχαριστήσω.
Δε λέω. Θρήνησα, έκλαψα, φώναξα. Και τώρα που σου μιλάω ήρεμη δεν είναι ότι με κούρασε το δράμα. Απλά κατάλαβα.
Κατάλαβα πως έπρεπε να γίνει έτσι για όλα τα σημερινά μου προνόμια. Το προνόμιο του να μην εξαρτάται η διάθεση μου από μία σου και μόνο λέξη. Μπορώ να κλάψω όσο θέλω χωρίς να με απασχολεί το αν θα αποκαλεστώ κλαψιάρα, να φωνάξω χωρίς να ακουστώ υστερική, να γελάσω χωρίς να θεωρηθώ γελοία. Μπορώ να είμαι ό,τι θέλω.
Η ζωή μου έπαψε να είναι μια τηλεφωνική συσκευή και μάλιστα χαλασμένη. Είναι μαρτύριο να περιμένεις να είσαι προτεραιότητα και ταυτόχρονα εγωιστικό. Δεν περιμένω από κανέναν να καμαρώσει ή να ντραπεί για ‘μένα. Δεν αποζητάω δεύτερες γνώμες για αποφάσεις που αφορούν τη ζωή μου. Δε χρειάζεται να είμαι υπόλογη πουθενά. Δε χρειάζεται να ζητήσω καμιά συγγνώμη που δεν εννοώ. Δε μου άρεσαν ποτέ οι κολοκυθοανθοί. Με άλλα λόγια, σιχαινόμουν τον εαυτό μου κάθε φορά που προσποιούμουν για το οτιδήποτε για να σε ικανοποιήσω.
Αλήθεια, είχα ξεχάσει πόσο όμορφο είναι το φλερτ και τα πρώτα σκιρτήματα. Διστακτικά χέρια, χάδια και βλέμματα. Η μαγεία των πρώτων φιλιών. Το είδωλο μου στον καθρέφτη γεμάτο αυτοπεποίθηση κι αποφασιστικό. Είχα ξεχάσει πόσο όμορφο είναι να σε αποκαλούν όμορφο.
Με έχεις κλείσει σε μια φυλακή που την ονόμασες αγάπη. Στο ‘χα ζητήσει πολλές φορές. «Άσε με να φύγω». Ο έρωτας είναι η πιο αδυσώπητη ιδεολογία. Τον σκοτώνεις όσο είναι μικρός. Διαφορετικά, σε σκοτώνει αυτός.
Πρέπει να με πιστέψεις. Δεν απαξιώνω όσα έζησα κι ένιωσα μαζί σου. Χωρίς εσένα, όμως, είμαι καλύτερα. Άλλωστε και στο τέλος κάθε παραμυθιού από παιδιά, δε μας προσδιόριζαν πώς ακριβώς έζησαν αυτοί καλά και πώς εμείς καλύτερα. Μαζί σου έμαθα πως αυτό επαφίεται στη χρυσή κρίση του καθενός.
Χωρίς εσένα θα είμαι καλύτερα.