Η γιαγιά μου πάντα έλεγε «Να μη δίνεις με τα χέρια, αλλά με την καρδιά και με τον ίδιο τρόπο να παίρνεις κιόλας». Πάντα πίστευα ότι είναι σοφή, αλλά μεγαλώνοντας κι ωριμάζοντας συνειδητοποίησα πως είχε απόλυτο δίκιο για ακόμη μία φορά. Έτσι, λοιπόν, έμαθα να δίνω, να δίνω με την καρδιά μου, αλλά ποτέ μα ποτέ να μην προσδοκώ ανταλλάγματα. Έδινα γιατί έτσι ήμουν. Έδινα, γιατί αυτό με έκανε να αισθάνομαι καλά. Έγινε, τελικά, τρόπος ζωής. Πάντα είχα και έχω τα λόγια της σαν γνώμονα. Ένας άγραφος κανόνας, ας πούμε, που με συντροφεύει σε όλες τις ανθρώπινες σχέσεις που έχω δημιουργήσει με τους γύρω μου. Και στις ερωτικές φυσικά.

Καλώς ή κακώς οι άνθρωποι δεν έρχονται σε τούτον εδώ τον κόσμο με οδηγίες χρήσεως γι’ αυτό μάλλον κι οι ανθρώπινες σχέσεις τείνουν να γίνονται ολοένα και πιο περίπλοκες. Τον άνθρωπο που θα ερωτευτείς αν και μπορείς να τον διαλέξεις, δεν μπορείς να τον αλλάξεις, να τον ορίσεις. Τον εαυτό σου, όμως; Στα πλαίσια μια ερωτικής σχέσης, οι άνθρωποι συνηθίζουν να λένε πως είναι «ένα». Μία ψυχή σε δύο σώματα. Τρομερά ρομαντικό, δε λέω, αλλά ας δούμε λίγο και τη ρεαλιστική πλευρά του θέματος. Μέσα σε μία σχέση είστε δύο. Δύο διαφορετικές τελείως οντότητες ανεξάρτητη η μία απ’ την άλλη. Τι εννοώ με αυτό; Εννοώ πως ό,τι κάνεις εσύ, δε σημαίνει πως θα το κάνει κι ο άλλος ή το αντίστροφο.

Ποιος σου είπε πως οι σχέσεις είναι δούναι και λαβείν; Ποιος σου είπε πως αγαπάς για να σ’αγαπήσουν; Ποιος σου είπε πως ερωτεύεσαι για να σε ερωτευτούν; Δε νοιάζεσαι για να νοιαστούν. Δεν υπομένεις κι επιμένεις  για να κάνουν το ίδιο. Δε θέλεις, για να να θελήσουν. Δε δίνεις για να πάρεις! Δίνεις γιατί όντως θες να δώσεις. Δίνεις γιατί αυτή είναι η ιδιοσυγκρασία σου κι ο χαρακτήρας σου. Δίνεις γιατί για ‘σένα το να δώσεις μετράει πολύ περισσότερο απ’ το να πάρεις.

Όταν το κάνεις αυτό και το κάνεις με την καρδιά σου, να ξέρεις πως δε θα είσαι ποτέ χαμένος. Είσαι ο εαυτός σου κι αυτή σου η συμπεριφορά η ανιδιοτελής, είναι η απόδειξη ότι σε σέβεσαι, σε δέχεσαι και σε αγαπάς γι’ αυτό που είσαι. Τώρα, αν κάποιος άλλος δεν μπορεί, δεν ευθύνεσαι εσύ γι’ αυτό ούτε σημαίνει πως πρέπει να αλλάξεις. Εξάλλου ένας συμβατός δότης συναισθημάτων στην εποχή μας είναι κάτι σπάνιο.

Και κάπου εδώ δημιουργούνται οι παρεξηγήσεις… Ο αντίλογος θα υποστηρίξει πως είναι ανόητο μόνο να δίνουμε χωρίς να παίρνουμε.  Το ζητούμενο ωστόσο δεν είναι να δίνεις, να δίνεις και να ξαναδίνεις, να βρίσκεις τοίχο και να συνεχίζεις να δίνεις. Απλά να μη σκέφτεσαι με το συμφέρον. Η πρόθεση είναι αυτή που μετράει σε πολλές περιπτώσεις κι όχι το αποτέλεσμα. Όταν εσύ, λόγου χάρη, δίνεις με σκοπό μόνο να πάρεις είναι σαν να μην έχεις δώσει καθόλου. Χάνεται η ουσία. Και μαζί της χάνεται και η μαγεία της «προσφοράς», αλλά και της σχέσης ολόκληρης.

Σε τελική ανάλυση κι από μια πιο ωμή σκοπιά, θα παρατηρήσεις πως αν περιμένεις συνεχώς από τους άλλους, αν προσδοκάς από εκείνους πράγματα και συναισθήματα, για να δώσεις κι εσύ, θα γεύεσαι ως επί το πλείστον την απογοήτευση. Δεν είναι κρίμα, λοιπόν, να περιμένουμε απ’ τους γύρω μας κι όχι από εμάς;

Κι επειδή είναι ωραίο σε τέτοια αμφιλεγόμενα ζητήματα να βρίσκουμε πάντα τη χρυσή τομή και να τη μεταμορφώνουμε σε ένα αόρατο νήμα που μας βοηθά να ισορροπούμε, κράτα από ‘μένα αυτό το τελευταίο: να δίνεσαι, αλλά να μη σκορπίζεσαι…

 

Συντάκτης: Ανδριάνα Νίκου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη