Οι καλοί κι αληθινοί φίλοι γίνονται οι κουμπάροι μας όποτε κι αν παντρευτούμε. Αυτό είναι κανόνας. Είναι, θα μπορούσαμε να πούμε, σαν ένας άγραφος κι άτυπος νόμος που ελοχεύει σε κάθε παρέα. Κι αν και είμαστε μικροί και τέτοιου είδους συζητήσεις περί γάμου ούτε μας αρέσουν ούτε υπάρχει λόγος να γίνονται, ξέρουμε ήδη ποιοι θα είναι οι κουμπάροι μας. Και το ξέρουμε γιατί εμείς οι ίδιοι τους έχουμε επιλέξει έστω κι ασυνείδητα.
Τα πιο σημαντικά πράγματα, λένε, τα εξομολογείσαι μεταξύ σοβαρού κι αστείου. Έτσι και με την κουμπαριά. Οι συνθήκες μπορεί να μοιάζουν τελείως άκυρες για να κανονίσεις ποιος θα σε παντρέψει, αλλά τα άτομα που έχεις δίπλα σου είναι τα σωστά, το ξέρεις αυτό, το νιώθεις. Βρίσκεστε, λοιπόν, με τους κολλητούς κάπου ανάμεσα σε μεθύσια και κραιπάλες, μάλλον αργά το βράδυ ή έστω νωρίς το πρωί στο στέκι σας και φαντάζεστε τη ζωή σας μετά από κάποια χρόνια. Γελάτε σαν να σας καθαρίζουν αβγά και κοροϊδεύετε ο ένας τον άλλον για τις πιθανές πορείες ζωής που θα ακολουθήσετε. Το μόνο που θεωρείτε δεδομένο είναι πως οι φίλοι σας θα βρίσκονται εκεί σε κάθε στιγμή σας.
Επειδή, λοιπόν, οι πραγματικοί φίλοι νιώθουν την ανάγκη να είναι παρόντες σε κάθε σημαντική -ή όχι και τόσο- στιγμή των φίλων τους σκαρφίζονται δικαιολογίες κι αφορμές του τύπου «Φίλε, θα γίνεις κουμπάρος μου» , διότι η κουμπαριά είναι σαν εγγύηση πως θα είναι πάντα κομμάτι της ζωής σου, εγγύηση ότι δε θα χαθείτε στο μέλλον. Σου μοιάζει παρανοϊκό, αλλά παράλληλα και τόσο συγκινητικό…
Εξάλλου ποιος θα γίνει κουμπάρος σου αν δεν είναι αυτός που έχει περάσει σχεδόν όλη του τη ζωή μαζί σου με τα καλά και τα άσχημα; Ποιος θα σε παντρέψει αν δεν το κάνει αυτός που γνωρίζει κάθε κρυφή σου πτυχή πιο καλά κι από σένα; Ποιος θα σε ακολουθεί σαν κουμπάρος για την υπόλοιπη ζωή σου αν δεν το κάνει αυτός που οι επικές στιγμές που έχετε περάσει του είναι όσες κι οι φορές που ήσασταν μαζί;
Ο κολλητός που θα γίνει κουμπάρος σου δε θα σ’ αφήσει να παντρευτείς με κανένα ξενέρωτο πλάσμα που δε σου ταιριάζει και κατ’ επέκταση δεν του ταιριάζει. Βασικά, δε θα σε αφήσει να κάνεις το βήμα προς την εκκλησία με άτομο που πιστεύει ότι δε σου αξίζει, γιατί ο ίδιος είναι απ’ τους λίγους που έχουν εκτιμήσει τόσο καλά την αξία σου. Είναι αυτός που ακόμη κι εκείνη τη στιγμή της τελετής θα κάνει ανοησίες κι εσύ θα μονολογείς από μέσα σου «Γιατί έκανα αυτόν κουμπάρο;»
Γιατί δε θα μπορούσες να είχες επιλέξει άλλον για κουμπάρο εκτός απ’ αυτόν. Γιατί ακόμα κι αν δεν του το παραδέχεσαι ποτέ είναι το πιο σημαντικό άτομο στη ζωή σου μετά την οικογένειά σου και δε θα μπορούσε να βρίσκεται άλλος στη θέση του, κανείς δε θα ήταν άξιος αντικαταστάτης. Και στην περίπτωση που οι κολλητοί σου είναι πάνω από ένα άτομο να ξέρεις πως θα τους κάνεις όλους κουμπάρους γιατί θα εκείνοι θα βαφτίσουν τα παιδιά σου -ας ελπίσουμε να μην έχεις μια ντουζίνα κολλητούς.
Πέρα απ’ την πλάκα, όμως, η κουμπαριά μπορεί να μην είναι μια σχέση αίματος, είναι μια σχέση ζωής. Ακόμη κι αν τώρα πιστεύεις ότι είσαι μακριά από γάμους και πανηγύρια να ξέρεις ότι εκείνη τη στιγμή δε θα δυσκολευτείς καθόλου να βρεις κουμπάρο, γιατί τον έχεις κλείσει ήδη! Είναι και θα είναι ο κουμπάρος σου κι αυτό θα τα λέει όλα!
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη