Αν κάτι σηματοδοτεί την έναρξη της ανεξαρτησίας σου και της ενηλικίωσής σου, αυτό είναι σίγουρα το γεγονός ότι έφυγες απ’ το χωριό σου ή την πόλη σου, για να πας σε μια άλλη να σπουδάσεις. Επιτέλους έχεις το δικό σου σπίτι, διαμορφωμένο όπως εσύ θες, με τους δικούς σου κανόνες και τα δικά σου «πρέπει» και «μη».
Ο χώρος σου, η άπλα σου, η φωλίτσα σου, βρε αδερφέ, όλα είναι δικά σου και νιώθεις πιο τυχερός από ποτέ. Είσαι πιο τυχερός κι ευτυχισμένος από ποτέ, ειδικά αν αυτό το σπίτι είναι διαμέρισμα μιας φοιτητικής πολυκατοικίας σχεδόν όλοι οι ένοικοι είναι στην ίδια ηλικία και κυρίως στην ίδια φάση με σένα. Τώρα μάλιστα! Τα πράγματα μοιάζουν ιδανικά.
Στην αρχή, ίσως να ήσασταν όλοι σφιγμένοι κι όχι και τόσο άνετοι. Είναι λογικό, άλλωστε, αφού το άγνωστο πάντα μας προκαλεί φόβο που μας καθιστά για λίγο ανίκανους να ανοιχτούμε και να παρουσιάσουμε τον πραγματικό μας εαυτό. Έτσι, οι πρώτες τυχαίες συναντήσεις με τα υπόλοιπα παιδιά πιθανόν να μην ήταν και τόσο ελπιδοφόρες, αφού ξεκινούσαν και τελείωναν με τα τυπικά και για τις δύο πλευρές. Ωστόσο, αφήνοντας λίγο τον καιρό να περάσει και με την προϋπόθεση ότι οι τυχαίες αυτές συναντήσεις είχαν αυξηθεί εντός ή κι εκτός της πολυκατοικίας, στη σχολή, για παράδειγμα, η σχέση που αναπτυσσόταν μεταξύ σας έμοιαζε μάλλον ενδιαφέρουσα.
Άρχισαν, λοιπόν, κι οι επισκέψεις των ενοίκων στα σπίτια των υπολοίπων. Μια μεταξύ σας αμηχανία ίσως ακόμη υπήρχε, αλλά όχι για πολύ. Πόσο άβολα, άλλωστε, μπορεί να νιώσει ένας φοιτητής σε ένα φοιτητικό σπίτι; Καθόλου! Έτσι, ο πάγος έσπασε κι αυτές οι επισκέψεις άρχισαν να γίνονται όλο και πιο συχνές. Μαζί τους έφεραν και την ανεξήγητη νεανική οικειότητα ικανή να κάνει στην άκρη όλες τις τυπικούρες και τις δήθεν ευγένειες.
Μαζί, βέβαια, με αυτές τις τυπικούρες και τις ευγένειες έφυγε και το κλασικό ωράριο που τηρείται σχεδόν σε όλες τις άλλες μη φοιτητικές πολυκατοικίες. Το χτύπημα του κουδουνιού στις τρεις το βράδυ για λίγο περίσσευμα βότκας ήταν σαν συναγερμός και προειδοποίηση ότι η νύχτα, τελικά, θα είναι πιο μεγάλη από αυτή που φανταζόσασταν. Κι αυτή ήταν η αλήθεια. Επίσης, οι αναπάντητες που ήξερες ότι πρέπει να πάρεις το ασανσέρ και να κατέβεις δυο ορόφους, όπως είσαι με τις πιτζάμες, για χαρτιά ήταν ένα ακόμα γνωστό συνήθειο μεταξύ των ενοίκων που πλέον δεν ήταν μόνο ένοικοι, αλλά κάτι σαν συγκάτοικοι.
Το σπίτι του ενός ήταν και σπίτι του άλλου, κατά κάποιο τρόπο. Γι’ αυτό, λοιπόν, και τα επικά πάρτι δε γίνονταν μόνο σε ένα σπίτι, αλλά σε όλο τον όροφο, για να μην πούμε σε όλη την πολυκατοικία και φανεί υπερβολή. Ανέμελα, φοιτητικά, πολλές φορές open πάρτι τα οποία έγραψαν ιστορία, αφού δεν καλούσε την αστυνομία ο κλασικός, ιδιόμορφος κι ιδιότροπος μεσήλικας του πρώτου ορόφου που τον ενοχλούν οι πάντες και τα πάντα. Γιατί; Γιατί δεν υπήρχε καν αυτός ο μεσήλικας. Όλοι βιώνατε την ίδια φάση και δε χρειαζόταν να απολογηθείτε ο ένας στον άλλον, ούτε για τη φασαρία, ούτε για την ακαταστασία, ούτε για το ποιος μπήκε και βγήκε απ’ την πολυκατοικία σας.
Αυτές οι φοιτητικές πολυκατοικίες αποτελούν μεγάλο και σπουδαίο μέρος των φοιτητικών σας χρόνων, γιατί κάθε τοίχος τους είχε να σου αφηγηθεί και μια τρελή ιστορία. Κι αυτές οι ιστορίες είναι που θα μείνουν για πάντα στην καρδιά του κάθε νέου που είχε την τύχη να ζήσει μια τέτοια φοιτητική ζωή γεμάτη διασκέδαση, ανεμελιά και τρέλα ακόμη κι όταν ήταν σπίτι του.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη