Όλα κι όλα, αν υπάρχει ένα συστατικό που μπορεί να δημιουργήσει μια σωστή κι υπέροχη φιλία, αυτό είναι η ειλικρίνεια. Να ξέρεις πως ό,τι κι αν σου λέει ο φίλος σου είναι αλήθεια, να ξέρεις πως μπορείς να τον εμπιστευτείς με κλειστά μάτια. Ο λόγος του να είναι συμβόλαιο, βρε αδερφέ! Και ποιος δε θα ζήλευε μια τέτοια φιλία; Όλοι. Μα όλοι έχουμε πει ψέματα στους φίλους μας κι εκείνοι το ίδιο. Μικρά, αθώα, αλλά ψέματα. Το μεγαλύτερο όμως, και το πιο αστείο είναι το «Έλα να βγούμε για ένα χαλαρό ποτάκι».
Έλα να βγούμε για χαλαρό ποτό, σου λέει το φιλαράκι σου, και μέχρι κι οι κουραμπιέδες γέλασαν μέσα στο σπίτι. Κι εσύ γέλασες. Γιατί ξέρεις πως δεν υπάρχουν χαλαρά ποτά. Για να ακριβολογώ, δεν υπάρχουν χαλαρά ποτά, όταν τα έχεις χαρακτηρίσει έτσι. Όταν έχεις δηλώσει πως εσύ δεν είσαι για πολλά-πολλά σήμερα. Και σαν να σε κοροϊδεύει το σύμπαν -το οποίο συνωμοτεί μόνο όταν δε θες- σου αποδεικνύει πως όχι μόνο είσαι για πολλά-πολλά, το απολαμβάνεις κιόλας.
Το έχεις κάνει κι εσύ, το έχω κάνει κι εγώ, το έχουμε κάνει οι περισσότεροι· φορέσαμε φορμίτσες, ή τζινάκι με φούτερ, ντυθήκαμε απλά, το μαλλί όπως να ‘ναι και βγήκαμε απ’ την πόρτα του σπιτιού με την ιδέα ότι θα γυρίσουμε σπίτι νωρίς, γιατί νυστάζουμε ή γιατί είμαστε στις μαύρες μας. Βγαίνεις έξω -πάντα με χαλαρή διάθεση-, πίνεις το πρώτο και πώς πάντα γίνεται κάτι και παραγγέλνεις κι ένα δεύτερο κι ένα τρίτο και τελικά φτάνεις στο σημείο που χάνεις το μέτρημα, γιατί η στιγμή που ζεις μετράει πιο πολύ απ’ οτιδήποτε άλλο γύρω σου.
Ξάφνου έχεις ξεχάσει ότι είχες νεύρα, ότι ήσουν στεναχωρημένος, ότι είχες χάλια διάθεση, ότι έχεις και σπίτι τέλος πάντων. Κι η νύχτα ανοίγει τα φύλλα της, έχει στο μανίκι της άσσους κρυμμένους και σε αφοπλίζει κυριολεκτικά και μεταφορικά. Αφήνεσαι στη μαγεία της κι αυτή σε παρασύρει. Έτσι, μπορεί να βρεθείς στα πιο απίθανα μέρη, με τους πιο άκυρους ανθρώπους -εκτός της παρέας σου- κι όχι μόνο δεν παραπονιέσαι, αλλά δε θες και να ξημερώσει.
Αλλά ξημερώνει κι εσύ ακόμα να βρεις το δρόμο για το σπίτι. Τον βρίσκεις, ξαπλώνεις σαν αστερίας στο κρεβάτι σου, μετά τη χθεσινοβραδινή κραιπάλη κι όταν ξυπνήσεις ή σιχτιρίζεις που για ακόμη μία φορά παρασύρθηκες ή έχεις κενά μνήμης -hangover το λένε- και παίρνεις τηλέφωνα τους υπόλοιπους να μάθεις γιατί πήγες σπίτι σ’ αυτό το χάλι. Μαθαίνεις κι η απάντηση είναι κοινή για όλους: Δεν πρόκειται να βγω και να ξαναπιώ τόσο. Οι κουραμπιέδες που γελούσαν πριν, γέλασαν και πάλι, γιατί αυτά που λες ούτε εσύ δεν τα πιστεύεις καλά-καλά.
Ξέχνα, λοιπόν, το τραγελαφικό ψέμα με τα «χαλαρά ποτά» . Δεν πιάνει. Δεν υφίσταται. Είναι προτιμότερο να βγεις με τη διάθεση ότι θα γίνει χαμός και τελικά να γυρίσεις σπίτι φυσιολογική ώρα παρά να πεις ότι θα βγεις για λίγο.
Ωστόσο θυμήσου δύο τελευταία πράγματα. Πρώτον, αυτές οι έξοδοι πολύ πιθανόν να σου έχουν δημιουργήσει τις καλύτερες και πιο αστείες αναμνήσεις που ακόμη και τώρα μνημονεύεις με την παρέα σου και χαχανίζετε. Αν δεν τα είχατε κάνει, τι θα είχατε να λέτε τώρα για να γελάτε; Και δεύτερον -λίγο αντιφατικό- , μη νομίζεις ότι χωρίς το ποτό δεν μπορείς να περάσεις καλά. Τις περισσότερες φορές, με ευχάριστη διάθεση και καλή παρέα, μπορείς να γράψεις τις καλύτερες ιστορίες της νυχτερινής σου ζωής.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη