Οι Λατίνοι έλεγαν «verba volant, scripta manent», που σε ελεύθερη απόδοση σημαίνει πως τα γραπτά μένουν ενώ τα λόγια πετούν και χάνονται. Κι όπως φαίνεται, είχαν απόλυτο δίκιο. Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει τη σημασία του γραπτού λόγου έναντι του προφορικού. Κι εδώ είναι που αρχίζουν τα δύσκολα. Ο καθένας από εμάς αποτυπώνει το χαρακτήρα του και στη γραφή του. Κι έπειτα, εμείς καλούμαστε να αποκρυπτογραφήσουμε τα σημάδια που μας στέλνει.
Είναι, πλέον, πολύ εύκολο να καταλάβουμε σε τι φάση βρίσκεται κάποιος απ’ τον τρόπο που γράφει και να δημιουργήσουμε ένα μίνι ψυχογράφημά του. Άλλωστε, σε τελική ανάλυση, δεν κάνουμε και κάτι καινούργιο. Εδώ και χρόνια, επιστρατεύονται γραφολόγοι προκειμένου να ψυχολογήσουν κάποιο άτομο με βάση τα γράμματά του.
Σήμερα, μιας και σχεδόν το μεγαλύτερο κομμάτι της επικοινωνίας γίνεται πια ηλεκτρονικά, έχουμε βρει άλλους τρόπους να επικοινωνούμε τις σκέψεις μας κι από εκεί να βγάζουμε και τα όποια συμπεράσματά μας. Τα emoticons, τα αποσιωπητικά, τα πολλά θαυμαστικά, τα greeklish, τα κεφαλαία, οι κοφτές απαντήσεις με συντομογραφίες δηλώνουν κάτι για εκείνον που τα χρησιμοποιεί, καθώς αποτελούν τον ηλεκτρονικό γραφικό του χαρακτήρα.
Ένα μήνυμα γεμάτο με θαυμαστικά στο τέλος κάθε πρότασης ίσως να υποδηλώνει –αν μη τι άλλο– χαρά, ενθουσιασμό, κεφάτη διάθεση. Και τίποτα συγκεκριμένο να μη μας αναφέρει ο αποστολέας του μηνύματος αντιλαμβανόμαστε άνετα πως κάτι καλό συμβαίνει. Αντίστοιχα, ένα μήνυμα γραμμένο με κεφαλαία γράμματα, μας δίνει την εντύπωση ότι αυτός που το συντάσσει φωνάζει ταυτόχρονα. Ειδικά στην περίπτωση που δε μας έχει συνηθίσει σε τέτοιου είδους έκφραση. Γιατί, κακά τα ψέματα, η αλλαγή στον τρόπο που επικοινωνούμε με τους άλλους κι ειδικά στον γραπτό λόγο είναι ένα μικρό καμπανάκι. Είναι σαν να βαράει ένας συναγερμός μέσα στο κεφάλι μας. Καταλαβαίνουμε αυτομάτως ότι κάτι έχει αλλάξει, ότι κάτι συμβαίνει, καλό ή κακό.
Για παράδειγμα, τι μπορεί να σημαίνει μια κοφτή απάντηση με ένα ξερό «οκ», ας πούμε, ή με μια οποιαδήποτε άλλη συντομογραφία; Αν γενικά έχουμε να κάνουμε με άνθρωπο που η επικοινωνία με μηνύματα δεν είναι και το μεγάλο του φόρτε, τότε όλα καλά. Τι ‘χες Γιάννη, τι ‘χα πάντα, που λέει και ο σοφός λαός μας. Αν, όμως, μας έχει συνηθίσει σε μακροσκελή μηνύματα ή που έστω βασίζονται στον κλασικό γραμματικό κανόνα «υποκείμενο-ρήμα-αντικείμενο» και τώρα στέλνει μόνο ένα «οκ», τότε σκούρα τα πράγματα.
Βέβαια, πριν μας ζώσουν τα φίδια, ας σκεφτούμε πρώτα την ώρα αποστολής του μηνύματος. Μπορεί να πήζει στη δουλειά και να μην έχει χρόνο να πληκτρολογήσει τίποτα περισσότερο πέρα από αυτά τα δύο ύπουλα γράμματα –τα οποία άμα τη εμφανίσει είναι ικανά να σκορπίσουν τον πανικό– οπότε δικαιολογείται. Αν όμως μας τα στέλνει από την άνεση του σπιτιού του, τότε μάλλον κάτι δεν πάει καλά. Ενδεχομένως, βέβαια, να έχει ενοχληθεί ή στεναχωρηθεί από κάτι. Κι είτε συνειδητά είτε όχι, προσπαθεί να το δείξει.
Είναι γεγονός πως όλοι μας έχουμε υποπέσει σε αυτό το αμάρτημα, της κοφτής απάντησης. Είτε για να δείξουμε το θυμό μας είτε γιατί πολύ απλά δεν έχουμε διάθεση για κάτι παραπάνω. Πώς να το κάνουμε; Ακόμα και το γραπτό μήνυμα θέλει κι αυτό την έμπνευσή του. Κι όταν είμαστε στα down μας, δεν κουνιέται εύκολα το άτιμο το δάχτυλο.
Εν τέλει, η κατάσταση αυτή είναι αρκετά περίπλοκη. Όλη αυτή η ηλεκτρονική επίθεση στον τομέα της επικοινωνίας, παρά το γεγονός ότι μας οδηγεί στην παραγωγή γραπτού λόγου, η μεταξύ μας επαφή φαίνεται να έχει αποδυναμωθεί. Προσπαθούμε να πιαστούμε από εκατοντάδες μικρά σημάδια για να εξακριβώσουμε αυτό που σκεφτόμαστε για τον άλλον. Για να εντοπίσουμε τι νιώθει. Κρεμόμαστε πάνω από οθόνες κινητού γιατί είναι μόνη ελπίδα μας να καταφέρουμε να εισχωρήσουμε στο μυαλό του συνομιλητή μας. Γι’ αυτό και αν αλλάξει κάτι στον τρόπο που μας απαντάει κάποιος στα μηνύματα, είναι σχεδόν βέβαιο ότι συνοδεύεται από μια γενικότερη αλλαγή στην ψυχολογία του ή στη διάθεση του απέναντί μας.
Συνεπώς, αν πραγματικά μας ενδιαφέρει ο άνθρωπος που βρίσκεται πίσω από εκείνη την οθόνη, ας δοκιμάσουμε μόλις διαπιστώσουμε αυτήν την αλλαγή να αφήσουμε στην άκρη το τηλέφωνο κι ας πάμε να τον συναντήσουμε από κοντά. Μπορεί να έχει ανάγκη από μια αγκαλιά, από μια απλή κουβέντα ή απλά από μια καλή παρέα για να μοιραστεί την καλή του διάθεση. Ας κλείσουμε το μάτι, λοιπόν, κι ας του πούμε «μήνυμα ελήφθη».
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη