Τα χρόνια περνούν. Οι εποχές διαφοροποιούνται. Οι μόδες αλλάζουν. Υπάρχουν, όμως, κάποια πράγματα που επιμένουν να διατηρούνται αναλλοίωτα στις αλλαγές, όπως η έκφραση των συναισθημάτων μας. Μπορεί ο τρόπος που τα εκδηλώνουμε να ‘χει επηρεαστεί αισθητά απ’ τους ρυθμούς της κοινωνίας μας σήμερα, την εποχή της εικόνας και του φαίνεσθαι, και να ‘χει γίνει θυσία στον βωμό του τρόπου ζωής, αλλά κάποιες λεκτικές εκφράσεις συνεχίζουν να πρωταγωνιστούν στην επικοινωνία μας. Σε ποιες αναφέρομαι; Δεν είναι άλλες απ’ το «Μου αρέσεις» και το «Σ’ αγαπώ». Σίγουρα και τις δύο τις έχετε πει και τις έχετε ακούσει αντίστοιχα.
Ας τα πάρουμε απ’ την αρχή. «Μου αρέσεις», μια φράση πολλά υποσχόμενη. Θα μπει στη ζωή μας συνειδητά από πολύ μικρή ηλικία, ίσως κι απ’ το νηπιαγωγείο. Σε βρίσκει κι επιτίθεται εκεί που δεν το περιμένεις. Γνωρίζεις κάποιον και νιώθεις έλξη. Η έλξη δεν είναι ποτέ τυχαία. Σαν ένας δυνατός μαγνήτης που σε οδηγεί προς ένα πρόσωπο χωρίς να μπορείς να το ελέγξεις. Τι αποτελεί, όμως, την πηγή της έλξης; Η εμφάνιση, η γλώσσα του σώματος, μια κίνηση, μια ατάκα, οι ασχολίες και τα ενδιαφέροντα, ή ό,τι θα σου κάνει κλικ στον άλλον. Και τολμάς να το ξεστομίσεις το «Μου αρέσεις», περιμένοντας με αγωνία το μετά.
Ύστερα, δύο εκδοχές υπάρχουν. Θα ‘ρθει η ανταπόκριση ή, στο κακό σενάριο, η απόρριψη. Ας δούμε την πρώτη περίπτωση. Ανταπόκριση. Ο καιρός περνάει, όλα βαίνουν καλώς κι έρχεται κάποια στιγμή που τα χείλη θ’ αρθρώσουν μια άλλη φράση, το «Σ’ αγαπώ». Μια φράση με την υπέρτατη δύναμη, που σημαίνει τα πάντα κι αρκεί για να συνοψίσει σε μόλις δύο λέξεις όσα όμορφα συναισθήματα μπορεί κανείς να νιώσει για κάποιον.
Έχετε ποτέ αναρωτηθεί τι μεσολαβεί για να φτάσουμε απ’ το «Μου αρέσεις» στο «Σ’ αγαπώ»; Σίγουρα δεν είναι ένα τσιγάρο δρόμος. Χρειάζεται χρόνος κι ο καθένας έχει τη δική του κλεψύδρα για καθετί, πόσο μάλλον για κάτι τόσο σημαντικό. Χρειάζεται εξοικείωση, χημεία και μοίρασμα. Χρειάζεται αναγνώριση τόσο επιθυμιών όσο κι αναγκών, αλλά και κάλυψή τους. Το να νιώσει κανείς αληθινή αγάπη είναι ένας αγώνας για γερούς αθλητές. Ένας αγώνας που απαιτεί θέληση, αποφασιστικότητα, κόπο, εσωτερική πάλη, αγόγγυστα, με τους φόβους και τις ανασφάλειες που κουβαλάμε όλοι.
Το «σ’ αγαπώ», βέβαια, το ακούμε συχνά κι εύκολα. Γιατί, βλέπεις, είναι αποτέλεσμα της εκπαίδευσής μας κι εμείς καλοί μαθητές. Έχουμε μάθει η αγάπη να ‘ναι εξάρτηση, να μας καλύπτει τα κενά, να βολευόμαστε, να περιμένουμε να ‘ρθει κάποιος άλλος να μας γεμίσει. Κι όλο αυτό το αλισβερίσι να το μπερδεύουμε με τον αληθινό έρωτα.
Θέλεις να κάνεις πράγματα για τον άλλον, για να πάρεις πίσω. Αυτό είναι μορφή δοσοληψίας, δεν είναι αγάπη. Η πραγματική αγάπη είναι τρόπος ζωής. Δεν περιμένεις να γεμίσεις το ποτήρι, γιατί απλά πλημμυρίζεις ήδη. Εκεί ανήκουν κι οι φορές που θα πεις το «σ’ αγαπώ» χωρίς αυτό να απορρέει απ’ ό,τι τα μάτια μπορούν να δουν και το μυαλό να αντιληφθεί. Γιατί η καρδιά είναι πιο ισχυρή όταν νιώθει.
Ωστόσο, το αντίθετο μπορεί να συμβεί; Από το «σ’ αγαπώ» να πάει κανείς στο «μου αρέσεις»; Δηλαδή, κάποιον που τον βλέπεις φιλικά, κάποια στιγμή να τον δεις με άλλο μάτι, ερωτικά; Εννοείται πως γίνεται, και μάλιστα είναι πιο εύκολη διαδικασία απ’ την προηγούμενη. Κι αυτό γιατί υπάρχει ήδη το υπόβαθρο, η βάση που θα ξυπνήσει ο έρωτας ένα πρωί και θα ‘χει κάπου να στηριχθεί για να εκδηλωθεί. Τα κομμάτια που συναρμολογούν τη βάση αυτή είναι όλα τα κοινά που έχεις προλάβει να ζήσεις ως τώρα με το μέχρι πρότινος φιλικό πρόσωπο.
Γνωρίζεστε αρκετό καιρό, έχετε κάνει παρέα, έχετε πολλά κοινά, μοιράζεστε. Μαζί περάσατε χαρές, μαζί και λύπες. Έχετε κάνει συζητήσεις καρδιάς. Έχετε μάθει ο ένας τον άλλο απ’ την καλή κι από την ανάποδη. Το «μου αρέσεις» κυλάει με τη ροή του ποταμιού κι είναι θέμα χρόνου να καταλήξει στη θάλασσα και να σε βρει. Τότε αβίαστα θα ‘ρθει αποφασιστικά στα χείλη σου για να το πεις. Μπορεί στην αρχή να σε τρομάξει, θα φοβηθείς. Λογικό. Σε κυριεύουν σκέψεις. Η ισορροπία που μέχρι τώρα ήξερες, κινδυνεύει. Κάτι έχει αλλάξει μέσα σου κι αμφιβάλλεις για την απέναντι αντίδραση. Ανησυχείς μη χάσεις το φιλαράκι σου. Είναι, όμως, ίσως μια φυσιολογική πορεία στη σχέση σας. Σκέψου ότι το άτομο αυτό σε ξέρει ήδη. Δε χρειάστηκε ν’ αναρωτηθείς ποτέ αν είσαι αρεστός. Η φαρέτρα του καθενός είναι ήδη γεμάτη με όλα τα κοινά που ‘χετε ζήσει μαζί. Επομένως, μήπως ν’ αφεθείς;
Τελικά, αυτές οι δυο φράσεις, το «Μου αρέσεις» και το «Σ’ αγαπώ», είναι ικανές να οδηγήσουν σε μαγικά μονοπάτια. Όλα μπορούν να συμβούν. Ας το δούμε σαν ευκαιρία στο ταξίδι αυτό, ν’ ανακαλύψουμε και ν’ ανακαλυφτούμε!
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη