«Αξίζεις μια αγάπη που να σε αγαπά ξεχτένιστο.»
Στίχος από ποίημα της Φρίντα Κάλο που έτυχε να πέσει στα χέρια μου στην τρυφερή ηλικία των δεκάξι και να με συγκλονίσει, να με πλάσει, να μου φορμάρει τις προσδοκίες. Στα δεκαέξι, τόσο νωρίς, τότε που δεν πολυξέρεις, που είσαι ακόμα ψιλοντοπαρισμένος από τα happy end των παραμυθιών που σε μπούκωσαν από παιδί, τότε που πιστεύεις στο «ποτέ» και στο «για πάντα» κι όταν σου λένε ότι θα μεγαλώσεις και θα μάθεις κι εσύ με τη σειρά σου πως δεν είναι όλα ρόδινα, εσύ θέλεις να τους φωνάξεις μέσα στα μούτρα πως για εσένα θα είναι, επειδή εσύ ξέρεις καλύτερα· στην εφηβεία άλλωστε ποιος δεν ξέρει καλύτερα;
Όχι ότι τα περιγράφει όλα ρόδινα το συγκεκριμένο ποίημα, καμία σχέση. Λογικά, χωρίς να το ξέρω, ήταν ο ωμός ρεαλισμός του που με συντάραξε, οι λέξεις του, οι τόσο απλά βαλμένες μία δίπλα στην άλλη, σαν ταϊστρες που έδιναν τροφή για σκέψη. Δεν αρέσει σε όλους η ποίηση, το καταλαβαίνω· για κάποιους είναι ακαταλαβίστικη, για κάποιους βαρετή, για άλλους πολύ ρομαντική, λογικό. Αλλά και οι άνθρωποι ποιήματα είναι αν το καλοσκεφτείς· θέλουν χρόνο για να τους ανακαλύψεις, θέλουν και δεύτερη, και τρίτη κι εκατοστή πέμπτη ανάγνωση για να γίνουν διάφανοι στα μάτια σου. Να με αγαπάει κάποιος «ξεχτένιστη»; Ωραίο ακουγόταν, ακόμα κι αν μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν ήμουν εντελώς σίγουρη τι ακριβώς σήμαινε.
«Αξίζεις μια αγάπη που να σε ακούει όταν τραγουδάς,
που να σε στηρίζει στα ρεζιλίκια σου,
που να σέβεται ότι είσαι ελεύθερη,
που να σε συνοδεύει στο πέταγμά σου,
που να μην την τρομάζει η πτώση.»
Δεν έχεις ιδέα, λοιπόν, πόσο αξίζεις μια αγάπη που να σε αγαπά με τα μαλλιά ξεχτένιστα, το κατάλαβα με τα χρόνια. Έναν άνθρωπο που θέλει να είναι εκεί, να μοιράζεται, να συζητάει, να λύνει. Αξίζεις έναν άνθρωπο που δε μοιάζει με εκείνα που ονειρεύτηκες επειδή ο τρόπος που στέκεται δίπλα σου σε κάνει να νιώθεις πως τόσο καιρό ζητούσες λίγα. Έναν άνθρωπο που δε θα σε θέλει μόνο στα καλύτερα σου, που θα σου αναγνωρίζει το δικαίωμα στα λάθη και τα ξεσπάσματα. Που θα σε αγαπάει για όλες εκείνες τις συμπεριφορές που ίσως έκαναν άλλους να φύγουν, που δε θα τρομάζει με τον κοφτό σου χαρακτήρα και τα αυστηρά σου βλέμματα, που θα επικροτεί το δυναμισμό σου χωρίς να νιώθει ότι απειλείται, που θα σε κάνει χάζι όταν φέρεσαι με εκείνον τον εντελώς δικό σου τρόπο κι ας μην τον καταλαβαίνει πάντα, έναν άνθρωπο που δε θα σε κάνει να νιώθεις ενοχές που είσαι ο εαυτός σου.
Αξίζεις κάποιον που στους τσακωμούς δε θα χτυπάει την πόρτα και θα φεύγει, αλλά θα σε παίρνει αγκαλιά, που οι ζήλιες του θα σε κάνουν να χαμογελάς, όχι να ιδρώνεις, που θα επιμένει να μη σου λέει καληνύχτα αν δε λυθεί το πρόβλημα, όσο μεγάλο ή μικρό κι αν είναι το πρόβλημα αυτό. Κάποιον που όσο πολύπλοκα κι αν φέρεσαι δε θα ξεχνάει ποτέ πόσο απλά είναι εκείνα που σου δίνουν χαρά, που ακόμα κι αν ξέρει πως ώρες-ώρες είσαι ένα εγωιστικό καθικάκι του κερατά, θα θυμάται πάντα πως είσαι ταυτόχρονα πολλά παραπάνω που θα τον κάνουν να το παραβλέπει· κάποιον με ψεγάδια που θα θέλεις να παραβλέψεις κι εσύ με τη σειρά σου, βιώνοντας την ανακουφιστική πραγματικότητα πως δε χρειάζεται να είναι κανείς τέλειος για να αξίζει να αγαπηθεί, πως κάπου-κάπου «δεν πειράζει» να έχεις ελαττώματα.
Αξίζεις έναν έρωτα που θα είναι ξεχωριστός, ό,τι κι αν σημαίνει η λέξη «ξεχωριστός» στο μυαλό σου. Έναν άνθρωπο που θα μιλάει στους σερβιτόρους όπως θα μιλούσε στο αφεντικό του, που οι καλές του πράξεις δεν ανέβηκαν ποτέ στα social media, που ταΐζει τα αδέσποτα της γειτονιάς του κι όχι μόνο, που ταΐζει και τις γάτες κι ας αντιπαθεί τις γάτες ως το Θεό, που με διακόσια αυτοκίνητα ουρά δε θα καβαλούσε ποτέ τη λωρίδα έκτακτης κυκλοφορίας επειδή «έλα μωρέ σιγά, ο μόνος είμαι;». Κάποιον που μετά από κάθε συναυλία μαζεύει στη σακούλα όχι μόνο τα δικά του σκουπίδια αλλά κι όσα άφησαν οι γύρω του, που θέλει να σε γεμίζει περηφάνια επειδή ξέρει σε ποια πράγματα δίνεις αξία, που να φέρεται το ίδιο, είτε είσαι δίπλα του, είτε βρίσκεσαι εκατό χιλιόμετρα μακριά.
Αξίζεις μια αγάπη που θα σου επιβάλει να κρατάς ψηλά τον πήχη, που θα σε κοιτάζει σαν να βλέπει ό,τι πιο όμορφο έχει δημιουργήσει αυτός ο κόσμος, ακόμα κι αν έχεις να κοιμηθείς σαν άνθρωπος κοντά στο εξάμηνο, που θα θεωρεί πως το κυριακάτικο χουζούρεμα μαζί σου είναι η καλύτερη διασκέδαση της γης, που πάντα θα έχει χρόνο για μια αγκαλιά ακόμα. Έναν άνθρωπο που θα σε κάνει να θέλεις να μαγειρέψεις για εκείνον, κι ας σιχαίνεσαι το μαγείρεμα, που για εσένα τα γενέθλιά του θα είναι η πιο ξεχωριστή μέρα του χρόνου και μια ακόμα ευκαιρία για να δείξεις όλα εκείνα που δεν σου αρέσει να λες με λόγια.
Αξίζεις έναν άνθρωπο που θα σε ρωτάει αν σου λείπει τίποτα και θα νοιάζεται ν’ ακούσει. Κάποιον που θα προσέχει τι λες, πώς αλλάζει η φωνή σου όταν το λες, που θα του αρέσει ο τρόπος που κάνεις πλάκα, πώς ζαρώνει η μύτη σου όταν γελάς πονηρά, που θα τρέχει να σου αλλάξει το κανάλι όταν σε τύχει να κλαις την ώρα που βλέπεις κάτι στην τηλεόραση που έτυχε να σε στεναχωρήσει, που θα σε σκεπάζει για να μην κρυώσεις, που θα σου λέει πως σε αγαπάει ακόμα και την ώρα που δεν ακούς, ή την ώρα που νομίζει πως δεν ακούς.
Αξίζεις εκείνον που θα σου αγοράζει την αγαπημένη σου σοκολάτα όταν ξέρει πως είχες δύσκολη μέρα στη δουλειά, που θα σου αφήνει μικρά δώρα στο παρμπριζ του αυτοκινήτου εκεί που δεν το περιμένεις, που θα σου δίνει την πιο ωραία μπουκιά από το κρουασάν του, ξέρεις, εκείνη στη μέση, με την πολλή πραλίνα, εκείνον που θα θέλει να αγαπάς τον σκύλο του και θα ανησυχεί μήπως και δεν, που θα προσέξει ότι τα μάτια σου έχουν πράσινες πιτσιλιές, πως δεν είναι απλώς καφέ, κι ας μην είδε ποτέ, κανένας τόσο βαθιά στα μάτια σου που να παρατηρήσει τις «πράσινες πιτσιλιές»· ούτε καν εσύ. Αξίζεις μια αγάπη από εκείνες που οι άνθρωποι δεν πιστεύουν πως υπάρχουν πια.
«Αξίζεις μια αγάπη που να πάρει τα ψέματα,
που να σου φέρει τον ενθουσιασμό,
τον καφέ
και την ποίηση.»
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου