«Δεν αλλάζει ο άνθρωπος»· την άκουσες τόσο πολύ αυτήν τη φράση μεγαλώνοντας που την πίστεψες κι εσύ βαθιά, την έκανες κτήμα σου. Γεννιέται λοιπόν κανείς, δε γίνεται λένε, κι όσο κοίταζες γύρω σου τόσο περισσότερο σε έπειθε η καθημερινότητα για την αλήθεια του κανόνα αυτού· η μαμά σου, που επέμενε να σου λέει πώς να ντυθείς κι ας μην ήσουν πια μωρό, οι φίλοι σου που συνέχισαν να αργούν στα ραντεβού σας όσο κι αν ήξεραν πως σε εκνεύριζαν κι η μικρή σου αδερφή που όσες φορές κι αν δανείστηκε κάποιο ρούχο σου, ποτέ δεν παρέλειψε να σου το επιστρέψει με λεκέ-παράσημο κάνοντάς σε να κοιτάς με παραίτηση.
Ναι, ίσως να μην αλλάζει ο άνθρωπος. Ίσως να γεννιόμαστε με τη μεγαλοψυχία ή την μικροψυχία ραμμένη σφιχτά στους έλικες του γενετικού μας υλικού, να είμαστε τσαπατσούληδες, αυταρχικοί ή ζηλιάρηδες απ’ την κούνια μας, ίσως να είναι αδύνατον να αλλάξουμε κάτι πάνω μας ουσιαστικά, χωρίς να εσωκλείουμε και λίγη προσποίηση στη διαδικασία αυτή, η οποία σπάνια διακατέχεται από ανιδιοτέλεια και –μεταξύ μας– ακόμα σπανιότερα είναι επιτυχής. Κι όσο δύσκολο μοιάζει τελικά να αλλάξει κανείς τον εαυτό του, ακόμα κι αν το θέλει πραγματικά, σκέψου τώρα πόσο δύσκολο είναι να προσπαθήσεις να αλλάξεις κάποιον άλλο.
Δεν αλλάζει ο άνθρωπος δηλαδή, εδώ καταλήγουμε πάλι; Δεν αλλάζει, ναι, δε γίνονται τα γουρούνια πεταλούδες, ούτε το αντίθετο. Κοίταξε όμως λιγάκι τον εαυτό σου και σύγκρινέ τον με αυτό που ήσουν πέρυσι τέτοια μέρα, πριν πέντε χρόνια ή στο ενδιάμεσο. Σύγκρινε τα πιστεύω σου, τις αντοχές σου, τα ρούχα σου. Άλλαξες, ε; Και μοιάζει αστείο, επειδή οι μέρες περνάνε κι από εικοσιτετράωρο σε εικοσιτετράωρο όλα μοιάζουν ίδια, μα αν μαζέψεις πολλά εικοσιτετράωρα μαζί τίποτα δεν είναι ίδιο τελικά. Επειδή οι άνθρωποι αλλάζουν, μα αλλάζουν μόνο σε δύο περιπτώσεις: αν τους πονέσεις ή αν τους αγαπήσεις πολύ.
Επειδή κανείς δεν πρέπει να υποτιμά τη συμμορφωτική χροιά του πόνου, τον τρόπο που σμιλεύει την ψυχή η όποια μακροπρόθεσμη αδιαφορία, ένας ξαφνικός χαμός, ένα «δε σε αγαπάω πια» ή η όποια προδοσία. Κανείς δεν πρέπει να θεωρεί πως ένας μεγάλος χωρισμός έγινε ποτέ δεκτός ελαφρά την καρδία ακόμα κι αν (φανερά) δε χτυπήθηκε κανένας στα πατώματα, πως ένα απότομο «φεύγω» δεν πήρε τον άλλον εύπλαστο πηλό και δεν τον κατάντησε άκαμπτο κι εύθραυστο δημιούργημα αμφίβολης αισθητικής με το ψήσιμό του.
Ο πόνος, που λες, δεν αλλάζει απλά, ρημάζει· παίρνει τρυφερές, ρομαντικές ψυχές και τις αχρηστεύει πριν τις πετάξει στα σκουπίδια, έτσι για την πλάκα του. Παίρνει ανθρώπους που πιστεύουν στο «για πάντα» και τους κάνει ανθρώπους του «για όσο», κάνει άτομα που χάνονταν σε αγκαλιές να τινάζονται όταν κάποιος πάει να τους κρατήσει απ’ το χέρι κι οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια όσους κάποτε θεωρούσαν κινητήρια δύναμη την αγάπη, να τη βλέπουν σαν αρρώστια και την εσχάτη των ποινών.
Οι άνθρωποι που πόνεσαν πολύ αλλάζουν επειδή αναγκάστηκαν να μαζέψουν τα κομμάτια τους και στην προσπάθειά τους να τα ξανακολλήσουν κατάλαβαν πως ήταν αδύνατον να ξαναγίνουν όπως πριν. Έμαθαν λοιπόν να ζουν με εκείνα τα μικρά ή μεγάλα κενά ανάμεσα στις ενώσεις τους κι έγιναν επιφυλακτικοί, μη γίνει ξανά καμιά στραβή και μετά δε συμμαζεύεται το πράγμα. Επειδή αυτή η κρακελέ ψυχή είναι το μοναδικό πράγμα που τους απέμεινε απ’ τον χαμό, έστω και σακάτικη, κι αποφάσισαν να μην την ξαναπαίξουν στα χαρτιά καθώς είδαν με τα ίδια τους τα μάτια πόσο κακοί τζογαδόροι υπήρξαν.
Αλλάζει λοιπόν κανείς από αυτοάμυνα· υψώνει τοίχους, εμπιστεύεται λιγότερο, σκληραίνει, ξεχνάει πώς είναι να χάνεσαι ή να ενθουσιάζεσαι κι όλα αυτά επειδή κάποτε δε ζούσε πίσω από τοίχους, εμπιστευόταν, χανόταν κι ενθουσιαζόταν και κάποιος άνθρωπος επέλεξε να τους τιμωρήσει που τόλμησαν να ξέρουν να αγαπάνε σε έναν κόσμο που δεν έχει ιδέα τι θα πει αγάπη. Ξέρεις, όπως στον Μεσαίωνα που πιστεύανε πως η γη είναι επίπεδη και καίγανε στην πυρά όποιον ισχυριζόταν το αντίθετο, ε, αυτό. Αλλάζει λοιπόν ο πόνος τους ανθρώπους, και τους αλλάζει προς το χειρότερο.
Όμως αν τους αγαπήσεις; Ή καλύτερα, αν σε αφήσουν να τους αγαπήσεις; Εκεί να δεις πόσο αλλάζουν οι άνθρωποι. Μπορεί να δυσκολευτείς να τους πλησιάσεις, μπορεί να σου πάρει καιρό, αλλά αν καταφέρεις να πας κοντά και να τους αποδείξεις χωρίς μεγάλες πράξεις μα με μικρές πως κάπου υπάρχει ακόμα μια γιάφκα επαναστατών που ξέρει να αγαπάει, αν τους αγκαλιάσεις και χαϊδέψεις τα τραύματά τους που προκαλούν αποστροφή σε όλους τους άλλους, δεν έχεις ιδέα πόσο αλλάζουν οι άνθρωποι.
Αλλάζει λοιπόν κανείς κι από καλό. Αλλάζει όταν τον δέχονται, όταν δεν του κουνάνε το δάχτυλο, όταν συναντάει ανθρώπους που δε θέλουν να τον αλλάξουν. Αλλάζει κανείς από αγάπη όταν θέλει να γίνει καλύτερος για κάποιον άνθρωπο που τον βλέπει ήδη ως τον καλύτερο άνθρωπο του κόσμου, για κάποιον που δε φοβάται μπροστά στο χάος τους, για όποιον είναι αρκετά ήρωας ώστε να τους λέει να σκάσουν όταν παραφέρονται, για κάποιον που στα δύσκολα τους φιλάει δυνατά αντί να τους δείχνει την πόρτα. Αλλάζει λοιπόν κι η πολλή αγάπη τους ανθρώπους, μα αυτή τους αλλάζει προς το καλύτερο.
Αυτή την αλλαγή φρόντισε να βιώσεις, την «προς το καλύτερο», ακόμα κι αν έζησες καιρό στην «προς το χειρότερο». Για να έρθει η στιγμή που θα σου πουν «Άλλαξες» κι εσύ να απαντήσεις «Ευτυχώς».
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη