Γεια σου μικρό μου.
Δε με ξέρεις, εγώ όμως σε ξέρω καλά. Μην ανησυχείς, θα με γνωρίσεις κι εσύ με τα χρόνια, πού θα πάει. Δεν ξέρω αν σου αρέσει αυτό που έγινα, δεν ξέρω καν αν με εγκρίνεις. Μα όσο και αν φοβάμαι την άποψή σου, ελπίζω να με κοιτάς και να χαμογελάς περήφανα. Και μη μου στραβομουτσουνιάζεις για όλα αυτά τα όνειρα που έβαλα στην άκρη. Φταίει η ενήλικη πραγματικότητα που είναι λίγο ηλίθια ώρες-ώρες, θα με καταλάβεις. Μπορεί να μην τα έκανα όλα τέλεια όπως ονειρευόμασταν, αλλά εδώ που τα λέμε δεν τα πήγα και άσχημα. Τουλάχιστον δεν ξέχασα τι ήμουν πριν ο κόσμος μου υπαγορεύσει τι πρέπει να είμαι, και αυτό είναι κάπως μεγάλο κατόρθωμα σε σκληρές εποχές σαν και αυτή, δε νομίζεις;
Ξέρεις τι θα ήθελα να σου πω τώρα που έχω την ευκαιρία;
Ήθελα να σου πω να κλείσεις την τηλεόραση και να βγεις έξω στον καθαρό αέρα. Να τραγουδάς παράφωνα, να γελάς δυνατά και ας σου κάνει παρατήρηση η κυρία Ερμιόνη από τον τρίτο. Την πήρε η μπάλα και παραξένεψε μωρέ, μη δίνεις σημασία. Γύρνα σπίτι με ματωμένα γόνατα και μη πολυκλαίς, γιατί η μαμά έχει ακόμα τη δύναμη να τα κάνει όλα να περνάνε με ένα φιλί.
Παίξε με την άμμο και κάνε όσους φίλους μπορείς, γιατί ξέρεις τι θα γίνει στο μέλλον; Τα παιδάκια θα παίζουν μόνα τους, με μία βλακεία που λέγεται smartphone, και οι φίλοι θα είναι ψεύτικοι, από μια άλλη πραγματικότητα που λέγεται internet. Εξερεύνησε λοιπόν, τον κόσμο τώρα που όλα είναι αληθινά, γιατί μεγαλώνοντας οι άνθρωποι χαλάνε και δεν είναι πια τολμηροί, το μόνο που ξέρουν είναι να ακολουθούνε μονοπάτια και να προσκυνάνε φόβους και μαθημένες λογικές.
Τάισε τα ζωάκια, δε θα σε δαγκώσουν. Τους ανθρώπους να φοβάσαι, μικρό μου. Άσε τα μαλλάκια σου αχτένιστα, η ομορφιά δεν έχει να κάνει με αυτά, οι άνθρωποι ομορφαίνουν όταν κοιτάζουν με αγάπη. Κάθισε αγκαλιά με τη μαμά σου και αποκοιμήσου ασφαλής. Να είσαι σίγουρη πως δε θα σε πειράξει κανένας, τα φαντάσματα τις φοβούνται τις μαμάδες, και τα τέρατα δεν κρύβονται κάτω από το κρεβάτι, αλλά στο κεφάλι σου. Και να σου πω ένα μυστικό; Οι μεγάλοι φοβούνται το σκοτάδι περισσότερο από εσένα, γι’αυτό να τους συγχωρείς αν φέρονται παράλογα πού και πού, δεν είναι στο χέρι τους.
Φάε λίγο ακόμη παγωτό τώρα που δε σε νοιάζει τι είναι αυτό που λένε «κυτταρίτιδα», τώρα που τα μαγουλάκια σε κάνουν ακόμα πιο όμορφη απ’ ότι είσαι. Βάλε το καλό σου φουστάνι όποτε σου καπνίσει· να προλάβεις να το χαρείς, γιατί θα δεις ψυχούλα μου, στη ζωή δεν υπάρχει χρόνος για καλά ρούχα και καλά σερβίτσια. Οι στιγμές γίνονται χρόνια σε κλάσματα δευτερολέπτου, και εκεί που έπαιζες στην αυλή βρίσκεσαι να περιμένεις στην ουρά της εφορίας χωρίς να ξέρεις πώς να διαχειριστείς τόση ενηλικίωση. Όσο και αν σε πληγώσουν, εσύ να δίνεις και δεύτερη, και τρίτη ευκαιρία στους ανθρώπους. Όσο αγαπάς, να δίνεις, ποτέ δεν ξέρεις.
Και αν πάνε να σε κάνουν σαν τα μούτρα τους, καθωσπρέπει και σοβαρή, εσύ να τους γυρνάς την πλάτη και να συνεχίζεις να βρίσκεις την ευτυχία σε βόλτες στο λούνα παρκ με μαλλί της γριάς και πολύχρωμα μπαλόνια. Να το κρατήσεις ζωντανό το παιδί μέσα σου πάση θυσία, ακούς; Γιατί θα φτάσει η στιγμή που θα έρθουν να σου υπαγορεύσουν πώς να ζεις, επειδή αυτοί «ξέρουν καλύτερα, είναι μεγαλύτεροι». Να σου πώ κάτι; Σκατά ξέρουν. Και ούτε θα μάθουν ποτέ με αυτά τα μυαλά.
Κάνε όλα αυτά για τα οποία αύριο-μεθαύριο θα χτυπάς το κεφάλι σου στον τοίχο. Γιατί η νοστιμάδα της ζωής βρίσκεται στα λάθη, και ποια είμαι εγώ που θα σου στερήσει τη χαρά της ανακάλυψης; Δεν υπάρχουν συνταγές για μια τέλεια ζωή, κάποιες φορές απλά πρέπει να πηγαίνεις εκεί που σου λέει η καρδούλα σου. Και ακόμα και αν δε σε πάει από τον εύκολο δρόμο, ο προορισμός δεν πρόκειται να αλλάξει θέση, εκεί είναι και σε περιμένει. Γιατί η τελειότητα, που τόσο μανιωδώς ψάχνουν οι μεγάλοι είναι αγχωτική, βαρετή και προβλέψιμη.
Να ξέρεις πως σε θυμάμαι συχνά και μου λείπεις, αλλά ζεις μέσα μου και αυτό μου είναι αρκετό. Ζεις και υπογραμμίζεις την παρουσία σου κάθε φορά που ενθουσιάζομαι όταν βλέπω χούλα χουπ, κάθε φορά που πετάω τα παπούτσια μου στη θέα ενός τραμπολίνο. Δε σου γράφω για να σου δώσω συμβουλές, δεν ξέρω καν πώς θα μπορούσα να σε προστατέψω. Ήθελα απλώς να σε ευχαριστήσω που είσαι εκεί και με καθοδηγείς, που δε με έκανες σκληρή στα δύσκολα, που χάρη σ’ εσένα πιστεύω ακόμα πως το να τρέχεις ξυπόλητος ανάμεσα στα ποτιστικά του γκαζόν κάτι καλοκαιρινά μεσημέρια είναι η καλύτερη διασκέδαση του κόσμου.