Ξυπνάς το πρωί και είναι μια μέρα όπως όλες οι άλλες· κάνεις καφέ, τρως πρωινό, πλένεις τα δόντια σου, το μαλλί δε στρώνει όπως πάντα, ντύνεσαι, «Ωπ, τι είναι πάλι αυτή η μελανιά στο μπούτι; Πότε χτύπησα; Γιατί μαύρισε όλος ο μηρός; Ποιος ξέρει, ας είναι» λες και το αφήνεις έτσι στωικά να πάει στο καλό, άλλωστε μια ζωή την έχουμε κι εκεί που πας να βάλεις και την μπλούζα σου να κι άλλο ένα σημάδι, σε σχήμα και μέγεθος Αφρικής στο αριστερό σου μπράτσο.
«Τι στο καλό;» αναρωτιέσαι, «κοπανιέμαι την ώρα που κοιμάμαι;». Δε θυμάσαι να χτύπησες το πόδι ή το χέρι σου κάπου πρόσφατα και κακά τα ψέματα, δε γίνεται να έχεις κάνει τέτοια μελανιά και να μη θυμάσαι πώς χτύπησες, καθώς το μέγεθός της προϋποθέτει τουλάχιστον μετωπική με γωνία ύπουλα τοποθετημένης συρταριέρας σε σπίτι κάπως στοιχειωμένο. Κι όμως, δε θυμάσαι πώς έγινε το κακό και κατά βάθος το γεγονός δε σου κάνει και τόση εντύπωση όση παριστάνεις ότι σου δημιουργεί.
Αν όλα τα παραπάνω αποτελούν για εσένα καταστάσεις γνώριμες, τότε έχεις καταλάβει ακριβώς τι λέω· ανήκεις κι εσύ στη φυλή εκείνη των πουά ανθρώπων, εκείνων που κοιμούνται μονόχρωμοι και ξυπνάνε με μαύρες, μοβ και μελανομουσταρδί βούλες και σπάζουν το κεφάλι τους ολημερίς κι ολονυκτίς μπας και θυμηθούν πού χτύπησαν ή αν απλώς όλα αυτά τα σημάδια είναι ενθύμια της μοίρας που τους βαράει αλύπητα σε θεωρητικό κι όπως φαίνεται και σε πρακτικό επίπεδο.
Επειδή αν είσαι σκληροπυρηνικός σκουντούφλης ξέρεις· ξέρεις πως το σώμα σου έχει τόσο συνηθίσει να χτυπάει από εδώ κι από εκεί, που πια σχεδόν δε νιώθει πόνο από τα μικροατυχήματα. Έχει τραπεζάκι εκεί γύρω; Θα πέσεις πάνω του. Έχει πιτσικάρει το πλακάκι στο πεζοδρόμιο; Ε, θα σκοντάψεις, το ρωτάς; Έχουν ανοίξει τρύπες στους δρόμους για να περάσουν οπτικές ίνες; Ε, να μην πέσεις μέσα σε μία, να δεις πώς είναι;
Την ξέρεις την τύχη σου γιατί γεννήθηκες με την αμπαλοσύνη ανακατεμένη στους έλικες του γενετικού σου υλικού. Κι αν έχεις καιρό να χτυπήσεις, δεν ανησυχείς, φροντίζει το σώμα σου με κάποιο τρόπο που δεν μπορείς να εξηγήσεις να ξυπνάς με γρατσουνιές, μώλωπες και καρούμπαλα που δεν μπορείς να εξηγήσεις. Σχεδόν δε θυμάσαι πότε ήταν η τελευταία φορά που είδες τον εαυτό σου μονόχρωμο και το δέρμα σου έχει υπάρξει βελούδινο, ομοιόμορφο και ζηλευτό μόνο σε επεξεργασμένες φωτογραφίες.
Στην παρέα σου αποτελείς ανέκδοτο· ξέρουν πως θα πέσεις στον ίσιο δρόμο, πως θα κάνεις το ποτήρι σου χίλια κομμάτια σε μια κίνηση αγαρμποσύνης, πως θα λερωθείς ακόμα κι αν τρως σκέτο ψωμί και κάνουν τρελό χάζι μαζί σου, τόσο που έχεις μάθει κι εσύ να διασκεδάζεις με τα χάλια σου. Σιγά μην κάτσεις να σκάσεις στην τελική για μια-δυο ζημιές και κάνα δυο (χιλιάδες) εκδορές.
Α, μην ανησυχείς. Άλλωστε λένε πως οι ιδιοφυείς άνθρωποι είναι συνήθως αφηρημένοι ή ατσούμπαλοι, καθώς το μυαλό τους τρέχει με τόσο γρήγορους ρυθμούς που δεν προλαβαίνουν να φέρουν σωστά εις πέρας απλοϊκές (για τους πολλούς) εγκεφαλικές εντολές όπως δεξί-αριστερό, έτσι διάβασα, έτσι δικαιολογώ κι εγώ τον εαυτό μου όταν σκουντουφλάω πάνω σε ντουβάρια ή όταν ανακαλύπτω στο σώμα μου μελανιές μεγέθους τέτοιου που αν πήγαινα στο αστυνομικό τμήμα να κάνω μήνυση κατά αγνώστου, τα χτυπήματα του οποίου μου έφεραν κι αμνησία, θα γινόμουν απόλυτα πιστευτή.
Γιατί, όλοι εκείνοι οι χολιγουντιανοί πρωταγωνιστές που είναι ατζαμήδες και awkward, εκείνοι δεν είναι οι ερωτεύσιμοι στο τέλος; Αυτά να σκέφτεσαι και να ευλογείς τα γένια σου με την ησυχία σου, γιατί το reality check αυτή τη στιγμή λέει πως αυτή τη στιγμή είμαι καθαρή από μελανιές εδώ και πέντε μέρες, με προσωπικό ρεκόρ τις δέκα. Ε, δεν το λες και σοβαρό ρεκόρ.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου