Ωραία φάση το φλερτ· το έχουμε ανάγκη όλοι, δεσμευμένοι ή αδέσμευτοι. Μας μαντάρει την αυτοεκτίμηση, μας φτιάχνει την ψυχολογία, μας ανεβάζει τη διάθεση, σε έναν ιδανικό κόσμο ίσως θεράπευε και την ακμή. Αν υπολογίσεις δε και πόσο μεγάλα λόγια λένε οι άνθρωποι πάνω στον ενθουσιασμό τους, δε θέλει πολύ να νιώσουμε κυρίαρχοι του παιχνιδιού, ακόμα και να συμπεριφερθούμε έτσι, όσο κωλοπαιδίστικο ή εγωιστικό κι αν κάνει αυτό στο άκουσμά του.
Ας πούμε, λοιπόν, πως κάποιος άνθρωπος σου δείχνει το ενδιαφέρον του με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, εσύ τι κάνεις;
Επιλογή πρώτη· ευγενικά, αλλά κοφτά του δείχνεις πως δεν ενδιαφέρεσαι, μη χάνει τζάμπα χρόνο (ενίοτε και χρήμα) μαζί σου, ξηγιέσαι όμορφα κι ωραία και μετά ας κάνει ό,τι νομίζει, εσύ ουδεμία ευθύνη φέρεις. Θέλει να συνεχίσει να σε πολιορκεί; Τιμή του και καμάρι του και μεγάλη η χάρη σου εδώ που τα λέμε, σπανίζουν οι επίμονοι άνθρωποι στις μέρες μας. Το συγκεκριμένο άτομο ξέρει πολύ καλά τι του γίνεται, απλά θεωρεί πως η ελπίδα πεθαίνει τελευταία και θέλει να κάνει all in. Κι ως γνωστόν όποιος κάνει all in καλό είναι να μην κλαίγεται αν του πάρουν το σπίτι.
Επιλογή δεύτερη· σου αρέσει η όλη διαδικασία, σε κολακεύει που είσαι κάτι άπιαστο για κάποιον άλλο άνθρωπο, έχεις κάνει τη ματαιοδοξία σου τετράπαχη απ’ την τόση τροφή, αλλά προς Θεού, σιγά μην ενδώσεις, την ώρα σου περνάς. Άσε που δεν ξέρεις πώς να το κόψεις χωρίς να επιδείξεις γαϊδουριά. Το αφήνεις οπότε να κυλήσει λίγο ακόμα και βλέποντας και κάνοντας. Και λίγο ακόμα. Και λίγο παραπάνω. Ώσπου μοιάζεις να επιδεικνύεις ενδιαφέρον κι ανταπόκριση κι απ’ τη μεριά σου. Τώρα πώς φεύγουμε, φιλαράκι; Έλα μου ντε.
Μην ανησυχείς, είναι ανθρώπινο· όλοι έχουμε καλλιεργήσει προσδοκίες στον έρωτα, όλοι έχουμε κάνει κάποιον άνθρωπο να πιστεύει πως έχει ελπίδες ενώ ξέραμε πολύ καλά πως θα περάσει και δε θα ακουμπήσει, όλοι έχουμε υπάρξει μαλάκες, είτε από υπέρμετρη φιλαρέσκεια, είτε από ασύδοτη ανασφάλεια, είτε από ταπεινή και καταφρονημένη ευγένεια. Δεν έχει σημασία ο λόγος, σημασία δυστυχώς έχει η πράξη και τα αποτελέσματά της, δηλαδή, οι φρούδες ελπίδες που μπουκώσαμε επί ματαίω τον καημένο τον ενδιαφερόμενο.
Απαντήσαμε, λοιπόν, σε τρυφερά μηνύματα, κάναμε ατέλειωτες συζητήσεις μέσω μηνυμάτων, αφήσαμε δειλά αγγίγματα να περάσουν στο ντούκου, κάναμε πως δεν καταλαβαίνουμε για να μην έρθουμε σε δύσκολη θέση, στείλαμε «Καλημέρα» και «Καληνύχτα», βάλαμε emoji με καρδούλες, χαμογελάσαμε δεκτικά σε υπονοούμενα, βγήκαμε για ποτό-καφέ-φαγητό σε ραντεβού που ήταν όλο μέλι και τηγανίτα τίποτα, γενικά σκαλίζαμε και ποτίζαμε το χώμα έτσι για το θεαθήναι κι ας ξέραμε καλά πως δε θα ανθίσει τίποτα, αφού δεν έχουμε ρίξει σπόρο. Άλλωστε, αυτό το ξέραμε μόνο εμείς.
Κι έρχεται, που λες, η στιγμή που ο άλλος νιώθει πως έφτασε το πλήρωμα του χρόνου, πως θα θερίσει ό,τι έσπειρε και βρισκόμαστε εμείς να μην ξέρουμε τι να κάνουμε, να αναρωτιόμαστε πώς έφτασε ως εδώ το πράγμα, να αρχίζουμε τα «νομίζω κατάλαβες λάθος», τα «δεν είμαι σε φάση» ή, ακόμα χειρότερα, τις εξαφανίσεις, κι όλα αυτά επειδή δεν είχαμε το θάρρος ή τα έντερα (το λέω όσο πιο κόσμια μπορώ) για να πούμε στον άλλον «ξέρεις τι, μην κουράζεσαι τζάμπα, εδώ δεν έχει ψωμάκι».
Αφού δεν είχε, το ξέραμε απ’ την αρχή, πάντα το ξέρουμε· αν μπεις, όμως, σε μια τέτοια κατάσταση, νιώθεις τόση ευφορία που είσαι το επίκεντρο του ενδιαφέροντος, που λίγο σε νοιάζει τι θα κατεβάσει αν βρέξει. Το συνεχίζεις κι όποιον πάρει ο Χάρος, λοιπόν, άλλωστε ενδόμυχα γνωρίζεις πως παίζεις με σημαδεμένη τράπουλα, άρα το παιχνίδι είναι προδιαγεγραμμένο εις βάρος του άλλου, άρα ο Χάρος ας πάρει όποιον θέλει, αφού δεν κινδυνεύεις εσύ.
Το έχουμε κάνει όλοι, λοιπόν· μέχρι που κάποια στιγμή αποκτήσαμε αυτοεκτίμηση. Μέχρι που καταλάβαμε την αξία μας και πως η αξία αυτή ορίζεται αποκλειστικά από εμάς κι όχι απ’ το ενδιαφέρον ή τη γνώμη κάποιου άλλου, όσο καλόβολα ή κολακευτικά κι αν την εκφράζει. Ηρεμήσαμε, λοιπόν, μεγαλώσαμε αν θες και μάθαμε να λέμε «Όχι, ευχαριστώ»· κι ας μας κόστισε αυτό καλοπέραση, γνωριμίες και ξεγνοιασιά.
Τουλάχιστον, μάθαμε πως το να τοποθετείς τον εαυτό σου σε θρόνο δε σημαίνει απαραίτητα πως οι άνθρωποι που θέλουν να σε πλησιάσουν είναι αναγκασμένοι να συμπεριφέρονται σαν υπήκοοι που οφείλουν να σε προσκυνάνε.
Κι αυτό ονομάζεται ωριμότητα.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη