Η ευτυχία είναι έννοια απολύτως υποκειμενική και δίπλα της έχουν παρατεθεί πολλοί ορισμοί· άλλοι την περιγράφουν με συναισθήματα, άλλοι την ορίζουν με χρήματα κι άλλοι με υλικά αγαθά. Τίποτα όμως δε νομίζω να την περιγράφει καλύτερα από την αίσθηση που σου δίνει το παγωμένο καρπούζι μετά από μια εξουθενωτικά καυτή μέρα στην παραλία. Ή στη δουλειά. Ή στην αγορά. Ή μετά από ένα βαρύ γεύμα. Μετά από οτιδήποτε σου χάλασε το κέφι δηλαδή ή σε ξεθέωσε.
Κι ας είναι το πιο άβολο φρούτο του κόσμου, κι ας βαριέσαι να το κουβαλήσεις μέχρι το σπίτι, κι ας αφήνει ζουμιά παντού, κι ας σου σπάνε τα νεύρα τα κουκούτσια του. Είναι αυτό το άλλοτε κόκκινο κι άλλοτε φουξ χρώμα του που το κάνουν μοναδικό όσο κανένα. Σύμβολο ξεγνοιασιάς και καλοκαιρινής διάθεσης, είναι εκεί να σου προσφέρει τη δροσιά του και να σε ταξιδέψει με το άρωμά του νοερά σε μέρη με αμμουδερές παραλίες και κρυστάλλινα νερά.
Το έχουν εκθειάσει γιατροί κι επιστήμονες λέγοντας πως βοηθάει στην ενυδάτωση του οργανισμού, στο αδυνάτισμα, στη στυτική δυσλειτουργία και σ’ ένα σωρό ασθένειες, μα πάνω απ’ όλα το έχουμε εκθειάσει όλοι προσωπικά, επειδή κάνει καλό στην ψυχή μας.
Υπέροχο στην απλότητά του, ομορφαίνει κάθε καλοκαιρινό σκηνικό και σε κάνει λίγο πιο παιδί, έστω και στιγμιαία. Η μυρωδιά του σου θυμίζει εκείνα τα καλοκαίρια που τριγυρνούσες στην αυλή της γιαγιάς με μια φέτα μισοφέγγαρο στα χέρια, να πασαλείφεσαι με ζουμιά και να ενσαρκώνεις ασυναίσθητα το concept της ξεγνοιασιάς, κάτι μεταξύ διαφήμισης πρωινού και ταινίας γυρισμένης δίπλα στη θάλασσα.
Σου έρχεται στο μυαλό η μαμά σου, που σου έδειχνε τη φροντίδα της κόβοντάς σου την «καρδιά», έτσι συμβολικά κι όμορφα, κρατώντας για τους υπόλοιπους τα κομμάτια με τα κουκούτσια που δεν ήθελες να δεις μπροστά σου. Έβλεπες τους μεγάλους να το τρώνε με τυρί κι ίσως μόρφαζες με αηδία, ίσως τους ακολουθούσες κι εσύ, μα ποτέ δεν είπες όχι σε ένα κομμάτι ακόμη, παρά μόνο τις στιγμές που ένιωθες την κοιλιά σου έτοιμη να εκραγεί.
Μεγάλωσες κι είδες διεθνή εστιατόρια με αστέρια Μισελέν να βραβεύονται προτείνοντας ως κάτι πρωτοποριακό σαλάτες που πάντρευαν την κόκκινή του σάρκα με φέτα και γελούσες ειρωνικά με τη δήθεν πρωτοτυπία τους, επειδή μεγάλωσες σε μια χώρα που «πρωτοτυπίες» σαν αυτή υπήρχαν από πάντα ως παράδοση.
Και κάπου εκεί κοντά στην εφηβεία, ξεκίνησες να ζεις τα καλοκαίρια σου πίνοντας σφηνάκια καρπούζι σε κοντινά beach bar, επειδή ήταν γλυκά κι αθώα, επειδή η γεύση τους σου θύμιζε παιδικότητα και δε φοβόσουν πως θα σε μεθύσουν. Μέχρι που σου έφερναν χάχανα και ζαλούρα και ψιλομετάνιωνες για την αφέλειά σου, μα ποτέ δε δέχτηκες να είσαι αυτός που θ’ αρνηθεί να τσουγκρίσει ένα ακόμη.
Και τώρα πλέον, ως ενήλικας, απολαμβάνεις την τελειότητά του απενοχοποιημένα, σε όλες του τις μορφές· εξακολουθείς ν’ αγαπάς τη δροσιά του σε παγωτά και γρανίτες, σε σαλάτες και σε γλυκά του κουταλιού, αναζητάς τη γλύκα του σε γκουρμεδιάρικα εστιατόρια και παραθαλάσσια ταβερνάκια.
Με κουκούτσια ή χωρίς μικρή σημασία έχει, επειδή η αίσθηση που σου αφήνει στην ψυχή είναι ασύγκριτη.
Επιμέλεια κειμένου Φρόσως Μαγκαφοπούλου: Νάννου Αναστασία.