Στην εποχή των social media είμαστε όλοι τέλειοι· δεν έχουμε σπυράκια, δεν έχουμε κυτταρίτιδα, είμαστε πανέμορφοι, πάρα πολύ γλεντζέδες, πάρα πολύ γυμνασμένοι, πάρα πολύ μορφωμένοι, πάρα πολύ δουλευταράδες, τρώμε και δεν παχαίνουμε, διαβάζουμε πολύ, βγαίνουμε στα καλύτερα μαγαζιά, ανοίγουμε μπουκάλια, πηγαίνουμε διακοπές δεκαπέντε φορές τον χρόνο, έχουμε άποψη για όλα, λεφτά παραϋπάρχουν, έχουμε αμέτρητους φίλους, στα γενέθλιά μας μας εύχονται 2.673 από αυτούς το λιγότερο, και πάει λέγοντας.
Κουραστική, αγχωτική κι εξαιρετικά βλακώδης η νέα πραγματικότητα, δε νομίζεις; Ιδίως αν σκεφτεί κανείς πως παραείναι καλή για να ‘ναι αληθινή. Αποτελεί εξαιρετική τακτική των marketeers ανά τον κόσμο, για να νιώθουν οι άνθρωποι βαρετοί, λίγοι, για να επιδίδονται σε ένα αέναο πινγκ-πονγκ μεταξύ ξοδέματος και βραχυπρόθεσμης ευχαρίστησης, που στην ουσία κατά τη λήξη της επίδρασής της στη ματαιοδοξία μας, αφήνει το μέσα μας πιο άδειο απ’ όσο ήταν πριν το στολίσουμε με όλα αυτά τα χαζά φρου-φρου κι αρώματα, μα όσοι κι αν είναι οι νοήμονες που μπορεί να την αναγνωρίζουν, οι αγνώμονες που την υπερασπίζονται νιώθοντας σπουδαίοι στα μάτια τρίτων είναι υπερδιπλάσιοι.
Χορηγούμενες έξοδοι, φιλοξενίες σε βιλίτσες με ανταλλάγματα, σούσι στην παραλία που συνεπάγονται πατάτες τηγανιτές για την υπόλοιπη μέρα στο νησί, εργατοώρες για να διαλέξεις τη σωστή σέλφι ανάμεσα στις διακόσιες που έβγαλες, «συναρπαστικά» βράδια που σημαίνουν εικοσιοκτώ στόρι ανά μαγαζί, που σημαίνουν με τη σειρά τους ανά-πεντάλεπτο scrolling για να δεις ποιος σε θαύμασε ή ζήλεψε από τους followers σου ή τους πρώην σου, κι ένα διαρκές άγχος για να ‘σαι ο πρώτος που θα κάνει κάτι, απλά και μόνο για να αυτώνεσαι πως όσοι το έκαναν μετά από εσένα, οι καημένοι, σε μιμήθηκαν.
Και στον έρωτα; A, ο έρωτας! Δεν υπάρχει κομμάτι της ζωής που να ‘χει πλήξει η νέα πραγματικότητα περισσότερο από αυτόν. Σφύζει το timeline σου από «ιδανικούς» συντρόφους, από “my man” και “my queen” κι από θαυμαστούς μονολόγους λατρείας προς το έτερο ήμισυ, ταξιδάκια, αγκαλίτσες, ακριβά δώρα, #couple_goals και τέτοια. Και μένεις εσύ να νιώθεις πως δεν αγαπιέσαι αρκετά, επειδή δε σου παρέχει ο σύντροφός σου αυτά που παρέχουν οι άλλοι, επειδή δεν έχετε την τέλεια φωτογραφία, επειδή δεν ταξιδεύετε αρκετά, επειδή δεν είσαστε τόσο «όμορφοι», επειδή δε δηλώνετε δημόσια πόσο αγαπιέστε ή, έστω, δεν κυκλοφορείτε με ταιριαστά outfits.
Τώρα αν σου έλεγα πόσα dm πάθους έχω λάβει κατά καιρούς από τέτοιους κινηματογραφικούς συντρόφους θα έφευγαν οι καρδούλες απ’ τα μάτια σου μια και καλή, κι ίσως ήταν χρήσιμο τώρα που το σκέφτομαι, καθώς θα ξερνούσες το ψέμα που σου πλασάρουν τόσο καιρό, κι ίσως να ερχόσουν στα ίσια σου. Άλλωστε, είναι κανόνας πως ο άνθρωπος που κυνηγάει τα like με το τουφέκι δεν ψάχνει επιβεβαίωση μόνο σε αυτά, θέλει να επιβεβαιώνεται γενικότερα, να κάνει μποτοξάκι στην αυτοπεποίθησή του σιγουρεύοντας πως ακόμα μετράει με κάθε πιθανό τρόπο, real life ή ιντερνετικό. Βλέποντας, λοιπόν, όλα αυτά ίσως ήρθε η ώρα να αποβάλει κανείς αυτή τη χολέρα της τελειότητας που μας έχουν πλασάρει τόσο τεχνηέντως όλοι οι παραπάνω και να χωνέψουμε επιτέλους πως η ουσία του έρωτα, όπως και καθετί άλλου, ίσως να μην είναι κομμάτι αυτής της νοσηρής τελειότητας, ίσως τελικά να έγκειται σε αυτά που, εκβιαστικά σχεδόν, οι άνθρωποι καταλήξαμε να λογαριάζουμε ως «βαρετά»· στην ειλικρίνεια, στα φιλιά, στις αγκαλιές και στις χαλαρές απολαύσεις.
Ξέρεις, εκείνα τα φιλιά που σου σκάει ο άλλος λες και θέλει να σου ρουφήξει την ψυχή απλά επειδή είχε να σε δει από εχθές, αυτά λοιπόν ποτέ δε δόθηκαν μπροστά σε κανένα φακό, δεν τα πρόλαβε κανένα κλικ, δεν είχαν ποτέ σωστό φωτισμό. Εκείνα τα «σ’ αγαπάω» που τα είπες επειδή, την ώρα που έπηζες στη δουλειά, έφερες στο μυαλό σου τον άνθρωπό σου και σκέφτηκες πόσο τυχερός είσαι που τον έχεις και πως δε θα τον άλλαζες για κανέναν άλλο στον κόσμο, εκείνα ποτέ δεν ανέβηκαν στο ίντερνετ, ούτε κανένας πραγματικά ερωτευμένος ένιωσε ποτέ την ανάγκη να ανταλλάξει την αγκαλιά του ανθρώπου του την ώρα που τον παίρνει ο ύπνος με κάποιο σουρωμένο στόρυ τύπου «pername teleia», όπως επίσης κανένας πραγματικά πλούσιος ή επιτυχημένος άνθρωπος, χωρίς συμπλέγματα κατωτερότητας, δε θέλησε να μοστράρει τα υπάρχοντά του για να πείσει κάποιον τρίτο πως όντως έχουν έτσι τα πράγματα.
Αν αγαπάς ή έχεις αγαπηθεί πραγματικά, γνωρίζεις πως η αγάπη κι ο έρωτας ανθίζουν στα βασικά και τα βαρετά, στις ξαφνικές αγκαλιές, στο νοιάξιμο, στη φροντίδα, στα άσχετα μηνύματα, στις βόλτες σε μέρη που δεν έχεις ανάγκη να επιβεβαιώσεις σε κανέναν πως περνάς καλά, στα αγουροξυπνημένα «μωρό μου», στο πρωινό στο κρεβάτι, στο ατέλειωτο χουζούρεμα, στο αυθόρμητο σεξ, στα χατίρια, στις γουρουνιές, τα binge-watching των αγαπημένων σας σειρών και στα διαρκή πειράγματα κάτω απ’ το πάπλωμα, στους καβγάδες για μαλακίες και στις επανασυνδέσεις, στα «έφαγες;» και τα χουφτώματα την ώρα που νομίζετε ότι δε σας βλέπουν.
Τώρα που τα ξαναδιαβάζω, εμένα δε μου φαίνονται καθόλου βαρετά όλα αυτά, αλλά αφού δεν παίρνουν πολλά like, μπορεί και να είναι, δεν ξέρω, ούτε και θέλω να σε πάρω στον λαιμό μου, εγώ άλλωστε είμαι και λίγο ξενέρωτη. Ξέρω, όμως, ότι ο Bill Gates κυκλοφορεί με ένα ρολόι που κοστίζει πενήντα δολάρια ενώ το όνομά του έχει μέχρι σήμερα net worth 90.5 δισεκατομμυρίων, ενώ ο Jay Z, με όνομα αξίας ενός μόνο (!) δισεκατομμυρίου, φεγγοβολάει μέχρι το διάστημα με τόσο διαμαντικό που έχει κοτσάρει πάνω του για να πείσει τον εαυτό του (και τους άλλους) πως «τα κατάφερε». Τα κατάφερε, ναι, αλλά υπάρχουν άλλοι που τα κατάφεραν καλύτερα και παινεύτηκαν πολύ λιγότερο γι’ αυτό, ακριβώς επειδή γνώριζαν πως όντως τους άξιζε να τα καταφέρουν.
Νομίζεις πως νοιάστηκε ποτέ ο Bill Gates που ο Jay Z είναι πιο αναγνωρίσιμος, πιο φανταχτερός, πιο κραυγαλέα λεφτάς από εκείνον; Σωστά μάντεψες, δεκάρα δε δίνει. Ακριβώς επειδή ξέρει.
Ηθικό δίδαγμα: στον έρωτα ας είμαστε όλοι Bill Gates.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη