Θεσσαλονίκη, ένα βροχερό απόγευμα του 2016, έπειτα από μια δεκάωρη βόλτα στην αγορά η παρέα κατέληξε για καφέ. Πριν τον καφέ αντιμετωπίσαμε πολυκοσμία, στρίμωγμα, αναμονή σε ουρές και μια ψιλοαφυδάτωση που αναπόφευκτα βαράει όταν σε συνεπαίρνουν οι πωλήτριες και ξεχνάς να πιεις νερό για ώρα, λες κι είσαι καμήλα ξέρω ‘γω. Κι εκεί που εναποθέσαμε τα κορμάκια μας στους εξαιρετικά άνετους καναπέδες ξακουστού σαλονικιώτικου lounge bar, ο πονοκέφαλος με χτύπησε απ’ το πουθενά, σφυρί στο δόξα πατρί.

Βγάζω να πάρω παυσίπονο, ξέρεις από αυτά που κάνουν για πονοκέφαλο, πονόδοντο, ψυχολογικά και πόνους γέννας, τα καλά. Κι εκεί που πάω να σηκώσω το ποτήρι του νερού μπας και γλιτώσω από αυτό το πράγμα που μου ήρθε στα ξαφνικά για να με ξεκάνει, λες και δεν έφτανε η πολύωρη συναναστροφή με τόσο κόσμο, πετάγεται η άλλη σαν τη Ζήνα κι αποφαίνεται με επιστημονικό ύφος πως δεν κάνω καλά που παίρνω χάπια, αφού ο συγκεκριμένος πονοκέφαλος είναι εξόφθαλμη βασκανία και πως είμαι χαζή που δεν κατάλαβα πώς με κοιτούσε εκείνη η γαλανομάτα την ώρα που διάλεγα χαλί για το σαλόνι μου.

Ναι, ήξερε ακριβώς ποια με μάτιαξε, επειδή οι γαλανομάτηδες λένε ματιάζουν πιο εύκολα, όπως κι οι σαββατογεννημένοι. Να δεις που θα είχε γεννηθεί και Σάββατο η λεγάμενη. Και μου παίρνει το χάπι, επειδή λέει δε θα κάνει τίποτα, και παίρνει τηλέφωνο τη γιαγιά Ελευθερία στο καπάκι να με ξεματιάσει. Κι είμαι εγώ με τον πονοκέφαλο, κι είναι στην άλλη άκρη της γραμμής η γιαγιά Ελευθερία, που απ’ τη μία δεν ακούει κι απ’ την άλλη χασμουριέται σαν ιπποπόταμος, να μου λέει πως με φάγανε και πως τόσο μάτι που είχα απορεί πώς στέκομαι όρθια.

Δε θυμάμαι αν το κεφάλι μου έγινε καλύτερα μετά από αυτή την επιστημονική αντιμετώπιση του προβλήματός μου, θυμάμαι όμως πως ένιωσα περήφανη που η φίλη μου με θεωρεί πανέμορφη κι αξιοζήλευτη. Θυμάμαι επίσης πως πήρα και το χάπι μου στα κρυφά μην τυχόν και δε μου περάσει ο πονοκέφαλος κι αρχίζει να την πληρώνει η φίλη μου, η γιαγιά Ελευθερία, η σερβιτόρα κι ο λαχειοπώλης που έτυχε να περνάει εκείνη την ώρα απ’ το τραπέζι μας και δε μου έφταιγε σε τίποτα.

Δεν ξέρω αν άνοιξες το άρθρο για να κοροϊδέψεις που υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι πιστεύουν σε κατινιές όπως το μάτι, για να χαρακτηρίσεις μεγάλη μερίδα του πληθυσμού ως θρησκόληπτους κι αμόρφωτους ή απλά ματιάζεσαι κι εσύ εύκολα και ψάχνεις απάγκιο να στηρίξεις το δράμα σου. Ξέρω όμως πως όλοι οι ανατολικοί πολιτισμοί πιστεύουν με κάποιο τρόπο σε αυτό που γενικά χαρακτηρίζεται ως «κακή ενέργεια», «βασκανία» ή όπως το έλεγε ο Πλάτωνας «αγνή φωτιά». Ναι, μάτιαζαν και τον Πλάτωνα, άμα θες να ξέρεις.

Θεωρείται λοιπόν από πολλούς πως ο άνθρωπος εκπέμπει ενέργειες ικανές να επηρεάσουν τόσο τον κόσμο όσο και τους ανθρώπους που τον απαρτίζουν κι οι ενέργειες αυτές είναι ικανές να προκαλέσουν πονοκέφαλο, κακοτυχία και πυρηνικό όλεθρο. Το εξηγούν επίσης με κάποιο τρόπο που βγάζει νόημα, ειδικά αν πιστεύεις  βαθιά σε κάποια θρησκεία ή αγαπάς τις παραδόσεις και τις κομφορμιστικές φιλοσοφίες που περνούν με μεγάλη επιτυχία από γενιά σε γενιά αιώνες τώρα.

Απ’ την άλλη, όσο κι αν κοροϊδεύουμε, το μάτιασμα φέρει μια κάποια λογική συγκριτικά με άλλες σοφιστείες όπως τα ζώδια κι οι προλήψεις για μαύρες γάτες και λοιπά. Ειδικά αν σκεφτείς πως αποδεδειγμένα υπάρχουν άνθρωποι χαρισματικοί, ικανοί να προβλέπουν το μέλλον ή να διαβάζουν τη ζωή σου στην παλάμη σου και σε κούπες καφέ. Κράτα λοιπόν και μια πισινή πριν το ανοίξεις παραπάνω, καθώς ποτέ δεν ξέρεις, ρε παιδί μου, δεν επιζούν άλογα αυτά τα πράγματα τόσους αιώνες.

Και φυσικά δεν εννοώ πως όποιος έχει πονοκέφαλο είναι ματιασμένος, ούτε πως όποια σκοντάφτει το παθαίνει επειδή τη στραβοκοίταξε εκείνη η κάργια απ’ το σχολείο που ανέκαθεν τη ζήλευε. Δεν είναι όλοι άξιοι βασκανίας, παιδιά, να τα λέμε κι αυτά, κάποιοι είναι κι άσχημοι, κάποιοι είναι ηλίθιοι και κάποιες απλά δεν ξέρουν να περπατάνε στον ίσιο δρόμο. Οι άνθρωποι έχουμε την ανάγκη να πιστεύουμε σε τέτοια χαζά επειδή είμαστε ανεξαιρέτως νάρκισσοι κι επειδή τα παράλογα κάνουν τη ζωή μας πιο εύκολη, καθώς αν ήταν όλα λογικά κάπου θα τρελαινόμασταν απ’ την απλότητα αυτού του κόσμου.

Δεν ξέρω αν ισχύει όλο αυτό το παραμύθι με το μάτι, καλού-κακού όμως αν βλέπετε άτομο ευπαθές, ρε παιδιά, που τα φοράει τα κομποσκοίνια του, τα ματάκια του στο λαιμό ή τα σκόρδα του (α, δεν ξέρω, πολλά έχω δει) να το φτύνετε μην το βασκάνετε, να κάνετε κι ένα καλό, αρκετά έχει υποφέρει. Επειδή ματιάζετε, παιδιά, ματιάζετε και σακατεύετε κόσμο, και μη μου αρχίζετε εμένα τα «Ποιος πιστεύει σε αυτές τις μαλακίες εν έτει 2017».

Να πιστεύετε κι εσείς να συνεχίσουμε την παράδοση. Ή έστω, να πιστεύετε για να έχετε πρόχειρη μια δικαιολογία· άνθρωποι είμαστε, τι θα πείτε αν τύχει να βγείτε καμιά μέρα με την μπλούζα σας ανάποδα;

 

Συντάκτης: Φρόσω Μαγκαφοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη