«Αλήθεια σου λέω, θα πεθάνω. Τι έκανα εγώ για ν’ αξίζω τέτοια συμπεριφορά;»
Άλλο ένα από τα τυπικά δράματα της Βάσως. Τόσο τυπικό που καταλήγει γραφικό. Ξέρεις, η Βάσω είναι από ‘κείνους τους ανθρώπους που ζούνε τον έρωτα τόσο στα άκρα, που αναπόφευκτα κουράζουν τον εαυτό τους, τους γύρω τους, μα και το Θεό τον ίδιο. Είναι από ‘κείνα τα άτομα που ακούς ανακατεύοντας μηχανικά τον καφέ σου κάνοντας νοερά τη λίστα του σούπερ μάρκετ. Όχι επειδή τα προβλήματά τους δε σε αφορούν, αλλά επειδή αρέσκονται στο ρόλο του θύματος αρνούμενοι πεισματικά να καταλάβουν πως στον έρωτα οι ρόλοι είναι πολλαπλοί· κανένας –πλην εξαιρετικά παθολογικών περιπτώσεων- δεν είναι αποκλειστικά θύμα ή θύτης. Οι ρόλοι εναλλάσσονται διαρκώς, φέρνοντας την εκάστοτε πλευρά στο ζενίθ ή το ναδίρ του εγωισμού της, έτσι ρε παιδί μου, για να βαστάει το ενδιαφέρον. Τι, όχι;
Πριν βιαστείς να πάρεις το μέρος της Βάσως και να με διαβεβαιώσεις πως κι εσύ πληγώθηκες χωρίς ποτέ σου να πειράξεις κανέναν, θέλω να ξεκαθαρίσουμε κάποια πράγματα· δε χρειάζεται να κερατώσεις, να μιλήσεις άσχημα ή να καταστρέψεις εσκεμμένα κάποιον για να απολαύσεις το ρόλο του θύτη. Ούτε όλοι οι θύτες είναι αναίσθητοι σαδιστές που γελάνε σατανικά σε μισοσκότεινα δωμάτια. Και σίγουρα, όπως εκείνοι έτσι κι εσύ, έκανες κάποια στιγμή στη ζωή σου κάποιον να πονέσει, ακόμα κι αν αυτό δεν ήταν ο αυτοσκοπός σου.
Μπορεί απλώς να είπες σε κάποιον που σε κοιτούσε κι έλιωνε, πως τον βλέπεις φιλικά. Ή να άφησες αναπάντητα τα μηνύματα πρώην αγαπημένων σου για να πάρεις το αίμα σου πίσω. Ναι, έχεις κάθε δικαίωμα να κάνεις τις επιλογές που σου ταιριάζουν. Και ναι, οι πρώην που επιστρέφουν αδιαφορώντας για όσα σε έκαναν να περάσεις, αξίζουν να καούν στο πυρ το εξώτερον. Μα, ακόμα κι έτσι, πάλι δεν έκανες κάποιον άνθρωπο να πονέσει εξαιτίας σου; Είδες, στα λόγια μου έρχεσαι.
Όσο για τον ρόλο του θύματος, ανοίγουμε μεγάλο κεφάλαιο στην ιστορία των ανθρώπινων σχέσεων. Υπάρχουν δύο λογιών θύματα και σίγουρα τα έχεις ενσαρκώσει αμφότερα. Από τη μία, είναι τα αληθινά θύματα, εκείνα που –είτε από υπέρμετρη ευαισθησία, είτε επειδή είναι η μοίρα τους σακατεμένη- πέφτουν διαρκώς στα χέρια των λάθος ανθρώπων, οπότε πληγώνονται, δυσαρεστούνται και τραβάνε τα ζόρια τους, με όλα τα χαριτωμένα παρελκόμενα, τύπου κατάθλιψη, μαυρίλα και πρησμένα μάτια.
Από την άλλη, είναι τα ναρκισσιστικά θύματα -καλή ώρα η Βάσω- που αρέσκονται να πληγώνονται, σχεδόν το επιδιώκουν, στοχεύοντας υστεροβούλως στο επερχόμενο κανάκεμα. Με λίγα λόγια, κάνουν το τόσο ΤΟΣΟ δημιουργώντας τύψεις στον θύτη, και απολαμβάνουν τη μεταμέλειά του ρουφώντας του την ψυχή με το καλαμάκι. Με πλήγωσες κύριε; Θα μου λες πως μ’ αγαπάς 652 φορές την ημέρα για να το ξεχάσω. Και θα με πας κι εκείνη τη βόλτα που λέγαμε. Ας πρόσεχες.
Όσο για τον τρίτο και καλύτερο ρόλο, που από καταβολής κόσμου, κανένας έμβιος οργανισμός δεν απέφυγε, αυτόν του βλαμμένου δηλαδή, δεν έχω να πω πολλά, καθώς είναι κι ο πιο χαριτωμένος. Γιατί όταν ερωτευτείς, εκτός από τον θύτη και το θύμα, θα κάνεις και τον καραγκιοζάκο και θα το ευχαριστιέσαι κιόλας. Θα χαζογελάς, θα παραλογίζεσαι, θα υποθέτεις και θα ονειρεύεσαι πρωί και βράδυ, μην αναγνωρίζοντας το χάλι σου. Α, ούτε αυτά δεν είναι του τύπου σου, ε; Ξέρω, ξέρω.
Όπως τότε, που έτρεχες τους φίλους σου στο μπαρ που δούλευε το πρόσωπο, για να το κοιτάξεις φευγαλέα, μουρμουρίζοντας αδιάφορα «Α, κι εσύ εδώ;». Ή για τότε που, ερωτευμένος καθώς ήσουν, άρχισες να ακούς Portishead ενώ μέχρι πρότινος είχες για ξυπνητήρι το «Δεν ταιριάζετε σου λέω» του Παντελίδη. Δεν είναι καραγκιοζιλίκια αυτά; Ναι, είναι, και μη μου νιώθεις άσχημα γιατί αυτά είναι τα πιο όμορφα ξεφτιλίκια του κόσμου κι είναι καλοδεχούμενα κι ανεκτά.
Να χαλαρώνεις και να το απολαμβάνεις λοιπόν, επειδή οι ζωές, όπως κι οι έρωτες δεν είναι ευθείες γραμμές. Θα πληγώσεις, θα πληγωθείς, θα απογοητεύσεις και θα απογοητευτείς και πρέπει να είσαι εντάξει μ’ αυτό, γιατί έτσι παίζεται το παιχνίδι. Γιατί χωρίς τους λάθος ανθρώπους δε θα μάθεις ποτέ να ξεχωρίζεις τους σωστούς και γιατί όσο πιο απλόχερα μοιράζεις την αγάπη σου, άλλο τόσο εκείνη πολλαπλασιάζεται μέσα σου κι επιστρέφει σε ‘σένα. Γιατί αν δε θέλεις να χάνεις, μπορείς να μην παίζεις, μα –μη γελιόμαστε- πόσο βιώσιμη είναι μια ζωή στην οποία είσαι θεατής κι όχι παράγοντας;
Eπιμέλεια Κειμένου Φρόσως Μαγκαφοπούλου: Ελίνα Ανδρεάδου