Ξέρω πως σε όλους μας αρέσει να σκεφτόμαστε ρομαντικά, είτε το παραδεχόμαστε είτε όχι. Γνωρίζω επίσης πως άπαξ κι ερωτευτούμε το πιστεύουμε αυτό το μπασταρδάκι το «για πάντα», όσο κι αν το κοροϊδεύαμε όταν είχαμε την ησυχία μας. Και, τέλος, ξέρω πως κάθε αρχή συνεπάγεται αναπόφευκτα και κάποιο τέλος, είτε αυτό είναι καλό είτε κακό -που, για να λέμε του στραβού το δίκιο, συνήθως κακό είναι. Και να σου πω το πιο παράλογο; Στον έρωτα, συνήθως, το τέλος είναι αυτό που θα σου δώσει τα διαπιστευτήρια των συναισθημάτων του άλλου, όχι η αρχή. Τι εννοώ; Είναι απλό.
Σίγουρα θα έχεις ζήσει κάποιους χωρισμούς, δικούς σου ή και δικών σου ανθρώπων. Δεν είναι στην πλειοψηφία τους κάπως ανθρωποφαγικοί; Ο ένας θα κατηγορήσει τον άλλο σε φίλους και γνωστούς, θα υπάρξει μια παράλληλη τοξικοποίηση των πάλαι ποτέ αγνών συναισθημάτων τους, η μια σπόντα θα ακολουθήσει την άλλη, θα υπάρξουν έμμεσοι ή άμεσοι καβγάδες, αυτός που πληγώθηκε ή αδικήθηκε περισσότερο θα το παίξει θύμα για να σιγοντάρει υποστηρικτικά ο περίγυρος στο δράμα του, γενικά μέσα στην ελπίδα τους να ξαναγίνουν τα πράγματα όπως πριν, οι εμπλεκόμενοι θα απελπιστούν λίγο ή καμιά φορά και πολύ.
Έστω ότι είσαι στην πλευρά του θύτη· αναλαμβάνεις θέλεις-δε θέλεις το ρόλο του κακού, καθώς η απόφασή σου να σταματήσεις να προσπαθείς και να τα διαλύσεις όλα έφερε τσουνάμι πόνου στην αντίπερα όχθη και τώρα πρέπει να σκάσεις και να περιμένεις να κοπάσει η οργή της καταστροφής. Ή κι όχι· μπορείς να κατηγορήσεις κι εσύ την αντίθετη πλευρά για την αδιαλλαξία της, για τις ουτοπικές προσδοκίες της και τον παραλογισμό της και να περάσεις στην αντεπίθεση μέχρι να δικαιωθείς, καθώς για να έφυγες θα είχες κι εσύ τους λόγους σου και δε γουστάρεις ούτε λίγο να είσαι το αποδιοπομπαίο τραγί της ιστορίας.
Όλοι έχουμε βρεθεί ή θα βρεθούμε σε αυτή τη θέση, δεν είναι κακό, είναι ανθρώπινο. Ούτε είναι πάντα κακός αυτός που φεύγει, ούτε είναι συνεχώς αδικημένος εκείνος που μένει. Στην πλειοψηφία τους οι χωρισμοί πονάνε κι αφήνουν πικρία κι η πικρία τις περισσότερες φορές πρέπει να βγει από μέσα σου, γιατί αλλιώς κινδυνεύεις να σε δηλητηριάσει, τόσο τοξικό συναίσθημα είναι. Κι εφόσον δε φεύγει με μετάγγιση ή χειρουργείο, φεύγει μέσα απ’ τα λόγια και τις πράξεις μας. Δεν υπάρχει σωστή αντίδραση στην ορμή της, είτε θα την δεχτείς στωικά μέχρι να κοπάσει είτε θα προτάξεις κι εσύ τη δική σου ώσπου να νικήσει ο πιο δυνατός.
Είπαμε, δεν είναι μεμπτό να είσαι ο κακός της υπόθεσης, κάποιες φορές χρειάζεται αρκετό θάρρος για να είσαι ρεαλιστής κι αρκετή γενναιότητα για να πικράνεις κάποιον, ιδίως έναν άνθρωπο που κάποτε έτυχε να αγαπήσεις. Να τον ρημάξεις με λίγα λόγια μια και καλή, αντί –εντελώς βολικά και κωλοπαιδίστικα– να του καταστρέφεις την ψυχή μέρα με τη μέρα και τη ζωή χρόνο με το χρόνο. Τι γίνεται, όμως, στην περίπτωση που αντί για οργή απέναντι στον πόνο που της επιβάλεις, η αντίθετη πλευρά προβάλει η ίδια στωικότητα αντί να την περιμένει από εσένα;
Τότε, λυπάμαι που θα σου το πω, μα πιθανότατα κάποιος εκεί γύρω σε αγάπησε πολύ και μόλις τον έχασες. Αν πόνεσες κάποιον με τις αποφάσεις σου, αν του διέλυσες τον κόσμο, αν ήθελε πάση θυσία να πλαισιώνεις τη ζωή του κι εσύ βάναυσα του στέρησες την παρουσία σου για τον χ ή ψ λόγο, αλλά εκείνος το δέχτηκε και κατάπιε το τρέμουλό του για να μην τσαλακώσει τα πανιά σου, που τόσο όμορφα τα τέντωσες για να σαλπάρεις, τότε ίσως αυτός που έχασε να ήσουν εσύ.
Αυτό δε σημαίνει πως η απόφασή σου να φύγεις ήταν λάθος, δικαίωμά σου ήταν, αυταπόδεικτο κι αναφαίρετο. Σημαίνει όμως πως σε μια ναρκισσιστική κι άγρια εποχή που ο καθένας κοιτάζει το τομάρι του και φροντίζει για την καλή του εικόνα εις βάρος όλων των υπόλοιπων ανθρώπων, σε έναν κόσμο που παρά τα τόσα πτυχία του συνεχίζει εντελώς απαίδευτα να μπερδεύει το νόημα των λέξεων και να βαφτίζει κάθε χαζοκαψούρα «αγάπη», αγνοώντας τη θεϊκή υπόσταση της συγκεκριμένης έννοιας, σε τόσο ματαιόδοξους καιρούς κάποιος άνθρωπος επέλεξε να σε βάλει πάνω απ’ τον εαυτό του και –συγγνώμη που γίνομαι Κασσάνδρα–μα κάτι τέτοιο είναι τόσο σπάνιο, που δε νομίζω να το ξαναζήσεις, τουλάχιστον σε αυτή τη ζωή.
Επειδή, όταν μιλάμε για ανθρώπους που αγαπούν πραγματικά, μιλάμε γι’ αυτούς· για όσους έπαιξαν εξαιρετικό θέατρο μπροστά στα μάτια σου και δε σε άφησαν να τους δεις στο κακό τους χάλι για να μη νιώσεις τύψεις για την απόφασή σου, για εκείνους που σεβάστηκαν τις επιθυμίες σου κι ας πήγαιναν κόντρα στις δικές τους και για εκείνους που θέλησαν ειλικρινά να σε δουν να ευτυχείς, ακόμα κι αν αυτό σήμαινε την αρχή της δικής τους δυστυχίας.
Σε αυτόν τον κόσμο δεν είναι πολλοί, είναι μετρημένοι στα δάχτυλά. Δε γεννήθηκαν Ιθάκες, έγιναν όμως άθελά τους, επειδή σε αγαπούσαν. Κι ακριβώς γι’ αυτό το λόγο σου έδωσαν «το ωραίο ταξίδι». Ώρα καλή, λοιπόν· ίσως κάποτε οι Λαιστρυγόνες και οι Κίρκες σε κάνουν να καταλάβεις.
Σίγουρα θα σε κάνουν να καταλάβεις.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη