Περνάμε πολλά χρόνια στα θρανία, έτη που στην αρχή φαντάζουν σχεδόν ατέλειωτα. Το νταβαντούρι ξεκινάει εκεί, γύρω στα νήπια, που αποχωρίζεσαι για πρώτη φορά τη μαμά σου και συνειδητοποιείς πως εκεί έξω υπάρχει ένας ολόκληρος κόσμος με τον οποίο πρέπει να συναναστραφείς, να μοιραστείς τα παιχνίδια σου, να αναπτύξεις σχέσεις, ακόμα και –γιατί όχι;– να τους αντιπαθήσεις από πάνω ως κάτω. Και κάπως έτσι, μαθαίνεις να είσαι ον κοινωνικό, να λες τα «όχι» σου και τα «ναι» σου, να είσαι τέλος πάντων και κάποιος άλλος πέρα απ’ το παιδί των γονιών σου.
Και περνάει ο καιρός, το μοτίβο επαναλαμβάνεται σε δημοτικό και γυμνάσιο και τα χρόνια συνεχίζουν να μοιάζουν ατελείωτα· και πηγαίνεις πρώτη λυκείου και λες «άντε, λίγο έμεινε», και πας δευτέρα λυκείου και λες «όπα, σοβαρεύει το πράγμα», και πας τρίτη και ξαφνικά αναρωτιέσαι πώς στο διάολο πέρασε τόσο γρήγορα ο καιρός κι έφτασες να κάνεις σχέδια για φοιτητική ζωή, να αγχώνεσαι για βαθμούς και να πνίγεσαι από δήθεν παντοτινές αγάπες, εσύ που μέχρι πριν λίγο καιρό νοιαζόσουν μόνο για το τι θα ντυθείς στο αποκριάτικο πάρτι του μικρού Λουκά, εκεί γύρω στα πέντε.
Και μέσα στον πανικό της τρίτης λυκείου, και των καθηγητών που μονίμως τρέχουν να βγάλουν την ύλη, και των φροντιστηρίων που κάνουν αγώνα να προπορεύονται του σχολείου, και των γονιών σου που αγχώνονται που αγχώνεσαι, κλείνεις πού και πού τα μάτια σου και βλέπεις εκείνη την όαση που λέγεται «πενταήμερη» –κι ας είναι το σωστό «πενθήμερη», για μας πάντα έτσι λάθος θα λέγεται και σωστά θα βιώνεται– να πλησιάζει μήνα με το μήνα. Και κάπως νιώθεις λίγο καλύτερα, και παίρνεις δύναμη να συνεχίσεις, καθώς με άλλη ψυχολογία διαβάζεις Πρωταγόρα όταν ξέρεις πως τα καλύτερα έρχονται, έστω κι αν έρχονται με ωτοστόπ ή επάνω σε χελώνα.
Προσωπικά δεν είχα κάνει ποτέ μου σχέδια για αυτήν την εκδρομή, καθώς εκείνη τη χρονιά ήμουν ιδιαίτερα απασχολημένη τόσο με τα κατεβατά που είχα να παπαγαλίσω για την ιστορία κατεύθυνσης, όσο και με το τότε αγόρι μου, που με είχε ζαλίσει με τη ζήλια του για το επικείμενο ταξίδι απ’ τον προηγούμενο Οκτώβρη κι αμφότερες οι καταστάσεις δε μου άφηναν πολλά περιθώρια για όνειρα. Όταν, όμως, έφτασε ο καιρός να το συζητάμε με τα παιδιά στο σχολείο, να κανονίζουμε με τις φίλες μου τι ρούχα θα πάρουμε, πώς θα είμαστε στα δωμάτια, ποια θα πάρει ισιωτικό και ποια θα φέρει μπουκλιέρα, άρχισα να μπαίνω στο κλίμα και να ενθουσιάζομαι κι εγώ με τη σειρά μου.
Κι έφτασε η μέρα που μαζευτήκαμε στο σχολείο απ’ τις πέντε το ξημέρωμα, που κανένας δε φαινόταν άυπνος κι ας είχαμε να κοιμηθούμε απ’ την προηγούμενη, και μπήκαμε στο αεροπλάνο για Ρόδο κι η διαδρομή μου φάνηκε να κρατάει ένα τέταρτο. Και φτάσαμε στη Ρόδο και πέρασα τόσο όμορφα, που ακόμα σκέφτομαι εκείνες τις μέρες και χαμογελάω γεμάτη αναμνήσεις.
Εφτά μέρες, εφτά χρονομετρημένες ώρες ύπνου στο σύνολο ως παρέα, λες και χρειαζόμασταν μία ώρα ύπνο την ημέρα για να φορτίσουμε και να ανεβοκατεβαίνουμε τα σκαλιά του ξενοδοχείου, να πηδάμε από μπαλκόνι σε μπαλκόνι, να γυρίζουμε το νησί και να συμμετέχουμε σε όλες αυτές τις μαζώξεις απ’ τις οποίες δε θες ποτέ να λείπεις, μην τυχόν και γίνει κάτι και χάσεις το θέαμα.
Πήγαμε πολλές εκδρομές, ξέρεις· και στην Κέρκυρα όταν ήμασταν τρίτη γυμνασίου, και στην Αθήνα αρχές λυκείου, όπως πηγαίνουν όλα τα σχολεία μέχρι σήμερα. Όσες εκδρομές όμως κι αν πας ως μαθητής, καμία δε φτάνει σε αξία εκείνη, την τελευταία. Επειδή βαθιά μέσα σου ξέρεις πως ποτέ ξανά δε θα έχεις την ευκαιρία να πας ταξίδι με ολόκληρη την παρέα σου, καθώς είτε θα χαθείτε, είτε θα σπουδάζετε σε άλλες πόλεις, είτε δε θα συμπίπτουν οι άδειές σας.
Σε κανένα μελλοντικό ταξίδι δε θα ζήσεις την εμπειρία να βλέπεις τους καθηγητές σου να μαλακώνουν, να γίνονται από αυστηροί ρόλοι άνθρωποι νορμάλ, δε θα υπάρχει η ίντριγκα και το διασκεδαστικό κουτσομπολιό μεταξύ των συμμαθητών σου, δε θα έχεις ποτέ την ευκαιρία να βγάλεις τόσες πολλές φωτογραφίες με όλο σου το σχολείο, για να τις βλέπεις τα επόμενα χρόνια και να αναρωτιέσαι πώς στο διάολο ήσασταν όλοι έτσι και να γελάς με την καρδιά σου.
Η πενταήμερη, πενθήμερη, εφταήμερη (αφού συνήθως τόσο κρατάει) ή όπως θες πες την, είναι αναμφίβολα η κορώνα των σχολικών μας ετών, η ομορφότερη ανάμνηση που μπορεί να κρατήσει κάποιος κι η τελευταία ανάπαυλα πριν τις πανελλήνιες. Αν έζησες την εμπειρία είσαι τυχερός που μπόρεσες να βάλεις το δικό σου “…happily ever after” στην πορεία των σχολικών σου ετών. Αν ετοιμάζεσαι να τη ζήσεις εύχομαι να περάσεις τόσο όμορφα που το ταξίδι αυτό θα μείνει στο μυαλό σου σαν κάτι περισσότερο από μερικές δεκάδες Instagram stories.
Εύχομαι να έρθει η στιγμή που θα εύχεσαι να μπορούσες να το ξαναζήσεις.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη