Κάνε μου τη χάρη και γύρισε λίγο στα εφηβικά σου χρόνια· φέρε λίγο στο μυαλό σου με πόση υπερβολή βουτούσες σε αυτό που αισθανόσουν, με τι άγνοια κινδύνου πίστευες στο «για πάντα», πόσο αισιόδοξα θεωρούσες πως κάποτε θα μεγαλώσεις και θα ξέρεις πολύ καλύτερα πώς να φερθείς και τι να κάνεις στον έρωτα για να μη σε πιάνουνε κορόιδο.
Μιλάω για τότε που αφιέρωνες τραγούδια, που έστελνες μηνύματα, που χάριζες επίμονα βλέμματα, που κάθε 11:11 έλεγες πως σε σκέφτεται, που φερόσουν αυθόρμητα και που ήσουν όσο χαριτωμένα βλαμμένο σου επέτρεπε το νεαρό της ηλικίας σου. Βλαμμένο, ναι, αλλά ξέγνοιαστο βλαμμένο. Επειδή τότε οι σχέσεις δεν ήταν παιχνίδια στρατηγικής, ήταν αυτό που έπρεπε να είναι, αυθορμητισμός και χαμόγελα.
Κοίτα τώρα τα χάλια του ενήλικου εαυτού σου στον καθρέφτη και κάνε τη σύγκριση. Σαφέστατα περισσότερων ετών, προφανέστατα με καλύτερο γούστο στα ρούχα, ξεκάθαρα όμως και με την ίδια συναισθηματική αμπαλοσύνη. Μόνο που τώρα δε γράφεις πια στιχάκια σε τοίχους και θρανία (ελπίζω δηλαδή) για να κάνεις τον άλλον να σε προσέξει, παρά διατηρείς την αξιοπρέπειά σου ατόφια και τρως τα λυσσακά σου ολομόναχος με το που κλείσει η πόρτα.
Σου λείπει ε; Σου λείπει τη μέρα, τη νύχτα, μπορεί κάθε μέρα, μπορεί κάθε νύχτα, μπορεί συνέχεια, μπορεί μόνο τις ώρες που εσύ το επιτρέπεις στον εαυτό σου ή όταν απλώς σε βρίσκει η στιγμή αδύναμο. Σου λείπει τώρα που είναι έντεκα, όπως σου έλειπε κι εχθές στις δύο, όπως θα σου λείπει και το πρωί που δε θα ξυπνήσετε μαζί. Σου λείπει κι αισθάνεσαι για λύπηση επειδή δεν έχεις ιδέα αν του λείπεις κι εσύ έστω και λίγο.
Δεν έχει σημασία αν έχετε να μιλήσετε λίγες μέρες, λίγους μήνες ή χρόνια ολόκληρα. Σημασία έχει πως όσος καιρός κι αν πέρασε απ’ την τελευταία φορά, είναι ακόμα το άτομο εκείνο που θέλεις να πάρεις τηλέφωνο όταν συμβαίνει κάτι υπέροχο ή κάτι πολύ κακό, επειδή από τότε που δεν έχεις το δικαίωμα να το κάνεις ο κόσμος έχασε μερικές στροφές κι οι χαρές σου αντίστοιχα έχασαν μερικούς πόντους ευτυχίας.
Θα το έλεγες το «μου λείπεις», αλλά μάλλον ξέρεις πως και να το πεις δε θα αλλάξει κάτι, οπότε το βουλώνεις και κάθεσαι στ’ αυγά σου παριστάνοντας πως δεν έγινε και τίποτα, πως πέρασε και δεν ακούμπησε. Στο ενδιάμεσο διαβάζεις και παμπάλαιες συνομιλίες σας λες κι ενδόμυχα γουστάρεις να αυτομαστιγώνεσαι, ακούς τα τραγούδια που ποστάρει ξανά και ξανά μπας και νιώσεις τι νιώθει κι αναρωτιέσαι αν αισθάνεται έστω στο ελάχιστο το ίδιο για σένα.
Αγιάτρευτη περίπτωση, μην το ψάχνεις· σου κουράζουν την ψυχή και τα κόκκαλα τα «μου λείπεις» που δε λέγονται. Τώρα, ο λόγος που δε λέγονται είναι άλλο θέμα κι εσύ τον ξέρεις καλύτερα από εμένα, δε θα μπλεχτώ στα χωράφια σου ούτε θα σου πω κάνε αυτό ή κάνε το άλλο· επειδή ίσως βρέθηκα κι εγώ κάποτε στη θέση σου και το μόνο που έκανα ήταν να πάρω τις λαχτάρες μου, να τις δέσω κόμπο και να τους βάλω φωτιά για να μη μου ζαλίζουν το κεφάλι με τις απαιτήσεις τους κι αν έκανα κάτι τέτοιο τότε, ξέρεις, δεν έχω δικαίωμα να δίνω συμβουλές.
Είναι το πιο δύσκολο πράγμα στον κόσμο να σου λείπει ένας άνθρωπος που ζει κανονικά τη ζωή του χωρίς να σε χρειάζεται, είναι αλήθεια. Να χτυπάει το τηλέφωνό σου και να εύχεσαι να είναι εκείνος ο συγκεκριμένος αριθμός που έσβησες, αλλά θυμάσαι απέξω και ποτέ να μην είναι, να προσποιείσαι πως όλα είναι καλά ενώ μέσα σου ξέρεις πως τα πράγματα δεν έπρεπε να πάνε τόσο σκατά όσο πήγαν, πως δεν ήταν η ώρα του να τελειώσει αυτό που είχατε μεταξύ σας.
Ο χρόνος, λένε, γιατρεύει τις σπασμένες καρδιές, μη σου πω όμως πώς ρημάζει κι αυτές που περιμένουν. Επειδή άντε και το χώνεψες πως όλα τελείωσαν, πήρες τον εγωισμό σου αγκαζέ και πήγες γι’ άλλα. Τι γίνεται όμως όταν ακόμα ελπίζεις; Αυτή η ελπίδα είναι η αιτία του κακού, αυτή σου τα γαμάει όλα και σε αφήνει σκουπίδι να μην ξέρεις τι σου γίνεται κάθε φορά που συναντιέστε στο δρόμο και τυχαίνει να κοιταχτείτε λίγο παραπάνω απ’ το κανονικό.
Ασ’ το, δύσκολα τα πράγματα· επειδή θέλεις να το ακούσεις αυτό το γαμημένο το «μου λείπεις», αλλά αν φτάσεις στο σημείο να το ζητήσεις δε σε νοιάζει αν θα σου το πούνε τελικά, γι’ αυτό και προτιμάς να τυραννιέσαι πιστεύοντας σε θαύματα. Θα τα αφήσεις αυτά που δε λες να σας χωρίζουν για λίγο ακόμα, ίσως και για πάντα, δε βαριέσαι, άλλωστε το ενδιαφέρον δε ζορίζεται, οι λαχτάρες πρέπει να ρέουν αυθόρμητα και να σε πνίγουν με αγάπη κι αν δεν μπορούν να σε πνίξουν με την αγάπη τους τότε προτιμάς να μη σε αγαπάνε καθόλου.
Σου λείπει, ναι, και θα ήθελες να είναι στη ζωή σου με κάθε κόστος, μα ξέρεις επίσης πως αν το ήθελε κι ο άλλος όσο εσύ τότε θα είχε βρει τρόπο να είναι, δε θα σε άφηνε να υποφέρεις. Θα σου έστελνε ένα μήνυμα, θα ένιωθε όσα νιώθεις, θα σε αναζητούσε, θα σου έλεγε αυτά που σου κρατούσε, θα σου το έκανε εύκολο· αλλά δεν το κάνει, οπότε παίρνεις την ησυχία αυτή για απάντηση και με αυτήν πορεύεσαι βγάζοντας τα ανάλογα συμπεράσματα.
Καλά κάνεις, όλοι το ίδιο θα σκεφτόμασταν.
Καλά κάνεις, αρκεί να μη σκέφτεται το ίδιο κι αυτός.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη