Οι περισσότεροι έρωτες ακολουθούν την εξής, καθόλου ευφάνταστη, πορεία: μηνυματάκια, ναζάκια, ραντεβουδάκια, γελάκια, ταξιδάκια, λογάκια, αγκαλίτσες, τσακωμούληδες, σιχτιρισματάκια, χωρισμούλης. Έτσι γλυκά κι όμορφα παίρνει ο καθένας τον δρόμο του και μετά σταλκάρονται αμφότεροι στα social media μέχρι να βρεθεί κάτι άλλο να τους κινήσει το ενδιαφέρον, κάποιες φορές ακόμα και για πάντα, καθώς, ως γνωστόν, το απωθημένο φυγείν αδύνατον.
Και μετά; Αν ο χωρισμός ήταν νοικοκυρεμένος κι ήρθε στην ώρα του, έχει καλώς. Οι δύο μεριές θεωρούν ότι τα ‘χουν βάλει κάτω, τα ‘χουν συζητήσει, τα ‘χουν ζυγίσει και στην τελική έχουν κάνει αυτό που έπρεπε να κάνουν· χώρισαν τα τσανάκια τους κι όσο δύσκολο ή εύκολο κι αν τους είναι στην πράξη, η απόφασή τους είναι συνειδητοποιημένη κι ώριμη. Αν πάλι ο χωρισμός ως απόφαση πάρθηκε εν βρασμώ ψυχής, τότε παίζει να ‘χει πιο σύνθετες προεκτάσεις, τύπου δεύτερες σκέψεις και νοερό κέντημα σχεδίων εκδίκησης.
Όπως κι αν έχει το πράγμα, κανένας δεν μπορεί να σου εγγυηθεί πως δε θα σε βρει η κακιά η ώρα, η ανυπόφορη κι η αδύναμη, που θα βρεθείς με το κινητό στο χέρι, να γράφεις και να σβήνεις χαζομάρες, καταλήγοντας να στέλνεις ένα απλό «Τι κάνεις;» που, εδώ που τα λέμε, καθόλου απλό δεν είναι, ούτε για εσένα που το στέλνεις ούτε για εκείνον που θα το λάβει. Δεν έχει σημασία αν είσαι αυτός που χώρισες ή εκείνος που χώρισαν, σημασία έχει πως κάτι μέσα σου σε έκανε να θέλεις να εκτεθείς ανεπανόρθωτα, ελπίζοντας σε κάτι που πιθανότατα ούτε κι εσύ ξέρεις.
Επειδή εσύ που το στέλνεις αυτό το «Τι κάνεις» το κάνεις με τρεμάμενα χέρια και καρδιά που πάει να σπάσει, έστω μέχρι να δεις στο κινητό σου αν θα πάρεις την απάντηση που περιμένεις ή αν θα σε αφήσουν στο «διαβάστηκε» (άουτς). Βέβαια, υπάρχει κι η πιθανότητα το συγκεκριμένο μήνυμα να σταλθεί από κάποιον αβασάνιστα, ιδίως από εκείνους τους επαγγελματίες πρώην που ποσώς τους νοιάζει για τους άλλους, αλλά ο εγωισμός τους δεν τους αφήνει να ησυχάσουν κάθε που τους μπαίνει στο μυαλό η υποψία ότι οι πρώην τους πήγαν ένα βήμα παραπέρα ή (ακόμα χειρότερα) πως τόλμησαν να βρουν κάτι πολύ καλύτερο από αυτούς, ή πολύ απλά επειδή οι ίδιοι ξέμειναν και ψάχνουν μια οικεία καβάτζα για να εναποθέσουν το κορμάκι τους και τον ψυχισμό τους, αναζητώντας λίγη παρηγοριά και μετά να ξαναφύγουν, όπως έχουν μάθει να κάνουν.
«Κι αν το νιώθω;» θα ρωτήσεις. «Κι αν το μέσα μου δε με αφήνει να ησυχάσω, τι να κάνω, να καταπιεστώ;». Όχι φυσικά, θα σου απαντούσα. Αν δεν κρατιέσαι, στείλε. Αν τα συναισθήματά σου είναι αληθινά, στείλε, αλλά να ‘σαι σε ετοιμότητα για παν ενδεχόμενο και δέξου κάθε πιθανή αντίδραση ως αναφαίρετο δικαίωμα του άλλου. Μπορεί να θεωρείς πως η απόφαση που πήρατε δεν ήταν σωστή, να νομίζεις ότι χρωστάς μια συγγνώμη, να είδες τι κυκλοφορεί εκεί έξω και να αναθεώρησες, αναγνωρίζοντας σε κάποιον πρώην πόσο διαφορετικός ήταν σε σχέση με το τσουβάλι αναξιότητας που αντιμετώπισες ως single, τέλος πάντων, να θες ουσιαστικά και συνειδητοποιημένα να το ξαναπροσπαθήσετε, είτε αυτό θα είναι εντέλει εφικτό είτε όχι.
Αν, απ’ την άλλη, στέλνεις απλά για να στείλεις, επειδή δεν έχεις τι να κάνεις, επειδή ήπιες λίγο παραπάνω ή επειδή θίχτηκε ο εγωισμός σου βλέποντας σε κάποιο απ’ τα story της πρώην σχέσης σου πως ομόρφυνε/ αδυνάτισε/ ποζάρει πλέον με νέο έρωτα, τότε κρατήσου και μη βάζεις κανέναν σε μπελάδες, ούτε τον άλλον ούτε τον εαυτό σου. Αν είναι booty call αυτό το «Τι κάνεις;», στείλ’ το κάπου αλλού και μην αναστατώνεις την ψυχή κανενός που μοιάζει να πήρε την πάνω βόλτα μετά το τέλος σας. Στείλε όπου αλλού σε φωτίσει και ξέσπασε τα απωθημένα σου σε ανθρώπους στους οποίους δε χρειάζεται να πουλήσεις ιστορία κι αίσθημα για να ιδρώσεις τα σεντόνια σου, απλά και μόνο για να τους ξαναφήσεις μισούς μετά από μια ώρα, μια εβδομάδα ή έναν μήνα το πολύ.
Όλοι μας έχει τύχει να στείλουμε τέτοια άκυρα «Τι κάνεις» σε πρώην, είτε από ατελέσφορο εγωισμό είτε από ανεκπλήρωτα όνειρα, που δε μας αφήνουν να κοιμηθούμε ήσυχοι τα βράδια· κι ακόμα κι αν δεν έχουμε στείλει, τότε το μόνο σίγουρο είναι πως τα ‘χουμε λάβει. Ελάχιστα από αυτά, όμως, είχαν ουσιαστική εξέλιξη, καθώς η ιστορία τείνει να επαναλαμβάνεται κι αυτό ισχύει όχι μόνο για τα πολιτικά δρώμενα αλλά και για τις σχέσεις, θα το έχεις διαπιστώσει και προσωπικά, φαντάζομαι. Τα περισσότερα μηνύματα τέτοιου είδους απλώς δημιουργούν ερωτηματικά, οδηγώντας σε σύντομα μα ιδιαιτέρως βλαβερά, για την εξέλιξη και την ψυχή και των δύο, μνημόσυνα σχέσεων.
Άλλωστε, οι πρώην μας έγιναν πρώην για κάποιους λόγους και τους λόγους αυτούς φρόντισε να τους θυμάσαι ανά τακτά χρονικά διαστήματα, αντί να βασανίζεσαι με ιδρωμένες παλάμες και καρδιά που πάει να σου βγει απ’ το στέρνο.
Για να ζήσει η άλλη πλευρά καλά αλλά εσύ ακόμα καλύτερα. Αυτό δεν ήταν εξαρχής το ζητούμενο;
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη