Θυμάμαι παλιά, που η γιαγιά μου η Φρόσω έλεγε πως όσοι έχουν τατουάζ είναι αλήτες και ρεμάλια και πολύ γελάω. Βρε καλή μου, βρε χρυσή μου, βρε να επιμένουμε να της εξηγούμε πως η δερματοστιξία είναι μορφή τέχνης κι αυτοέκφρασης, τίποτα αυτή, εκεί. Βέβαια, η αλήθεια να λέγεται, έχει αρκετά χρόνια που πέθανε κι εκείνα τα χρόνια μόνο κάτι πολύ ψαγμένοι ή όντως κάπως περιθωριακοί τύποι είχαν τατουάζ, όχι σαν σήμερα που περίεργοι μοιάζουν μόνο αυτοί που δεν έχουν.
Ήρθε όμως το Master Chef, και να σου ο Σκαρμούτσος με τα ωραία του και να σου ο Πετρετζίκης με το δικά του ωραία και να σου σιγά-σιγά όλο το contemporary trap στερέωμα που τα τίμησε κι έγιναν τα τατουάζ πιο mainstream κι από χωριάτικη σαλάτα σε τραπέζι δυτικοευρωπαίου τουρίστα σε παραλιακό ταβερνάκι της Κρήτης.
Έκανα τατουάζ κι εγώ, έκανες κι εσύ, έκανε μανίκι κι εκείνος πρώην ο συμμαθητής σου, ο Γιώργος, που όσα χρόνια τον ήξερες στο σχολείο, τον θυμάσαι να βάζει το φανελάκι μέσα από το βρακί επειδή τον τραμπούκιζε η μαμά του μην τυχόν και της κρυώσει. Χρυσές δουλειές έκαναν εκείνη την πενταετία τα απανταχού studios, άσε που άνοιξαν άλλα τόσα από ανθρώπους που νόμιζαν ότι ο χώρος είναι εύκολη αρένα αλλά ούτε ήξεραν, ούτε ρώταγαν. Σε αυτό το σημείο να πω πως θαυμάζω απίστευτα όλους εκείνους που αντιστάθηκαν στο ρεύμα και δεν έκαναν ούτε ένα· αν τους μαζέψεις όλους μαζί, γεμίζουν δε γεμίζουν ένα Cinquecento, μαζί μ’ εμάς που δεν έχουμε δει ούτε ένα επεισόδιο Game of Thrones.
Κι άντε εκείνοι που έκαναν μανίκια και μπατζάκια ή, τέλος πάντων, ζωγραφίστηκαν σε σημεία εμφανή για να μπορεί ο περίγυρος να τους θαυμάζει σαν κινούμενα έργα τέχνης· είναι κι εκείνοι που γουστάρουν τα τατουάζ, δε γουστάρουν όμως να φαίνονται, είτε για να μην τους ματιάζουν, είτε επειδή όταν βλέπουν κάτι διαρκώς το βαριούνται (πολύ φίλοι μου), είτε επειδή τους κουράζουν οι αδιάκριτοι άνθρωποι που δε χάνουν ευκαιρία να ζαλίσουν μπάλες με ερωτήσεις τύπου «τι σημαίνει αυτό;» και «τι συμβολίζει εκείνο;», οπότε τους καταλαβαίνω, συμπάσχω και τους υποστηρίζω.
Σε αυτά τα τατουάζ θα κεντράρουμε, τα κρυφά, τα ύπουλα, εκείνα που δεν τα περιμένεις. Κινούνται σε ολόκληρο το φάσμα του αισθηματισμού, από υπερβολικά κι αβάσταχτα σέξι, μέχρι αδιάφορα ή και φουλ ξενερωτικά. Τώρα τι είναι σέξι και τι ξενερωτικό για κάθε άνθρωπο είναι θέμα καθαρά υποκειμενικό και δύσκολα μπορεί κανείς να το βάλει σε κουτάκια. Για εμένα, παραδείγματος χάριν, είναι εξαιρετικά καλαίσθητο οτιδήποτε συνδέεται με τέχνες και βαθύτερα νοήματα, ενώ θεωρώ love killer κι ευκαιρία να κόψουμε παρτίδες οτιδήποτε οπαδικό, κομματικό ή κακοφτιαγμένο παίζει να έχει χτυπήσει κάποιος πάνω του, καθώς μου μοιάζει τρομερά αγενές κι ακαλαίσθητο.
Γούστα είναι αυτά βέβαια, και τα γούστα όπως προείπα είναι υποκειμενικά, αλλά, ρε παιδιά, έχω ακούσει πολλές ιστορίες γι’ αγρίους από φίλους και φίλες μου, κι άλλα τόσα έχω δει με τα ίδια μου τα μάτια σε θάλασσες κι ακτές και κάπου όπα δηλαδή. Ο ένας είχε φουλ ασύντακτο τατουάζ στα εγγλέζικα στην πλάτη, καθηγήτρια αγγλικών εγώ και λίγο grammar maniac, μου ‘ρθε να πάω να τον πιάσω έτσι όπως ξάπλωνε λαδωμένος σαν την όρνιθα στο φούρνο και να του κοκκινίσω τα λάθη με ανεξίτηλο μαρκαδόρο για να μάθει. Ο άλλος πάλι, μου είπε η φίλη μου, είχε τατουάζ πορτραίτο τη μαμάκα του στο στήθος και βρέθηκε αυτή να ψάχνει δικαιολογία για να φύγει από το σπίτι του μέσα στα μαύρα σκοτάδια, μπας και γλιτώσει από χειρότερα κακά. Σε αυτό το σημείο να διευκρινίσω πως η μάνα του τύπου είναι ολοζώντανη και χαίρει άκρας υγείας, ο τύπος απλώς ήθελε να τη βλέπει σε όλες τις στιγμές της ζωής του κι εντάξει, πιο cringy σίγουρα πεθαίνεις, δεν ξέρω τι λες εσύ, αλλά από εμένα είναι σίγουρα όχι.
Μη μιλήσω για όλα εκείνα τα Only God Can Judge Me σε μέσες κι ωμοπλάτες, ούτε για τον άλλον που είχε στην κοιλιά του ένα αρχικό ΝΑ με το συμπάθιο, που όλως τυχαίως ήταν και το αρχικό γράμμα του ονόματος της πρώην του, ούτε φυσικά για τον άλλον που είχε γράψει στην πλάτη του ολόκληρο το Σύμβολον της Πίστεως, ή το όνομά του στο εσωτερικό του βραχίονα (ότι τι ρε άνθρωπέ μου, μην το ξεχάσεις;), αλλά ούτε και για τον τύπο με τον ποντιακό κεμεντζέ στη γάμπα, ή όλους εκείνους με τα «ΠΑΟΚΑΡΑ κι ας μη γαμήσω ποτέ» σε μασχάλες, κοιλιακούς και βουβωνικές χώρες (oh, the horror).
Εντάξει, δεν είναι όλα τα τατουάζ ακαλαίσθητα, πόσο μάλλον τα κρυφά, αλλά μερικές φορές όλα αυτά τα υπούλως ερριμμένα σχεδιάκια είναι κρυφά για όλους τους λάθος ή σωστούς λόγους· υπάρχουν κι άλλα τόσα τατουάζ που είναι έργα τέχνης, αλλά στα ακαλαίσθητα κολλάμε όλοι γιατί, πρώτον, μας σκοκάρουν δεύτερον είναι αστεία και τρίτον κουβέντα να γίνεται. Άσε που, όπως είπαμε, τα γούστα του καθένα είναι υποκειμενικά, οπότε κοροιδεύουμε εμείς, αλλά υπάρχουν κι άλλοι τόσοι που παίζει να κοροϊδεύουν εμάς. Θα ξεχάσω εγώ που σε ένα pool party ένας τύπος κοίταζε αδιάκριτα επί πόση ώρα το δίστιχο του Ελύτη που έχω στο πλευρό μου και όταν βρήκε το θάρρος να μου μιλήσει μου είπε «συγγνώμη κιόλας, τόσο πολύ σου αρέσει η Πρωτοψάλτη κι έκανες τατουάζ τραγούδι της;». True story παιδιά, απάντησα «Ναι» και πήγα να κάτσω εντελώς διακριτικά στο δίπλα beach bar.
Fun Fact: Ο τύπος είχε τατουάζ στη σπάλα το Μέγα Αλέξανδρο.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου