Το περιστατικό που θα σου περιγράψω συνέβη πολλά χρόνια πριν, εκεί γύρω στα δεκατρία μου· το γυμνάσιο στο οποίο φοιτούσα, λοιπόν, είχε ντουλαπάκια όπου μπορούσες να αφήσεις τα βιβλία σου και τα λοιπά σου συμπράγκαλα, ναι, ακριβώς όπως κάνουνε τα κολεγιόπαιδα στις αμερικανικές ταινίες. Ήταν ωραίο την πρώτη, γιατί όχι, και τη δεύτερη εβδομάδα, βέβαια από ‘κεί και πέρα κουραζόσουν απ’ το συνεχές πέρα-δώθε, οπότε κουβαλούσες κανονικά την τσαντούλα σου στην πλάτη καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας και πορευόσουν με χαμόγελο και προσεχή σκολίωση από Οκτώβρη μέχρι Ιούνιο.

Το δικό μου ήταν το υπ’ αριθμόν 165, ακόμη το θυμάμαι, όχι πως παίζει κανένα ρόλο στην ιστορία που σου διηγούμαι, απλά το αναφέρω· ένα ωραίο πρωινό, λοιπόν, πηγαίνω να πάρω απ’ το ντουλαπάκι μου τη σακούλα με τις ακουαρέλες για το μάθημα των καλλιτεχνικών και βρίσκω ένα φάκελο. Δεν μπορείς να φανταστείς καρδιοχτύπι, το ανοίγω κι ήταν ένα δισέλιδο γράμμα από έναν, ας τον πούμε, θαυμαστή ο οποίος μου έγραφε πάρα πολύ όμορφα λόγια, αν κι ανυπόγραφα -όπως πολύ σωστά φαντάζεσαι.

Έτσι αθώα και γλυκά ο ίδιος άνθρωπος συνέχισε να μου αφήνει γράμματα αραιά και πού για τα επόμενα τρία χρόνια, τόσο στο ντουλαπάκι μου, όσο και στο γραμματοκιβώτιο του σπιτιού μου, γράμματα που κρατάω ακόμα με μεγάλη αγάπη, κι ας μη μου αποκαλύφθηκε ποτέ ο αποστολέας τους (είχα καταλάβει ποιος ήταν, σε περίπτωση που αναρωτιέσαι). Κι έρχομαι και σκέφτομαι, τι θα γινόταν σε περίπτωση που αυτό γινόταν στη σημερινή εποχή; Τα γράμματα θα ήταν μηνύματα από ψεύτικο προφίλ στο Messenger και με τα χρόνια θα ξεχνιόντουσαν. Τώρα που το σκέφτομαι, με τα τωρινά μυαλά μου, ίσως και να καλούσα και την αστυνομία, καθώς κάτσε, ρε πουλάκι μου, πώς μπήκες στην είσοδο της πολυκατοικίας για να μου αφήσεις το γράμμα, αλλά τέλος πάντων.

Επειδή κανένα ηλεκτρονικό μήνυμα δεν έχει τη γοητεία που έχει ένα αντίστοιχο χειρόγραφο, αυτό είναι αδιαμφισβήτητο, κι ας μας έχει κάψει το μυαλό η τόση μοντερνιά. Θα μου πεις «ας μου έστελναν εμένα inbox λατρείας και δε θα με πείραζε καθόλου που δε θα ήταν γραμμένο σε χαρτί» και θα συμφωνήσω μαζί σου, καθώς ούτε αυτό γίνεται πια κι όταν γίνεται, το θεωρούμε ύποπτο. Ξέρεις γιατί; Γιατί το ηλεκτρονικό μήνυμα είναι εύκολο, δεν απαιτεί ιδιαίτερη προσπάθεια, ενώ το χειρόγραφο σου δείχνει πως ο άλλος έβαλε λίγη καρδιά στο όλο πράγμα κι αν αυτό δεν είναι ξένο εν έτει 2019, τότε τι;

Για να μιλήσουμε με παραδείγματα, ναι, είναι όμορφο και τρυφερό να σου στέλνει ο άλλος «καλημέρα», «καλή επιτυχία», first thing in the morning, αλλά σκέψου πόσο πιο υπέροχο είναι να σου το γράψει σε ένα χαρτί και να σου το αφήσει στο τραπέζι της κουζίνας, στον καθρέφτη του μπάνιου ή στο κομοδίνο πριν φύγει για δουλειά. Και στις δύο περιπτώσεις θα χαμογελάσεις, στη δεύτερη όμως θα νιώσεις κιόλας· την παρουσία του άλλου, τη γραφή του, θα πάρεις το χαρτάκι μαζί σου και δε θα χαθεί μέσα στα υπόλοιπα μηνύματα της ημέρας, θα ‘ναι στο πορτοφόλι σου να σου θυμίζει πως στη ζωή σου έχεις έναν άνθρωπο που κάνει την καθημερινότητα να μην είναι τόσο σιχαμερά πεζή όσο συνήθως μοιάζει.

Όταν κάποιος άνθρωπος μπαίνει στον κόπο να σου γράψει κάτι, σου δίνει την ευκαιρία να τον γνωρίσεις λίγο παραπάνω, έστω κι ασυναίσθητα. Κάνει μικρά γράμματα; Είναι εσωστρεφής, ίσως και λιγάκι άτολμος. Έχουν τα γράμματά του κλίση προς τα δεξιά; Τότε είναι ανοιχτός σε νέες εμπειρίες. Πιέζει το στιλό με δύναμη πάνω στο χαρτί; Τότε είναι αρκετά ενεργητικός. Γράφει στα δεξιά του χαρτιού; Ίσως είναι δέσμιος παρελθοντικών γεγονότων που τον σημάδεψαν. Γράφει στο κέντρο; Η νευρική του φύση δεν τον αφήνει να ηρεμήσει εύκολα. Και πολλά άλλα. Η γραφολογία είναι ολόκληρη επιστήμη, άλλωστε, κι αυτό συμβαίνει ακριβώς επειδή ο γραφικός μας χαρακτήρας είναι ξεκάθαρο παρακλάδι της προσωπικότητάς μας, γι’ αυτό κι είναι υπέροχο να τον μοιραζόμαστε με όσους μας νοιάζουν.

Άφηνε σημειώματα, λοιπόν, είναι όμορφο, είναι σπάνιο, είναι όσο ρομαντικό πρέπει, απλά φρόντισε τα σημειώματα αυτά να μην είναι μόνο λίστες για σουπερμάρκετ και memo τύπου «κατέβασε τα σκουπίδια». Άφησε χαρτάκια με χαζομάρες στον υαλοκαθαριστήρα της κολλητής σου όταν δεις το αυτοκίνητό της παρκαρισμένο τυχαία έξω απ’ την τράπεζα, βάλε ένα post-it στην τσέπη του μπουφάν του όταν δε σε βλέπει, λέγοντάς του πως είναι ηλίθιος, αλλά τον αγαπάς, γράψε σε ένα χαρτάκι «έχει έτοιμο καφέ, είσαι η πιο όμορφη» πριν αρχίσεις το τρέξιμο της ημέρας, στείλε χριστουγεννιάτικες κάρτες, γράψε, ρε παιδί μου, ένα ερωτικό γράμμα στο απωθημένο σου κι άσε το στο γραμματοκιβώτιό του –έστω κι ανώνυμα–, αν είσαι λίγο πιο hardcore, ξέρω ‘γω!

Όταν γράφεις κάτι όμορφο σε κάποιον δείχνει νοιάξιμο, ο άλλος σχεδόν νιώθει την παρουσία σου, το όλο εγχείρημα δε θέλει καν ιδιαίτερο κόπο, κάνεις εκείνον που σε νοιάζει να αισθάνεται το ενδιαφέρον σου και, τέλος πάντων, σου εγγυώμαι πως αν το κάνεις μια στο τόσο θα γλυτώσεις από πολλά παράπονα γύρω απ’ το θέμα «δε με νοιάζεσαι» ή «δεν είσαι όπως πριν», καθώς ο άλλος θα ξέρει αυτόματα πως για να μπήκες στον κόπο να γίνεις ρομαντικός σε μια εποχή κυνισμού, μάλλον δεν είσαι σαν τους άλλους, ακόμα κι αν όντως δεν είσαι όπως πριν.

Τα γράμματα που μου άφηνε στο ντουλαπάκι εκείνο το παιδί τα ‘χω κρατημένα ακόμη, περίπου δεκαεπτά χρόνια μετά, όπως έχω φυλάξει και τα γράμματα που μου έγραφε κάποτε το πρώτο μου αγόρι όταν ήταν στο στρατό, τα χαρτάκια που ανταλλάσσαμε εν ώρα μαθήματος με τους συμμαθητές μου, τις κάρτες που μου έγραφαν σπουδαία άτομα της ζωής μου, συνοδεύοντας ανθοδέσμες, τα post-it που μου κολλούσε στον καθρέφτη εκείνος ο μεγάλος μου έρωτας κι όλα τα σπαραξικάρδια ευχετήρια μακρινάρια που μου έστελνε σε γενέθλια και γιορτές η μανούλα μου όταν μέναμε σε διαφορετικές χώρες. Με κάνουν να χαμογελάω, να θυμάμαι τι έχει σημασία και πάνω απ’ όλα να μη φοβάμαι· ούτε την πραγματικότητα, ούτε τους κρασαρισμένους σκληρούς δίσκους.

 

Συντάκτης: Φρόσω Μαγκαφοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη