Η ώρα περασμένες 12, τα φώτα σβηστά κι εσύ ένα κουβάρι στον καναπέ. Πλάι σου άδεια κουτάκια μπίρας και στο τασάκι στοίβες από γόπες. Έξω ρίχνει ψιλόβροχο και μερικές ψιχάλες μουσκεύουν τα τζάμια, ο αέρας κάνει να παντζούρια να χτυπάνε κάθε τόσο μα εσένα τίποτα δε σε αποσπά από τις σκέψεις σου. Εδώ κι ώρα έχεις βάλει το τραγούδι σας να παίζει ξανά και ξανά κι έχεις χαθεί μέσα στη μουσική και τους στίχους του.

Ένα σωρό δυνατά συναισθήματα σε έχουν πλημμυρίσει, ανάμεικτα όμως κι έρχονται σε κόντρα μεταξύ τους. Θυμός, στεναχώρια, απογοήτευση, ξενέρωμα, άρνηση και κυρίως νοσταλγία. Η σχέση σας περνάει σαν ταινία μπροστά από τα δυο σου μάτια και θυμάσαι ξανά τα πάντα από την αρχή με κάθε λεπτομέρεια.

Έχει περάσει καιρός, μα μοιάζει σαν χθες η πρώτη και μοιραία σας συνάντηση εκείνο το καθ’ όλα τ’ άλλα αδιάφορο απόγευμα. Μπήκε μέσα στο μαγαζί και ξαφνικά όλα πήραν χρώμα, κοιταχτήκατε και πάγωσε ο χρόνος. Τίποτα δεν είχε σημασία. Η έλξη που ένιωσες σ’ κάνε να τα παρατήσεις όλα και χωρίς να το καταλάβεις να πας πιο κοντά.
Κοιταζόσασταν σαν τους χαζούς, ήταν μόνο μερικά δευτερόλεπτα, μα ήταν υπεραρκετά για να ερωτευτείτε.
Ένα όμορφο χαμόγελο κι ένα βλέμμα γεμάτο άλυτους γρίφους σ’ έκαναν να πιστεύεις πως βρήκες το τέλειο, το αψεγάδιαστο.

Έτσι είναι ο έρωτας όμως, σε χαζεύει, σου στερεί κάθε λογική κρίση ή σκέψη. Έπαιζε ο ένας με το μυαλό του άλλου κι εσύ μέσα απ’ αυτά τα παιχνίδια κάθε μέρα ερωτευόσουν όλο και πιο πολύ. Σε κάθε συζήτηση, σε κάθε βλέμμα, σε κάθε βόλτα, σε κάθε στιγμή εσύ κολλούσες περισσότερο και συγχρόνως προσέθετες στη λίστα σου ακόμα ένα χαρακτηριστικό του τέλειου που θεωρούσες πως είχες μπροστά σου.

Παθιαζόσουν και τυφλωνόσουν όλο και πιο πολύ. Γυρνούσες πεισματικά την πλάτη στα όποια ελαττώματα έβλεπες και πιανόσουν από μικρές λέξεις ή πράξεις που σου επιβεβαίωναν την τελειότητα του ανθρώπου σου. Τώρα θυμάσαι το πρώτο σας φιλί. Όχι απλά αστεράκια, μα γαλαξίες ολόκληρους έβλεπες.

Συζητούσατε για τα πιο τρελά πράγματα κι όλα τα απλά μοιάζανε μαγικά όταν ήσασταν μαζί. Τότε όμως ήταν η αρχή και τότε ήσασταν δύο ερωτευμένοι άγνωστοι. Μέρα με τη μέρα αρχίσατε να γνωρίζετε και να ανακαλύπτετε ο ένας τον άλλον. Και το άθραυστο που είχες πλάσει στο μυαλό σου έγινε κομμάτια.

Είχες εξιδανικεύσει τόσο πολύ αυτόν τον άνθρωπο κι αυτή τη σχέση που οι προσδοκίες σου ήταν τρελές και δεν ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα. Είχες κολλήσει σε μια όμορφη εικόνα και είχες πλάσει στο μυαλό σου τον ιδανικό σύντροφο όπως τον ήθελες εσύ. Ξέχασες όμως ότι τους ανθρώπους δεν τους παραγγέλνουμε και δεν μπορούμε να τους πλάθουμε όπως επιθυμούμε εμείς.

Τώρα ζεις μ’ αυτόν τον άνθρωπο και ψάχνεις να βρεις τι πήγε στραβά, αναρωτιέσαι πώς κατάφερε να σε ξεγελάσει κι έπεσες τόσο έξω. Ρωτάς πεισματικά τα ντουβάρια στο σαλόνι πώς γίνεται άλλο να φάνταζε κι άλλο να είναι τελικά. Για ρώτα όμως τον εαυτό σου. Σε ξεγέλασε όντως ή μήπως ξεγελάστηκες εκούσια κι εθελοντικά; Φταίει όντως ο άλλος που δεν ήταν όλα όσα νόμιζες τόσο καιρό;

Έβαζες για γνώμονα στη σχέση σας τις δικές σου προσδοκίες κι απαιτήσεις και δεν είχες αφιερώσει χρόνο για να γνωρίσεις τον άλλον πραγματικά. Επέμενες στις δικές σου φαντασιώσεις. Εσύ ήσουν που έκλεινες τα μάτια τόσο καιρό και τώρα ξενερώνεις;

Νοσταλγείς τον καιρό που μπορούσες να εθελοτυφλείς και να παραμυθιάζεσαι και πληγώνεις έναν άνθρωπο που είναι δίπλα σου και στην ουσία δε φταίει. Γι’ αυτό λοιπόν κάτσε στον καναπέ σου απόψε το βράδυ και θρήνησε για όλα όσα είχες πλάσει εσύ στο μυαλό σου. Ρίχνοντας ευθύνες όμως μην ξεχάσεις να πάρεις και το μερίδιο που σου αναλογεί. Και μάθε από ‘δώ και πέρα να ερωτεύεσαι συμπεριφορές και πράξεις κι όχι βλέμματα και γρίφους γιατί την κατάληξη την ξέρεις πια καλά. Έφταιξες, πες το και προχώρα.

 

Συντάκτης: Νατάσα Π.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου