Ταινίες αποτυπωμένες σε χαρτί. Να τι είναι τα βιβλία. Φαντασία που σε μαγεύει, ρεαλισμός που σου τσακίζει τα σωθικά, αλήθειες που δεν ήξερες ότι υπάρχουν και συναισθήματα κρυμμένα σε θαυμαστικά κι αποσιωπητικά. Ακολουθείς μία μία τις λέξεις βαλμένες στη σειρά από έναν άγνωστο και στην ουσία βυθίζεσαι στο μυαλό του. Μοιάζει παρεμβατικό, αλλά δεν είναι, από τη στιγμή που ο ίδιος ο συγγραφέας στο έχει επιτρέψει. Ο κόσμος που έχει χτίσει εμφανίζεται κομμάτι-κομμάτι σε κάθε σελίδα, όπως σ’ εκείνα που οι σελίδες τους ανασηκώνονται σχηματίζοντας βουνά και κάστρα.
Μη νομίζεις, ωστόσο, ότι η συγγραφή είναι πράξη μονόπλευρη. Η εμπλοκή σου είναι άμεση κι ουσιαστική. Γιατί ο συγγραφέας είναι μεν ο σκηνοθέτης, ο σκηνογράφος, ο ενδυματολόγος, ο σεναριογράφος της ταινίας που διαβάζεις, αλλά εσύ ως αναγνώστης είσαι που γεμίζεις τα κενά -που επίτηδες σου έχει αφήσει- με τη δική σου φαντασία. Με κάθε παράγραφο γίνεσαι αναπόσπαστο κομμάτι του βιβλίου, αφού κάθε πρόταση και κάθε νόημα φιλτράρεται μέσα από το δικό σου πρίσμα. Έτσι, η ιστορία που σου διηγείται πλέον γίνεται και δικό σου κτήμα.
Αν είσαι αναγνώστης ξέρεις ότι το μικρόβιο της ανάγνωσης είναι μεταδοτικό και συνήθως το κολλάς από κάποιον οικείο. Κάποιον που εκτιμάς και θαυμάζεις και τείνεις να μιμείσαι ακούσια. Για μένα, ήταν η μητέρα μου. Θυμάμαι να την παρατηρώ καθισμένη στον καναπέ, αφοσιωμένη σ’ ένα βιβλίο. Ήξερα τι κάνει, αλλά δεν είχα ιδέα γιατί το κάνει. Στο παιδικό μου κεφάλι, ωστόσο, δεν είχε σημασία ν’ απαντήσω. Ήταν προφανές ότι αφού η μητέρα μου περνάει έτσι τον χρόνο της, τότε σημαίνει ότι αξίζει τον κόπο να το δοκιμάσω.
Εκείνη τη μέρα ανακάλυψα ότι τα βιβλία είναι από τις πιο όμορφες μορφές ψυχαγωγίας. Ο τρόπος, ο χρόνος και το ίδιο το αντικείμενο είναι εντελώς προσωπική επιλογή και δε θα έπρεπε να επιδέχεται καμίας κριτικής, όπως ακριβώς η μουσική ή οι ταινίες. Υπάρχουν σίγουρα προτιμήσεις· αγαπημένα είδη που πάντα θα χαζέψεις όταν επισκέπτεσαι ένα βιβλιοπωλείο και βιβλία τόσο αδιάφορα, που τολμάς να τα παρατήσεις στη μέση. Υπάρχουν κι άλλα όμως, που αδυνατείς ν’ αφήσεις από τα χέρια σου μέχρι να φτάσεις στην τελευταία σελίδα. Υπάρχουν βιβλία που απαιτούν χρόνο ή ίσως μια δεύτερη ανάγνωση σε διαφορετική φάση για ν’ αναδείξουν την πνευματική τους αξία. Υπάρχουν βιβλία ακατανόητα δύσκολα κι άλλα, τρομακτικά ευκολοδιάβαστα.
Όλα, όμως, είναι το ίδιο: ένα μοναδικό ταξίδι. Με τα βιβλία έχω ταξιδέψει στην Αϊτή του Πάπα Ντοκ, στις Θερμοπύλες του Λεωνίδα, στη Νέα Υόρκη της Billy Holiday. Έχω συνομιλήσει με τον Dax-Devlon Ross για τον ρατσισμό και με την Henrietta Lacks για τη βιοηθική. Έχω υπάρξει μάρτυρας στην καθαίρεση του Alfred Dreyfus στο Παρίσι του 1894 κι έχω παρακολουθήσει μάχες με τον Μακρυγιάννη στην Ελλάδα του 1821. Κι όπως στο τέλος κάθε ταξιδιού, έτσι και σ’ αυτό γυρνάς πίσω στην πραγματικότητα γεμάτος αναμνήσεις, εικόνες, φράσεις κι άνθρωποι που θα θυμάσαι για πάντα.
Φτάνοντας, λοιπόν, στην τελευταία σελίδα του βιβλίου, πάρε μία ανάσα και σκέψου: τι σου έμεινε από την ιστορία που μόλις διάβασες; Τι αίσθημα σου άφησε; Τι ερωτήματα γεννήθηκαν; Δεν έχει σημασία αν είναι μικρά ή μεγάλα, βαθιά ή επιφανειακά, μια λέξη ή ένα ολόκληρο κεφάλαιο. Ό,τι και να είναι, είναι πλέον δικό σου.
“There must be something in books, something we can’t imagine, to make a woman stay in a burning house; there must be something there. You don’t stay for nothing.”
-Fahrenheit 451, Ray Bradbury.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου