Ο Δημήτρης ήταν ένας άνθρωπος που έκανε αρκετές σχέσεις στη ζωή του.
Ήταν αυτό που λέμε «​καλό παιδί».
Όλες οι γυναίκες πέρασαν πολύ καλά μαζί του.
Τις φρόντιζε, τις φέρονταν με το γάντι, αλλά μόνο μία από αυτές ερωτεύτηκε πραγματικά.
Ο Δημήτρης όμως εκτός από καλό παιδί ήταν και ανιψάκι του Μέρφι, και όπως συμβαίνει σε τέτοιες περιπτώσεις, αυτή η γυναίκα τον πλήγωσε ανεπανόρθωτα.

Για να μην στα πολυλογώ, είχαμε καταντήσει να καθόμαστε στο αυτοκίνητο με τις ώρες σαν τους μπάτσους του L.A.P.D. και να περιμένουμε πότε θα ξεπορτίσει η προκομμένη, για να δούμε πού θα πάει.
Μ΄έστελνε στα στέκια που σύχναζε, για να την παρακολουθώ και εκείνος είχε παρατήσει εντελώς την Ιατρική που κόντευε να τελειώσει.
Όσες φορές προσπάθησα να του εξηγήσω ότι η κατάσταση είχε γίνει αρρωστημένη, μου το έκοβε λέγοντάς πως εκείνος ξέρει καλύτερα.

Ώσπου μια ωραία πρωία με πήρε τηλέφωνο, να μου ακανοινώσει την πρόθεσή του να το τελειώσει.
Και το εννοούσε.

Από εκείνη τη μέρα και μετά, ο Δημήτρης είχε γίνει ένα πρώτης τάξεως τσογλάνι, που όποια έκανε το λάθος να μπλέξει μαζί του, καταριόταν την ώρα και τη στιγμή.
Στο άκουσμα και μόνο της λέξης «δέσμευση», τον έλουζε κρύος ιδρώτας και το κρεβάτι του είχε καταντήσει ξενοδοχείο αποκλειστικά ημιδιαμονής.

Δεν πίστευα στα μάτια μου, το πόσο μεταμορφώνεται ένας άνθρωπος όταν πληγωθεί.

Το μόνο καλό της υπόθεσης ήταν ότι έπεσε με τα μούτρα στο διάβασμα και τελείωσε επιτέλους τη ριμάδα την ειδικότητα.
Μετά πήρε απόφαση ότι θέλει να ασχοληθεί μόνο με την καριέρα του κι αυτή θα ήταν το μόνο θηλυκό, που θα επέτρεπε να τον σέρνει από τη μύτη.

Κοιμόταν και ξυπνούσε με μοναδική του σκέψη τη δουλειά και στις συζητήσεις μας ήταν πλέον απαγορευμένη η λέξη «συναίσθημα».

Το μόνο που κατάφερε βέβαια, ήταν να μεγαλώσει τη μοναξιά που εκείνος επέβαλλε στον εαυτό του. Γιατί, δεν τη διάλεξε επειδή του άρεσε, αλλά από φόβο μην τον ξανά εγκαταλείψουν και μείνει πάλι μόνος να παλεύει με τους δαίμονές του.

H ζωή όμως Δημητράκη μου, δεν σου παρουσιάζει πάντα τους ανθρώπους που θες να συναντήσεις. Σου φέρνει και αυτούς που θα σε πληγώσουν, θα σε προδώσουν, θα σε παρατήσουν και θα σε κάνουν τον άνθρωπο που ήταν γραφτό να γίνεις.

Κι αν Δημητράκη μου έρθει κάποιος στη ζωή σου που πραγματικά αξίζει τον κόπο, τι θα κάνεις;
Πώς θα το διαχειριστείς;
Θα προσπαθήσεις να θάψεις όσα νιώθεις για εκείνον για να μην ξαναπονέσεις;

Καμιά φορά οι άνθρωποι είμαστε τόσο ανόητοι, που κάνουμε τα μεγαλύτερα λάθη μπροστά στα δυνατότερα συναισθήματα. 

Εντάξει, κατάφερες κάποια στιγμή να πετύχεις όσα ήθελες επαγγελματικά.
Θα σου πω κάτι όμως, που ίσως δε θες ν’ακούσεις.
Καμιά καριέρα δεν σε ένιωσε, δεν σε ρώτησε  πώς πήγε η μέρα σου, δε σου έφτιαξε καφέ.

Με την καριέρα δεν πήγες εκδρομές, δεν αγκαλιάστηκες, δεν μοιράστηκες συναισθήματα.
Δεν έκλαψες, δε γέλασες.
Δεν αντάλλαξες γλυκόλογα και πειράγματα.
Δεν κοιμήθηκες  μαζί της, δεν σου είπε πόσο σημαντικός της είσαι.

Τα χόμπι, οι έξοδοι με τους φίλους, το διάβασμα και οι εφήμερες σχέσεις απλά κάλυπταν το κενό σου. Δεν το γέμιζαν όμως.
Γιατί όταν γύριζες σπίτι, πάλι μόνος ήσουν.

Γι’αυτό σου λέω Δημητράκη μου, προσπάθησε.
Προσπάθησε και δεν θα χάσεις.
Γίνε ο άνθρωπος που πάντα ονειρευόσουν και βρες κάποιον για να τον μοιραστείς.

Δείξε σε όλους αυτό που βλέπω εγώ, πίσω απ’το προσωπείο που έχεις φορέσει.
Γιατί είναι πολύ όμορφο για να το κρύβεις.
Και μην φοβηθείς ούτε μια στιγμή.
Άφησε τον εαυτό σου ελεύθερο γιατί η αλήθεια και η αγάπη, θα διώξουν κάθε φόβο σου.
Κάθε αμφιβολία.

Γιατί το συναίσθημα του να είσαι για έναν άλλο άνθρωπο ό,τι σημαντικότερο έχει στη ζωή του, σου χαρίζει ένα χαμόγελο που κανένα μεθύσι, καμιά καριέρα, καμιά σχέση της μιας βραδιάς δε μπορεί να στο φορέσει.

Συντάκτης: Μαίρη Βασιλοπούλου