Η ενοχή δεν είναι μια πραγματικότητα.
Την έχουν επινοήσει οι χειριστικοί άνθρωποι, ως έναν εύκολο τρόπο για να μπορούν να κρίνουν, να κατακρίνουν και να θέτουν τους δικούς τους νόμους, μέσα στο πλαίσιο της κοινωνικής συμβίωσης. Με αυτόν τον τρόπο καταφέρνουν να εξουσιάζουν τους άλλους.
Η ενοχή, λοιπόν, ως ένα συναίσθημα, μπορεί να βοηθήσει έτσι ώστε να μην επαναλαμβάνουμε τα ίδια λάθη. Μετά από μια επιλήψιμη πράξη (που είναι απόλυτα φυσιολογικό στη διάρκεια της ζωής μας να διαπράξουμε), η θετική χροιά της ενοχής βοηθάει ώστε να αποτρέψουμε στο μέλλον την επανάληψή της.
Στην προσπάθεια να ‘ναι όλοι ευχαριστημένοι από εμάς, να ‘μαστε συνεπείς παντού, να μην απογοητεύσουμε κανέναν, γεννιούνται οι ενοχές. Συνήθως, στο άτομο που θέλει να συντηρήσει τον τίτλο του «καλού παιδιού», εντοπίζεται μια έντονη τάση ενοχικής συμπεριφοράς. Είναι άτομο που έχει (συνήθως) χαμηλή αυτοεκτίμηση και δεν έχει καλή εικόνα του εαυτού του. Ο ενοχικός άνθρωπος είναι εξαιρετικά ευάλωτος και δεκτικός στις διαθέσεις κι επιθυμίες των γύρω του (άτομα απ’ το άμεσο περιβάλλον του που τον εκμεταλλεύονται) με αποτέλεσμα να γίνεται αντικείμενο στα χέρια τους.
Το «πρέπει» έχει κεντρική θέση στη ζωή του, ενώ το «θέλω» είναι δαιμονοποιημένο σαν κάτι κακό και παραβατικό. Δεν μπορεί το ενοχικό άτομο να ‘χει αληθινές σχέσεις. Στην εξουθενωτική προσπάθεια να ικανοποιήσει όλους όσοι είναι γύρω του, φοβάται μην αποτύχει και χάσει την εκτίμηση και την αποδοχή. Για παράδειγμα, ένας άνθρωπος που είναι πατέρας και φέρει τον τίτλο του «καλού πατέρα», θεωρεί πως θα πρέπει να κάνει τα πάντα προκειμένου να συντηρήσει τον τίτλο αυτό. Με την πρώτη ευκαιρία που δε θα πληροί τα προαπαιτούμενα, που έχουν θέσει οι γύρω του ώστε να συντηρηθεί αυτή η φωτεινή επιγραφή, τότε αυτός θα νιώθει ενοχές, που θα προκύπτουν απ’ τον φόβο της απόρριψης. Δηλαδή, μια χειριστική σύζυγος (νυν ή και πρώην), μια χειριστική μητέρα, μπορούν κάλλιστα να οδηγήσουν στη δημιουργία ενός ενοχικού ανθρώπου, με απίστευτη επιτυχία.
Το πιο δύσκολο απ’ όλα είναι πως όλη αυτή η κακοποιητική κατάσταση γίνεται δίχως το θύμα να την αντιλαμβάνεται, αφού θεωρεί πως όλη αυτή η συμπεριφορά προέρχεται απ’ τον ίδιο και κινείται στη σφαίρα του σωστού!
Η ενοχή φέρνει ψυχικό βάρος, αρνητικά συναισθήματα, θυμό κι άγχος. Η πηγή της βρίσκεται στην πρώιμη παιδική ηλικία, στο πώς μεγαλώσαμε, στις ελλειμματικές συναισθηματικές σχέσεις με τη μητέρα. Με τον χρόνο, οι εμπειρίες μας βιώνονται κάτω απ’ τον φόβο του να μην πάψουν οι άλλοι να μας αγαπούν. Ο ενοχικός άνθρωπος τρέχει για όλους, κάνει τα πάντα για να διευκολύνει τη ζωή των άλλων. Οι «άλλοι», όμως, γίνονται ακόρεστοι, δεν ικανοποιούνται και διαρκώς επικρίνουν. Κάπου εκεί εμφανίζονται οι ψυχοσωματικές ασθένειες.
Είναι πολλές οι περιγραφές για το προφίλ του ενοχικού ατόμου. Το ζητούμενο είναι να μιλήσουμε για τρόπους –έστω κι ενδεικτικούς– αντιμετώπισης και βοήθειας των ατόμων που τους έχουν ποτίσει με ενοχές. Πώς μπορούν να ξεφύγουν από αυτή την κατάσταση;
Αρχικά, λοιπόν, απαραίτητη προϋπόθεση είναι να δούμε από πού πηγάζει αυτό το συναίσθημα. Χωρίς ωραιοποίηση καταστάσεων ή επιπόλαιη προσέγγιση. Μέσα από ένα ταξίδι αυτογνωσίας να ενδυναμώσουμε την αυτοεκτίμησή μας και να επεξεργαστούμε, αναλύοντας, τα αρνητικά βιώματα. Να αποβάλουμε τον φόβο της απόρριψης, να δούμε τα λάθη μας και να ‘χουμε θετική σκέψη με ειλικρίνεια.
Είναι σημαντικό να προχωράμε σε πράξεις κι ενέργειες δίχως να θεωρούμε πως εμείς είμαστε για τα πάντα υποχρεωμένοι. Πρέπει να μάθουμε να εκφραζόμαστε, να πλαισιώνουμε και να οριοθετούμε. «Σε αγαπώ, θέλω να ‘σαι καλά, αλλά κι εσύ πρέπει να σέβεσαι τα δικά μου “θέλω”, για να ‘μαστε όλοι καλά. Όχι, δεν είμαι κακός, αν κάτι δεν το κάνω όπως μου ορίζουν έμμεσα ή άμεσα οι γύρω μου. Απλά σέβομαι τον εαυτό μου κι αρνούμαι να ‘μαι ενοχικός κι εξαρτώμενος.»
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη